«Η νίκη του Μακρόν είναι τόσο αναπόδραστη όσο και η λεπίδα που πέφτει σε μια γκιλοτίνα» έγραφε ο βρετανικός Εκόνομιστ χαιρετίζοντας την επικράτηση ενός δικού του ανθρώπου – του πρώην τραπεζίτη και αδίστακτου υπουργού οικονομικών. Πρόκειται για μια γκιλοτίνα, που έκοψε τα κεφάλια των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων της Γαλλίας, τερματίζοντας, de facto, τη λεγόμενη πέμπτη γαλλική δημοκρατία. Επειδή οι γκιλοτίνες όμως εύκολα αλλάζουν χέρια, θα μπορούσε να στηθεί σε συμβολικό επίπεδο και στους δρόμους της Γαλλίας – εκεί όπου «ψηφίζει» το 51% όσων απείχαν από τον πρώτο γύρο.
Προς το παρόν βέβαια το σχήμα «η Δημοκρατία Εμπρός» (LREM) του Μακρόν, ζει στιγμές επικοινωνιακού θριάμβου. Παρά το γεγονός ότι στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών μετά βίας συγκέντρωσε το 16% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, τελικά αναμένεται να λάβει κυβερνητική πλειοψηφία-ρεκόρ εξασφαλίζοντας 440-470 από τις συνολικά 577 της εθνοσυνέλευσης. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, το κεντροδεξιό Ρεπουμπλικανικό κόμμα και οι σύμμαχοί του θα συγκεντρώσουν στο δεύτερο γύρο της Κυριακής 70-90 έδρες, οι Σοσιαλιστές, 20-30 έδρες, το αριστερό κόμμα Ανυπότακτη Γαλλία μεταξύ 5 και 15 και το νεοφασιστικό Εθνικό Μέτωπο 1-5 έδρες.
Ο νέος πρόεδρος παραλαμβάνει μια χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία θα επιχειρήσει να επιβάλλει ορισμένα από τα πιο σκληρά αντιλαϊκά μέτρα από το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Για να το επιτύχει και να ελέγξει τις αναμενόμενες αντιδράσεις θα θεσμοθετήσει αρκετές από τις έκτακτες εξουσίες των αρχών ασφαλείας σε νόμους ώστε να μην χρειάζεται να ανανεώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα της κατάσταση εξαίρεσης.
Βασική προτεραιότητά του όμως είναι να ξαναγράψει την εργασιακή νομοθεσία της χώρας προς όφελος των δυνάμεων του οικονομικού και μιντιακού κατεστημένου που τον έφεραν από την αφάνεια στην εξουσία – με μια από τις καλύτερα ενορχηστρωμένες εκστρατείες προώθησης που έχει γνωρίσει η Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες.
Την ίδια ώρα οι παλαιοί πολιτικοί σχηματισμοί εξουσίας της Γαλλίας καταρρέουν με πάταγο με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το μέχρι πρότινος κυβερνών σοσιαλιστικό κόμμα που έχασε σχεδόν το 90% της δύναμής του. Ισχυροί τριγμοί ακούγονται όμως και από τα κεντρικά γραφεία της Μαρίν Λεπέν, ιδιαίτερα μετά την ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ του γενικού γραμματέα του Εθνικού Μετώπου (FN) Νικολά Μπεί και του αντιπροέδρου Φλοριάν Φιλιπό – του ανθρώπου που ανέλαβε να «αποδαιμονοποιήσει» το κόμμα των Λεπέν στα μάτια των ψηφοφόρων, παρουσιάζοντάς το σαν κάτι ριζικά διαφορετικό από το φασιστικό παρελθόν του. Σε πολιτικό επίπεδο η διαμάχη περιστρέφεται κυρίως γύρω από την στάση του Εθνικου Μετώπου για την ΕΕ και την έξοδο από την ευρωζώνη, την οποία η Λεπέν κατηγορείται ότι εγκατέλειψε (η τουλάχιστον στρογγύλεψε υπερβολικά) κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Η απομάκρυνση του Εθνικού Μετώπου από το λεγόμενο φρέξιτ φαίνεται να οφείλεται σε εμφανείς και υπόγειες πιέσεις που δέχτηκε το κόμμα από τον τραπεζικό τομέα αλλά και την στροφή (ή παράδοση) κυρίαρχων τμημάτων της γαλλικής αστικής τάξης προς το Βερολίνο.
