του Ανδρέα Κοσιάρη
Ουσιαστικά χωρίς υδροδότηση έχει μείνει από τη Δευτέρα η πρωτεύουσα της Πολιτείας του Μισισίπι, Τζάκσον, με 150.000 κατοίκους της και άλλους 30.000 στις γύρω περιοχές να καλούνται να μην πίνουν το ελάχιστο νερό που τρέχει από τις βρύσες τους.
«Μην πίνετε το νερό», ήταν το μήνυμα του Ρεπουμπλικανού κυβερνήτη της Πολιτείας, Τέιτ Ριβς, σε εσπευσμένη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε τη Δευτέρα. «Σε υπερβολικά πολλές περιπτώσεις, είναι μη επεξεργασμένο νερό από τη δεξαμενή που πιέζεται μέσω των σωλήνων», συμπλήρωσε.
Τα φρέσκα αυτά προβλήματα στην υδροδότηση της πρωτεύουσας του Μισισίπι ίσως είναι αποτέλεσμα των πλημμυρικών φαινομένων του περασμένου Σαββατοκύριακου. Όμως τα υποβόσκοντα προβλήματα χρονίζουν, και αποτελούν απόδειξη της εγκατάλειψης των υποδομών στην πλουσιότερη χώρα του κόσμου, ειδικά σε περιοχές όπου κατοικούν πλειοψηφικά «μη ευνοημένοι» πληθυσμοί — στο Τζάκσον, τη μεγαλύτερη πόλη της Πολιτείας και έδρα της πολιτειακής κυβέρνησης, το 80% των κατοίκων είναι Μαύροι και Αφροαμερικανοί.
Όπως είχε αποδείξει και η περίπτωση της πόλης Φλιντ στο Μίσιγκαν, επίσης περιοχή με πλειοψηφικά Μαύρους κατοίκους και όπου 8 χρόνια από την έναρξη της «κρίσης υδροδότησης» το νερό ακόμα δεν είναι πόσιμο, το πρόβλημα δεν έχει έναν μονάχα φταίχτη. Παρομοίως στο Τζάκσον, πρόκειται για μία κρίση με συνδυασμό παραγόντων: ελάχιστη χρηματοδότηση από τους τοπικούς και πολιτειακούς άρχοντες, ανυπαρξία του ομοσπονδιακού κράτους, κερδοσκόποι ιδιώτες και η πανταχού παρούσα κλιματική κρίση. Οι ευθύνες δεν μπορούν να τοποθετηθούν στα πόδια των πολιτικών ενός μονάχα κόμματος — ο κυβερνήτης της Πολιτείας είναι Ρεπουμπλικάνος, με το κόμμα του να έχει τον έλεγχο του πολιτειακού κοινοβουλίου, όμως ο δήμαρχος του Τζάκσον είναι Δημοκρατικός και η έλλειψη χρηματοδότησης από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση συνεχίζεται είτε ο πρόεδρος ονομάζεται Τραμπ είτε Μπάιντεν.
Η πόλη του Τζάκσον υδροδοτείται μέσω του εργοστασίου επεξεργασίας νερού O.B. Κέρτις, που επεξεργάζεται το νερό της δεξαμενής που βρίσκεται δίπλα στον ποταμό Περλ, στα βόρεια της πόλης. Η άνοδος της στάθμης του ποταμού φαίνεται ότι προκάλεσε βλάβη στις αναπληρωματικές αντλίες του εργοστασίου (οι κανονικές είχαν αχρηστευτεί από βλάβη πριν έναν μήνα), με αποτέλεσμα αφενός να υπάρχει ελάχιστη έως καθόλου πίεση στις βρύσες της πόλης, κάτι που σημαίνει πως η πόλη και οι κάτοικοί της δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν πυροσβεστικούς κρουνούς, καζανάκια και βρύσες. Αφετέρου, ανεπεξέργαστο νερό από τη δεξαμενή έχει περάσει στις σωληνώσεις υδροδότησης, κάτι που σημαίνει πως και το ελάχιστο νερό που υπάρχει είναι επικίνδυνο για την υγεία των κατοίκων.
