του Ανδρέα Κοσιάρη
Αδιευκρίνιστος αριθμός προσφύγων και μεταναστών δολοφονήθηκε από την αστυνομία του Μαρόκου σε συνεργασία με την ισπανική αστυνομία, στο συνοριακό πέρασμα της Μελίγια, σε μία από τις δύο κτήσεις της Ισπανίας στη Βόρεια Αφρική που αποτελούν και τα μοναδικά ευρωπαϊκά χερσαία σύνορα στην ήπειρο.
Την Παρασκευή 24 Ιουνίου περίπου 2000 πρόσφυγες και μετανάστες επιχείρησαν να περάσουν στον ισπανικό θύλακα, ανοίγοντας τρύπα στον συνοριακό φράχτη και σκαρφαλώνοντας πάνω από αυτόν. Οι Μαροκινοί και Ισπανοί συνοριοφύλακες τους αντιμετώπισαν με βαρβαρότητα, ανοίγοντας πυρ με πλαστικές σφαίρες, δακρυγόνα και βομβίδες κρότου-λάμψης και πετώντας διάφορα αντικείμενα, ενώ δεν είναι ξεκάθαρο αν χρησιμοποιήθηκαν και αληθινά πυρά.
Ο επίσημος απολογισμός μιλά για 37 νεκρούς, όμως οι εικόνες δεκάδων ανθρώπων να κείτονται στο έδαφος συνηγορούν στις αιτιάσεις ανθρωπιστικών οργανώσεων ότι ο αριθμός τους είναι πολύ μεγαλύτερος. Ανεπιβεβαίωτες αναφορές έκαναν λόγο για 87 θανάτους, ενώ εικόνες φέρεται να δείχνουν τις τοπικές αρχές να ετοιμάζουν τάφους για το θάψιμο των νεκρών χωρίς να διεξαχθεί κάποια έρευνα για τα συμβάντα.
Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ έδωσε συγχαρητήρια στις δυνάμεις ασφαλείας των δύο κρατών για την αντιμετώπιση αυτού που αποκάλεσε «καλά οργανωμένης, βίαιης επίθεσης στην εδαφική μας ακεραιότητα», σαν να επρόκειτο για τακτικό στρατό εισβολέων κι όχι για άτακτη προσπάθεια κατατρεγμένων να βρουν ένα καλύτερο μέλλον.
Ο Σάντσεθ μίλησε επίσης για οργάνωση του περάσματος από «μαφίες διακίνησης ανθρώπων», χωρίς να υπάρχει κάποια ένδειξη για αυτό. Άλλωστε δεν επρόκειτο για μεταφορά, είτε με πλοιάριο είτε χερσαία σε μία προσπάθεια αποφυγής των συνοριακών αρχών, δραστηριότητες για τις οποίες πληρώνονται αδρά οι διακινητές. Επρόκειτο για ένα απελπισμένο «ντου», ανθρώπων τους οποίους η μαροκινή αστυνομία είχε τις προηγούμενες μέρες εκδιώξει από τους καταυλισμούς τους κοντά στα σύνορα σε επιχειρήσεις-«σκούπα».
Αν όσα περιγράφονται σας θυμίζουν τα γεγονότα στον Έβρο την άνοιξη του 2020, ορθώς σας τα θυμίζουν. Η κατάσταση στους θύλακες της Θέουτα και της Μελίγια είναι ενδεικτική της πολιτικής του «φρουρίου-Ευρώπη», με το Μαρόκο να λαμβάνει χρηματοδότηση και εκπαίδευση δυνάμεων ασφαλείας από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να λειτουργεί ως φύλακας ανθρώπων, όπως λαμβάνει και η Τουρκία.
Τον Μάιο του 2021, με τις σχέσεις μεταξύ Μαδρίτης και Ραμπάτ να έχουν διαρραγεί με αφορμή την περιοχή της Δυτικής Σαχάρας, χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες είχαν επιχειρήσει να περάσουν στον άλλο ισπανικό θύλακα στη Βόρειο Αφρική, τη Θέουτα. Είχαν αντιμετωπιστεί τότε με άγρια καταστολή από τις ισπανικές δυνάμεις ασφαλείας, με τη Μαδρίτη να κατηγορεί το Μαρόκο ότι τους ενθάρρυνε.
Σήμερα, μόλις λίγες εβδομάδες έπειτα από την επιδιόρθωση των σχέσεων των δύο χωρών, οι αστυνομικές τους δυνάμεις συνεργάστηκαν στη σφαγή της Μελίγια. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Ισπανία και το Μαρόκο, όπως και οι συγκυβερνώντες με τους Σοσιαλιστές του Σάντσεθ, Ποδέμος, καταδίκασαν τα γεγονότα και ζήτησαν ανεξάρτητη έρευνα, η οποία είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι θα πραγματοποιηθεί.
Αυτή η αντιμετώπιση προσφύγων και μεταναστών δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό που αμαυρώνει την εικόνα της «ανθρωπιστικής Ευρώπης». Είναι η πεμπτουσία της Ευρωπαϊκής πολιτικής στο μεταναστευτικό.
Είτε πρόκειται για τα θαλάσσια σύνορα στη Μεσόγειο, τα χερσαία στη Βόρεια Αφρική ή αυτά στην Ανατολική Ευρώπη, οι χώρες της ΕΕ μαζί με τη συνοριακή της δύναμη, Frontex, και τις δυνάμεις ασφαλείας των περιφερειακών της Ένωσης χωρών, αντιμετωπίζουν πρόσφυγες και μετανάστες με άκρατη βία. Το ότι ευρωπαϊκά, μεταξύ άλλων, όπλα ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τη φυγή των ανθρώπων αυτών από τις χώρες τους, είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα της υποκρισίας που κερνά η Ευρώπη.