του Ανδρέα Κοσιάρη
Η απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ μονοπωλεί το ειδησεογραφικό ενδιαφέρον, αλλά δεν αλλάζει απολύτως τίποτα στο πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ, την ώρα που εκείνες συνεχίζουν να εξοπλίζουν μια γενοκτονία και να οδηγούν τη στρατιωτικοποίηση ολόκληρου του πλανήτη.
Οι σκηνές έκαναν άμεσα τον γύρο του κόσμου. «Πυροβολισμοί σε συγκέντρωση του Ντόναλντ Τραμπ». Η εικόνα του πρώην προέδρου των ΗΠΑ (και πιθανά του επόμενου) να σηκώνεται εν μέσω των σωματοφυλάκων του με υψωμένη τη γροθιά, αίμα στο αυτί του και ύφος πρωταγωνιστή ταινίας δράσης, θα είναι ιδανική προεκλογική αφίσα για μία καμπάνια που ούτως ή άλλως όδευε προς τη νίκη.
Γρήγορα έκαναν την εμφάνισή τους προσπάθειες πολιτικής εκμετάλλευσης του γεγονότος, με μπόλικη παραπληροφόρηση για το ποιον και τις απόψεις του φερόμενου ως δράστη. Επιστρατεύτηκαν deepfake βίντεο, μονταρισμένες φωτογραφίες και ψεύτικες πληροφορίες για να παρουσιάσουν δήθεν δεσμούς του δράστη με τους αντιπάλους όσων διακινούσαν αυτές τις ψευδείς πληροφορίες. Ένας τουρκικός ιστότοπος έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί πως ο δράστης είχε δεσμούς με κουρδικές οργανώσεις.
Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για έναν λευκό 20χρονο Αμερικανό, που φαίνεται πως στήριζε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Ο φερόμενος ως δράστης δεν επέζησε της απόπειρας, καθώς η αμερικανική αστυνομία είναι του δόγματος «πρώτα πυροβολούμε για να σκοτώσουμε κι έπειτα κάνουμε ερωτήσεις» ακόμα και για πιτσιρίκια που έχουν ένα πακέτο καραμέλες στην τσέπη, πόσο μάλλον για έναν ένοπλο που μόλις έχει πυροβολήσει εναντίον του πρώην προέδρου. Με τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, δηλαδή την απουσία ενός μανιφέστου από τον δράστη, θα είναι δύσκολο να διασαφηνιστούν τα κίνητρά του.
Όμως με όσα γίνονται γνωστά, φαίνεται να εντάσσεται στο προφίλ των λεγόμενων «μοναχικών λύκων», ανθρώπων δηλαδή που δεν ριζοσπαστικοποιούνται μέσω απευθείας συμμετοχής σε πολιτικές οργανώσεις ή κοινωνικές συναναστροφές, αλλά μέσω κυρίως του διαδικτύου. Ο 20χρονος περιγράφεται από όσους τον γνώριζαν ως «ήσυχος», ενώ από πρώην συμμαθητές του στο Λύκειο περιγράφεται ως ένα «περίεργο» παιδί, που δεχόταν συνεχώς bullying και έπαιρνε καλούς βαθμούς. Στήριζε ακραιφνώς το «Demolition Ranch», ένα κανάλι στο YouΤube με περιεχόμενο αποκλειστικά όπλα και εκρήξεις.
Σημαντικά, όμως, τίποτα από τα παραπάνω δεν αποτελεί όχι μόνο έκπληξη, αλλά έστω αποχώρηση από την αμερικανική πεπατημένη. Στα λιγότερα από 250 χρόνια ζωής της ως κράτος, η Αμερική έχει δει τη δολοφονία τεσσάρων εν ενεργεία προέδρων και τουλάχιστον 40 δημοσιοποιημένες απόπειρες ή σχέδια δολοφονίας εν ενεργεία ή πρώην προέδρων. Δεν είναι, φυσικά, όλες τους ισότιμα απλωμένες στα χρόνια, αλλά αν κάνουμε μια μικρή λαθροχειρία θα δούμε πως αναλογεί μία δολοφονία ή απόπειρα δολοφονίας προέδρου ανά περίπου πεντέμισι χρόνια αμερικάνικης ιστορίας.
Αν βάλουμε στο κάδρο τη λατρεία σχεδόν ολόκληρου του αμερικανικού έθνους για τα όπλα, η σχεδόν απρόσκοπτη πώληση των οποίων σε σχεδόν οποιονδήποτε είναι διακομματικό θέσφατο για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα, θα δούμε να συμπληρώνεται σιγά-σιγά ένα κάδρο αιτιών. Μέχρι στιγμής το 2024, σε 298 περιστατικά των λεγόμενων «μαζικών πυροβολισμών», δηλαδή όπου σκοτώνονται ή τραυματίζονται τουλάχιστον τέσσερις άνθρωποι, έχουν χάσει τη ζωή τους 312 θύματα. Στο πλαίσιο αυτού του ορισμού εντάσσεται και η απόπειρα δολοφονίας Τραμπ, με δύο ανθρώπους να τραυματίζονται και έναν να πέφτει νεκρός, πέρα από τον τραυματισμό του ίδιου του Τραμπ και τη δολοφονία του δράστη από την αστυνομία.