Οι υπεύθυνοι τόνισαν πως το Τζάκσον θα παραμείνει χωρίς νερό για «απροσδιόριστο χρονικό διάστημα», όμως τα προβλήματα με την υδροδότηση πηγαίνουν πίσω τουλάχιστον μία δεκαετία. Από το 1997 ο δήμος του Τζάκσον έχει ξοδέψει μόλις 200 εκατομμύρια δολάρια για την ύδρευση, με εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για ανάγκη επένδυσης 1 δισ. για να φτιαχτεί το πρόβλημα. Το ποσό μπορεί να φαίνεται μεγάλο, αλλά είναι σταγόνα στον ωκεανό των χρημάτων που σπαταλά η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σε άλλους τομείς — μόνο ο ετήσιος προϋπολογισμός του Πενταγώνου κοντεύει φέτος τα 800 δισ. δολάρια και αναμένεται το 2023 να τα ξεπεράσει.
Η μεγαλύτερη πόλη του Μισισίπι έχει εδώ και χρόνια ζήσει μία «φυγή» των πλουσιότερων, λευκών κατοίκων της για τα εύπορα προάστια, όπου η υδροδότηση λειτουργεί κανονικά. Οι κάτοικοι του Τζάκσον είχαν προειδοποιηθεί από τα μέσα Ιουλίου ότι θα πρέπει να βράζουν το νερό από τις βρύσες τους πριν το καταναλώσουν, έπειτα από βλάβη στις αντλίες του εργοστασίου επεξεργασίας η οποία φυσικά δεν έχει ακόμα διορθωθεί. Πλέον, το νερό είναι τόσο βρώμικο που ούτε ο βρασμός μπορεί να το κάνει πόσιμο και ασφαλές. Διακοπή της υδροδότησης είχε συμβεί και τον χειμώνα του 2021, όταν ένα σφοδρό κύμα ψύχους είχε προκαλέσει σπάσιμο αγωγών αφήνοντας την πόλη χωρίς νερό για εβδομάδες.
Στη χρόνια υποχρηματοδότηση του συστήματος υδροδότησης ήρθαν να προστεθούν και κακοτεχνίες ιδιωτών εργολάβων που ανέλαβαν να πραγματοποιήσουν έργα. Το 2019 ο δήμος του Τζάκσον κατέθεσε μήνυση κατά της πολυεθνικής Siemens για κακοτεχνίες, ισχυριζόμενος ότι προκλήθηκε ζημία 450 εκατ. δολαρίων. Στις αρχές του 2020, οι δύο πλευρές ήρθαν σε εξωδικαστικό διακανονισμό, με τη Siemens να καταβάλλει 89,9 εκατομμύρια, εκ των οποίων το ένα τρίτο πήγε στα δικαστικά έξοδα και τους μισθούς των δικηγόρων, αφήνοντας στην πόλη ψίχουλα σε σχέση με τις ανάγκες του συστήματος.
Η πολιτειακή κυβέρνηση έχει θέσει το Τζάκσον σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, ενεργοποιώντας την Εθνική Φρουρά και διανέμοντας νερό, πόσιμο και μη πόσιμο για άλλες χρήσεις. Όμως η χωρίς ορατό τέλος διανομή νερού σε συνολικά 180.000 ανθρώπους αποτελεί έναν «λογιστικό εφιάλτη» και μία κατάσταση η οποία είναι ουσιαστικά αδύνατο να συνεχιστεί επ’ αόριστον.
Η κατάσταση στο Τζάκσον αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα του πώς στην πλουσιότερη χώρα του πλανήτη, οι ιδιώτες και οι χρηματοδοτούμενοι από τον ιδιωτικό τομέα πολιτικοί δεν δίνουν δεκάρα για τις θεμελιώδεις ανάγκες των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού. Μια κατάσταση που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε αποφευχθεί και διορθωθεί εδώ και χρόνια, θα συνεχίσει να χρονίζει όσο ζωτικές ανάγκες όπως η ύδρευση δεν θεωρούνται δημόσια αγαθά και προτεραιότητα που υπερβαίνει ζητήματα κέρδους.