Σε αυτό το κείμενο δε θα αναλύσουμε το ποιον της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, της υποψήφιας για να γίνει η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Άλλωστε, το ποιον της μπορεί να περιγραφεί στα γρήγορα, αν σκεφτεί κανείς όλα όσα έχουν περάσει από το ΣτΕ την τελευταία δεκαετία και έχουν κριθεί συνταγματικά, ακόμα κι όταν αντίβαιναν σε άρθρα του Συντάγματος, με το σκεπτικό του ίδιου του ΣτΕ.
Ούτε κάνουμε δικαστικό ρεπορτάζ, για να σας ενημερώσουμε όλο χαρά, όπως έκανε η Ιωάννα Μάνδρου στο ΣΚΑΪ, ότι η νέα ΠτΔ «έχει ευαισθησίες και αγαπάει πάρα πολύ τις γάτες».
Θα κάνουμε όμως ένα σχόλιο για το επικοινωνιακό κομμάτι της όλης ιστορίας. Άλλωστε το είπε και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο διάγγελμά του. Η υποψηφιότητα έχει μονάχα συμβολικό χαρακτήρα, καθώς η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν έχει «ουσιαστικές αρμοδιότητες».
Εκεί ακριβώς έγκειται και το τραγελαφικό της υπόθεσης. «Η Δημοκρατία, η Ελλάδα και η πρόοδος είναι γένους θηλυκού», μας είπε ο πολυχρονεμένος μας πρωθυπουργός, κάνοντας λεξιλογικές αναλογίες που οι μαθητές μαθαίνουν να μην κάνουν από τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού. Διότι, αγαπητέ πρωθυπουργέ, γένους θηλυκού είναι και η βία, η ρουφιανιά και η απάτη. Οι λέξεις δηλαδή, διότι το γένος των ουσιαστικών σπανίως έχει κάποιο νόημα ως προς τη σημασία τους. Αν παίρναμε τα λόγια του Κούλη στα σοβαρά, θα έπρεπε να αλλάξουμε γένος και στον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, καθώς όχι μόνο η βία, αλλά και η Αστυνομία, είναι γένους θηλυκού.
Υπό την πίεση του γένους των λέξεων, λοιπόν, ο πρωθυπουργός μας είπε ότι κλήθηκε να κάνει «τη μεγάλη υπέρβαση». Ποια είναι αυτή η τεράστια, η ανυπέρβλητη υπέρβαση; Μα φυσικά η επιλογή μιας γυναίκας, που «ναι, είναι γυναίκα», για μια άκρως διακοσμητική και χωρίς «ουσιαστικές αρμοδιότητες» θέση. Σκεφτείτε δηλαδή, τι επιπέδου υπέρβαση θα έπρεπε να γίνει μέσα στο μυαλό του πρωθυπουργού, για να τοποθετήσει μια γυναίκα σε θέση με πραγματική εξουσία.
Φυσικά καμία λέξη και κανένα γένος δεν επέβαλλε στον πρωθυπουργό την επιλογή αυτή. Η επιλογή επιβλήθηκε από την αναγκαιότητα να δείξει ένα πρόσωπο διαφορετικό από αυτό που γνωρίζουμε ότι έχει. Επιβλήθηκε από την ανάγκη να βρουν οι σφουγγοκωλάριοι των ΜΜΕ μια νέα αφήγηση λιβανίσματος, αφού τα «Αλαίν Ντελόν της πολιτικής» και «σιμουλτανέ σκακιστής» έχουν εδώ και καιρό αποδειχτεί ρητορικές μπούρδες. Τώρα το αφήγημα είναι «ο προοδευτικός πρωθυπουργός που σέβεται τις γυναίκες».
Αλλά σκεφτείτε πόσο σεβασμό προσδίδει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις γυναίκες όταν η απάντησή του στο ερώτημα «Γιατί δεν έχετε περισσότερες γυναίκες στην κυβέρνησή σας;», ήταν, «Διότι δεν βρήκα». Ή μπορείτε επίσης να σκεφτείτε πόσο σεβασμό και εκτίμηση δείχνει προς μία γυναίκα, και το φύλο γενικότερα, η τοποθέτησή της σε μία θέση χωρίς καμία εξουσία. Στα τηλεοπτικά δρώμενα, η θέση αυτή αποκαλείται υποτιμητικά «γλάστρα». Ή να σκεφτείτε ότι είναι κύκλοι πολύ κοντά στον πρωθυπουργό που όλο το τελευταίο διάστημα επιχαίρουν της αμφισβήτησης των δικαιωμάτων των γυναικών στο ίδιο τους το σώμα.
Ή ακόμα, μπορείτε να σκεφτείτε πόση σημασία αλήθεια έχει η τοποθέτηση της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου στη θέση της «πρώτης πολίτη» της χώρας, όταν ως «πρώτη πολίτης» δε θα έχει τη δυνατότητα να πατήσει το πόδι της σε ένα κομμάτι της επικράτειας. Και ναι, μιλώ για το Άγιο Όρος, για αυτό το μοναδικό παράδειγμα εξαίρεσης από τους νόμους του κράτους που κανένας πολιτικός ηγέτης δεν μπόρεσε ποτέ να θίξει.
Όλα αυτά τα συμπεράσματα και οι σκέψεις είναι λογικά και επόμενα. Όμως ήδη από χθες το βράδυ, λεπτά (αν όχι δευτερόλεπτα) μετά τη λήξη του διαγγέλματος, τα πληκτρολόγια είχαν πιάσει φωτιά και οι λιβανιστές της εξουσίας είχαν ήδη έτοιμα τα «επιχειρήματά» τους για τον «προοδευτικό πρωθυπουργό» και την «αλλαγή σελίδας της χώρας» και τον «πόλεμο στην φασιστική συντήρηση». Που, ανάθεμα την τύχη μου την ξελογιάστρα, δεν υπάρχει πιο ισχυρή εκπρόσωπος της φασιστικής συντήρησης από μια άλλη γυναίκα, που έχει θέση εξουσίας στην κυβέρνηση, την υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως.
Όλοι αυτοί που σήμερα λιβανίζουν ανεξέλεγκτα, είναι οι ίδιοι που αντιμετωπίζουν με άκρατο σεξισμό και μίσος, οποιαδήποτε γυναίκα δεν ανήκει στη δική τους «ομάδα» και δοκιμάζει να ασκήσει λίγη εξουσία.
Η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου θα υπερψηφιστεί, αργά ή γρήγορα, με λιγότερη ή περισσότερη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Και θα γίνει, όντως, η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Το θέμα είναι ότι αυτό το γεγονός δεν μπορεί να είναι αντικείμενο υπερηφάνειας, ούτε για τον προοδευτικό κόσμο, ούτε για τις ίδιες τις γυναίκες. Υπερήφανοι μπορούν να είναι μονάχα όσοι βλέπουν τις γυναίκες σαν αυτές ακριβώς τις γλάστρες, χρήσιμες για να τοποθετηθούν κάπου που τις βλέπει ο ήλιος και δεν ενοχλούν.
Ανδρέας Κοσιάρης