Άλλωστε, είναι ακριβώς αυτή η βία που αποτελεί πρόταγμα μεγάλου μέρους, αν όχι του συνόλου του αμερικανικού πολιτικού συστήματος. Οι πιο ακραίοι από τους υποψήφιους βουλευτές (αρκετοί εκ των οποίων εκλέγονται) των Ρεπουμπλικανών ποζάρουν συχνά με όπλα, ενώ εμφανίζονται επανειλημμένα να πυροβολούν στις προεκλογικές τους διαφημίσεις, συνήθως με όπλα ακριβώς σαν το ημιαυτόματο AR-15 που χρησιμοποίησε και ο φερόμενος ως δράστης της απόπειρας δολοφονίας Τραμπ. Ορισμένοι από αυτούς, μάλιστα, είχαν εμφανιστεί στο Κογκρέσο τον Φεβρουάριο του ’23 φορώντας καρφίτσες στο σχήμα του συγκεκριμένου όπλου, για να δηλώσουν τη στήριξή του στη 2η Τροποποίηση του αμερικανικού Συντάγματος, που ερμηνεύεται να δίνει πλήρη ελευθερία οπλοκατοχής.
Αλλά και οι Δημοκρατικοί συνάδελφοί τους, που μπορεί να είναι πιο κομιλφό στις δημόσιες εκφράσεις τους, δεν παραλείπουν να στηρίξουν αδιάλειπτα, όχι απλά την απουσία ελέγχων και περιορισμών στην αγορά όπλων, αλλά την εν γένει κρατική στήριξη της αμερικανικής βιομηχανίας οπλισμού, μικρού ή μεγάλου μεγέθους. Στο πλαίσιο αυτό, η αμερικανική βία προάγεται και εξάγεται στον υπόλοιπο κόσμο — είναι έτσι τουλάχιστον γελοίο να διαβάζει κανείς ανακοινώσεις καταδίκης της βίας από σύσσωμο το αμερικανικό πολιτικό σύστημα, και όχι μόνο. Για παράδειγμα, διαβάσαμε καταδίκη της «πολιτικής βίας» από τον Μπαράκ Ομπάμα, τον πρόεδρο που ενέκρινε τις περισσότερες εξωδικαστικές δολοφονίες από οποιονδήποτε προηγούμενο. Διαβάσαμε καταδίκες της βίας από αρθρογράφους μεγάλων αμερικανικών εφημερίδων, οι οποίοι δεν είχαν βγάλει τσιμουδιά όταν η κυβέρνηση Τραμπ έστελνε ομοσπονδιακούς πράκτορες χωρίς διακριτικά για βίαιες απαγωγές διαδηλωτών στο Πόρτλαντ του Όρεγκον και άλλες αμερικανικές πόλεις το καλοκαίρι του 2020. Διαβάσαμε μέχρι και τον υπουργό Εξωτερικών του Ισραήλ, Ίσραελ Κατζ, να γράφει πως «[η] βία δεν μπορεί να είναι ποτέ τμήμα της πολιτικής», όταν οι καταγεγραμμένοι νεκροί Παλαιστίνιοι στη Γάζα πλησιάζουν τις 40.000.
Αλλά και στο κομμάτι των πολιτικών επιπτώσεων, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν την επόμενη της απόπειρας δολοφονίας. Η προεκλογική καμπάνια του Τραμπ που φαινόταν, τέσσερις μήνες πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου, να έχει το προβάδισμα για την προεδρία, απλά αύξησε αυτό το προβάδισμα. Οι αμερικανικές υπηρεσίες καταστολής, απλά θα εντείνουν την παρακολούθηση των διαδικτυακών συνομιλιών όλων των Αμερικανών, και κανείς δεν θα αναρωτηθεί ποτέ πώς μπορεί να ξέφυγε ο δράστης από ένα τόσο στενό «δίχτυ ασφαλείας», ούτε θα ψελλιστεί, πλην ελαχίστων, η αμφισβήτηση τέτοιων πρακτικών ως αναποτελεσματικές.
Αυτό που ίσως αλλάξει σημαντικά, θα είναι η συνειδητοποίηση όλο και περισσότερων πως μισό αυτί υποψήφιου προέδρου έχει μεγαλύτερη αξία, για τα πολιτικά συστήματα και τα ΜΜΕ της Δύσης, από δεκάδες χιλιάδες νεκρούς ανθρώπους στην άλλη άκρη του κόσμου, από δεκάδες ακόμα χιλιάδες νεκρούς στους δρόμους και τα σύνορα των ίδιων των ΗΠΑ, ακόμα και από τον έναν άνθρωπο που σκότωσαν οι σφαίρες στην απόπειρα δολοφονίας του Τραμπ.