Ad image

Λένι Ρίφενσταλ: Η επιστροφή

leni rifenstahl Λίγες ημέρες πριν από την ελληνική πρεμιέρα του εξαιρετικού ντοκιμαντέρ «Ρίφενσταλ - στην καρδιά του Τρίτου Ράιχ», μιλήσαμε με τον δημιουργό της ταινίας, τον Άντρες Βάιελ για τη σκηνοθέτιδα του Χίτλερ - του Άρη Χατζηστεφάνου
7 λεπτα

του Άρη Χατζηστεφάνου | Εφημερίδα των Συντακτών

Λίγες ημέρες πριν από την ελληνική πρεμιέρα του εξαιρετικού ντοκιμαντέρ «Ρίφενσταλ – στην καρδιά του Τρίτου Ράιχ», μιλήσαμε με τον δημιουργό της ταινίας, τον Άντρες Βάιελ, για τη σκηνοθέτιδα του Χίτλερ που επηρέασε την πορεία της κινούμενης εικόνας όσο ελάχιστοι άνθρωποι τον τελευταίο αιώνα. Του θέσαμε μάλιστα και μια ερώτηση στην οποία… μάλλον δεν απάντησε.

Καθισμένη σε μια παλιά μονταζιέρα παρακολουθούσε με έκσταση μία από τις σκηνές της ταινίας της «Ο θρίαμβος της θέλησης» για τις παρελάσεις του ναζιστικού κόμματος στη Νυρεμβέργη το 1934. Η Λένι Ρίφενσταλ μιλούσε στον δημοσιογράφο απέναντί της για τεχνικά θέματα των γυρισμάτων, όπως την κίνηση της κάμερας που έδινε μια μοναδική αίσθηση προοπτικής στους χιλιάδες στρατιώτες του Χίτλερ. Από τον τρόπο όμως που μιλούσε -και κυρίως από το πώς κουνούσε το χέρι της στον ρυθμό των ναζιστικών εμβατηρίων- καταλάβαινες ότι την είχε συνεπάρει για άλλη μια φορά η φρικτή ορμή του εθνικοσοσιαλισμού.

Και μόνο αυτή η σκηνή από το τελευταίο ντοκιμαντέρ του Άντρες Βάιελ εμπεριέχει όσα θέλει να μας εξηγήσει ο Γερμανός δημιουργός: την ιστορία μιας γυναίκας που πέρασε το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα προσπαθώντας να πείσει τον κόσμο -και τον εαυτό της- ότι δεν ταυτιζόταν ιδεολογικά με τη ναζιστική Γερμανία. «Έλαβα εντολή να το κάνω και έκανα το καθήκον μου» έλεγε η ίδια και αμέσως έσπευδε να συμπληρώσει: «Αν μου έλεγε ο Ρούσβελτ να κάνω μια ταινία για τα αεροπλάνα, θα έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα. Το ίδιο και αν μου το ζητούσε ο Στάλιν».

Στο νέο ντοκιμαντέρ για τη ζωή της όμως, η Ρίφενσταλ παραπέμπει περισσότερο σε μια σοβαρή εκδοχή του Dr. Strangelove του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ο οποίος δεν μπορούσε να συγκρατήσει το χέρι του από το να χαιρετά ναζιστικά.

Χίλια μυστικά σε 700 κουτιά

Η αποδόμηση της εικόνας της Ρίφενσταλ δεν ήταν εύκολη. Ο Βάιελ, μου εξηγεί, δέχτηκε πριν από μερικά χρόνια μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις στην καριέρα του. Όταν το αρχείο της Ρίφενσταλ πέρασε στον έλεγχο του Μουσείου του Βερολίνου, η παραγωγός Σάντρα Μαϊσμπέργκερ απέκτησε αποκλειστικά δικαιώματα και τον κάλεσε να κάνει ένα ντοκιμαντέρ. Ο Βάιελ βρέθηκε σε μια αίθουσα με 700 κούτες που περιείχαν τα ημερολόγια της Ρίφενσταλ, προσωπικές σημειώσεις, το προσχέδιο της βιογραφίας της και εκατοντάδες ώρες μαγνητοφωνημένων συνομιλιών που η ίδια κατέγραφε με την επιμέλεια μυστικών υπηρεσιών.

«Η πρώτη ερώτηση που έθεσα στον εαυτό μου», λέει ο Γερμανός σκηνοθέτης, «ήταν αν θα αποκτούσα οποιαδήποτε νέα πληροφορία για τη ζωή της. Και η δεύτερη, αν θα μάθαινα τι σηματοδοτεί σήμερα το έργο της». Χρησιμοποιώντας τη διορατικότητα ενός ντετέκτιβ και τη μεθοδικότητα Γερμανού εισαγγελέα, ο Βάιελ έδωσε απαντήσεις και στα δύο ερωτήματα. Και το αποτέλεσμα είναι συγκλονιστικό. Το ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει από άγνωστες πληροφορίες -όπως την ενεργό, αν και ίσως ακούσια, εμπλοκή της σε εγκλήματα πολέμου στην Πολωνία- έως τις ρομαντικές περιπτύξεις της με τον Γκέμπελς.