Χωρίς σε καμία περίπτωση να έχει εκλείψει η νεοφασιστική απειλή του FN, η εσωτερική αναταραχή δίνει θεωρητικά σε δυνάμεις της αριστεράς τη δυνατότητα να εκφράσουν τον απόλυτα υγιή ευρωσκεπτικισμό του μεγαλύτερου μέρους της γαλλικής κοινωνίας – κάτι που δυστυχώς δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Αντίθετα, σε επίπεδο κορυφής, η Γαλλία δείχνει να μετατρέπεται και σε ένα εργαλείο της Γερμανίας για τον έλεγχο αν όχι την ολοκληρωτική εγκατάλειψη της βρετανικής εξόδου από την ΕΕ. Απηχώντας τις πρόσφατες δηλώσεις του Σόιμπλε (ότι αν η Βρετανία αλλάξει γνώμη θα βρει ανοιχτές πόρτες στην ΕΕ), ο Μακρόν άφηνε αιχμές για το ενδεχόμενο αναδίπλωσης του Brexit κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσημης συνάντησής του με την Τερέζα Μέι. Στόχος του Παρισιού και του Βερολίνου είναι να αποτρέψουν μια έξοδο που θα συνοδεύεται από απόλυτη ευθυγράμμιση του Λονδίνου με την Ουάσιγκτον καθώς αυτό θα δημιουργούσε μια πέμπτη φάλαγγα του αμερικανικού καπιταλισμού στην καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρώπης.
Το Βερολίνο και τα κυρίαρχα ΜΜΕ στην Ευρώπη επιχειρούν να ανατρέψουν την πραγματικότητα παρουσιάζοντας τη νίκη του Μακρόν, όπως και την πολιτική ταπείνωση της Μέι, σαν απόδειξη ότι οι κοινωνίες των δυτικών χωρών συνειδητοποίησαν τα «λάθη» τους και εκφράζουν και πάλι την απόλυτη στήριξή τους στο οικοδόμημα της ΕΕ και της ευρωζώνης. Η στάση αυτή πέρα από τη γερμανική προπαγάνδα και τις αυταπάτες ορισμένων, κρύβει και την θέληση σημαντικών τμημάτων των οικονομικών ελίτ της Ευρώπης να ανασυνταχθούν απέναντι στις ΗΠΑ του Τραμπ και να διεκδικήσουν πιο ενεργό ρόλο στην σινο-αμερικανική αντιπαράθεση για την οικονομική κυριαρχία σε μεγάλες περιοχές του πλανήτη.
Η τάση αυτή εκφράζεται από την αναμενόμενη εκτίναξη των πολεμικών δαπανών σε Γαλλία και Γερμανία και την ακόμη πιο επιθετική πολιτική που αναμένεται να ακολουθήσουν τα «γεράκια» που τοποθέτησε ο Μακρόν στα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας. Υπό αυτή την έννοια η Ευρώπη του νέου γαλλογερμανικού άξονα δεν απέχει και τόσο από το μοντέλο που ακολουθούν οι ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια: μια σακατεμένη οικονομία προσπαθεί να κρατηθεί στη ζωή με τη δύναμη των όπλων. Είτε πρόκειται για τα όπλα που θα αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές αντιδράσεις στους δρόμος του Παρισιού ή τα οπλικά συστήματα που θα χρησιμοποιηθούν στις πολεμικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό.
Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα ΠΡΙΝ – 18/6/2017