Η αποδόμηση που πραγματοποιεί ο Βάιελ δεν αφορά μόνο τις πολιτικές της θέσεις αλλά και το καλλιτεχνικό της έργο. «Πρέπει καταρχάς να κάνουμε ορισμένες διακρίσεις», μου εξηγεί. «Η Ρίφενσταλ έκανε εξαιρετικό μοντάζ. Αν δείτε τις σκηνές με τις καταδύσεις στην ταινία “Ολυμπία” (για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου) είναι σαν να αμφισβητούν τη βαρύτητα. Ο τρόπος με τον οποίο κρατά τους αθλητές να ίπτανται στον αέρα είναι καινοτόμος ακόμη και σήμερα. Ηταν επίσης καλή σκηνοθέτις. Ήξερε να βρίσκει τον καλύτερο εικονολήπτη για κάθε σκηνή και αν κάποιος δεν ήταν καλός, τον απέλυε αμέσως. Η ίδια όμως ήταν πολύ κακή σεναριογράφος. Η ταινία της “Η πεδιάδα” είναι εξαιρετικά ρηχή, με αδύναμους χαρακτήρες, γεμάτη κλισέ και κακές ερμηνείες».

Επιστροφή στη «Ζώνη ενδιαφέροντος»

Αυτό που πραγματικά απασχολεί τον Βάιελ είναι ότι η αισθητική αλλά και η ιδεολογία της Ρίφενσταλ επανέρχονται στο προσκήνιο. «Όταν ξεκινήσαμε το μοντάζ», μου εξηγεί, «άρχιζε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αντιλαμβανόμασταν ότι επαναλαμβάνεται το μοντέλο του εθνικού ηρωισμού. Υπήρχε μια αναγέννηση στην αισθητική της Ρίφενσταλ σε χώρες όπως η Βόρεια Κορέα ή Κίνα ή η Ρωσία». Στη Γερμανία, συνεχίζει, «το 40% του πληθυσμού στηρίζει ένα κόμμα που προωθεί τις ιδέες της φυλετικής ανωτερότητας, της εθνικής τάξης και της ασφάλειας. Αναπολούν το παρελθόν και αναζητούν αποδιοπομπαίους τράγους στους μετανάστες, αλλά ακόμη και σε ανθρώπους που έχουν γερμανική υπηκοότητα αλλά διαφορετική καταγωγή».

Στην τελευταία μου ερώτηση του επισήμανα ότι το ντοκιμαντέρ του μου θύμισε την ταινία «Ζώνη ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ, καθώς παρουσιάζει και αυτός ανθρώπους που ζούσαν δίπλα σε μια γενοκτονία αλλά δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να μιλήσουν για αυτήν. Στο μυαλό μου επέστρεφε η εικόνα του Γκλέιζερ στα Όσκαρ που συνέδεε την ταινία του με τη γενοκτονία στη Γάζα. «Μπορεί η γερμανική κοινωνία, σήμερα, να αναγνωρίσει μια γενοκτονία αν τη δει;» ρώτησα τον Βάιελ.

Μου μίλησε για τα κινητά τηλέφωνα που μας επιτρέπουν να καταγράψουμε κάθε έγκλημα αλλά και για την τεχνητή νοημοσύνη που κάνει πιο δύσκολο να διαπιστώσεις τι είναι αληθινό και τι όχι. Αναφέρθηκε στο κυνήγι των κλικ στο ίντερνετ, στα ΜΜΕ που πρέπει να έχουν πρόσβαση στα πεδία των μαχών για να επιβεβαιώσουν τις πληροφορίες τους και στην ανάγκη να υπερασπιστούμε την ελευθερία στην τέχνη, στον λόγο και στην επιστήμη.

Με έναν τρόπο, νομίζω, πήρα μια απάντηση. Όχι, η γερμανική κοινωνία δεν μπορεί ή δεν θέλει να αντιληφθεί μια γενοκτονία που πραγματοποιείται μπροστά στα μάτια της, αν και ξέρει να περιγράφει με συναρπαστικό τρόπο τα εγκλήματα του παρελθόντος της.

Ακούστε το podcast για την Λένι Ρίφενσταλ εδώ.

Μοιράσου το

Γίνε μέλος του INFO-WAR

Γίνε συνδρομητής με όποιο ποσό θέλεις και βοήθησέ το INFO-WAR να συνεχίσει.