Της Έλλης Μέλλιου*
Μια ύστατη έκκληση για την εφαρμογή του νόμου, την επικράτηση της ουσιαστικής δικαιοσύνης, και την υπεράσπιση του ύψιστου έννομου αγαθού – της ζωής (ακόμη και ενός ανθρώπου που υποτίμησε τη ζωή τόσο ασυγχώρητα).
Σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα περίπου 42.000 δικηγόροι (μια από τις χώρες με την υψηλότερη αναλογία δικηγόρων ανά κάτοικο στην Ευρώπη), μερικές εκατοντάδες ασκούμενοι δικηγόροι, μερικές χιλιάδες (ενεργοί) φοιτητές Νομικής (προπτυχιακοί, μεταπτυχιακοί, διδακτορικοί), χιλιάδες απόφοιτοι νομικής που άσκησαν άλλο νομικό επάγγελμα (ή και εντελώς διαφορετικό επάγγελμα), και φυσικά κάμποσοι συνταξιούχοι με νομικό υπόβαθρο. Με άλλα λόγια: μερικές εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας (συνυπολογίζοντας και το άμεσο περιβάλλον των παραπάνω) έχουν έρθει σε επαφή με το αντικείμενο της Θεωρίας της Ποινής (γνωστό και ως «Ποινολογία») που διδάσκεται στα πρώτα έτη της Νομικής.
Σε αυτό το πολύ σημαντικό (για ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο) αντικείμενο, μάθαμε – όσοι δεν το γνωρίζαμε ήδη από το σχολείο ή την οικογένειά μας – ότι για να αποφέρει θετικά για το κοινωνικό σύνολο αποτελέσματα μια τιμωρία, αυτή πρέπει να εμπεριέχει τόσο το στοιχείο του σωφρονισμού για τον κατηγορούμενο και όσο και το στοιχείο του παραδειγματισμού για τους άλλους. Διαβάσαμε για τη θέση του Ιταλού ποινικολόγου Cesare Beccaria («Περί εγκλημάτων και ποινών»), κατά την οποία σκοπός της ποινής δεν είναι η εκδίκηση, αλλά ο σωφρονισμός αυτού που διέπραξε το αδίκημα ΚΑΙ ο παραδειγματισμός των άλλων, δηλαδή: α) η γενική πρόληψη του κακού, η αποτροπή πολλών άλλων ανθρώπων από το να αδικήσουν (σωφρονισμός) και β) η ειδική πρόληψη, δηλαδή η αποτροπή του συγκεκριμένου ατόμου (κατηγορουμένου – θύτη) από το να ξαναεγκληματήσει.
Εμπεδώσαμε το ότι, όποιοι κι αν ήταν οι λόγοι που ώθησαν κάποιον να διαπράξει ένα αδίκημα, η ποινή που θα του επιβληθεί είναι αναγκαίο να έχει έναν εξαγνιστικό, καθαρτικό χαρακτήρα, να λειτουργήσει δηλαδή ως νουθεσία και να μη φορτίζεται με το στοιχείο της εκδίκησης, γιατί τότε πια η τιμωρία παύει να είναι «ποινή».
Ενόψει των ανωτέρω, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ο Συνήγορος του Πολίτη, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, δεκάδες χιλιάδες πολίτες (στις «θεσμικές» σελίδες της Προέδρου της Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού στο Facebook), εκατοντάδες άνθρωποι των χώρων του πολιτισμού, της εκπαίδευσης κ.ά., καθώς και περισσότεροι από χίλιοι δικηγόροι-νομικοί (με το από 24.02.2021 διάβημά μας στο Υπουργείο Δικαιοσύνης), έχουμε απευθύνει τεκμηριωμένες εκκλήσεις-παρεμβάσεις προς την κυβέρνηση (και την ΠτΔ) να αναθεωρήσει τη στάση της στο ζήτημα της μεταχείρισης του κρατουμένου Δ. Κουφοντίνα, του οποίου η ζωή κινδυνεύει άμεσα μετά από πολυήμερη απεργία πείνας και δίψας, και να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ζωής και της υγείας του, τονίζοντας ότι η Δικαιοσύνη είναι έννοια σύμφυτη με την επιείκεια και τον ουμανισμό, και μη παραβλέποντας ότι τα εγκλήματα που διέπραξε ο κρατούμενος καταδικάστηκαν τόσο από τα Ελληνικά Δικαστήρια όσο και από τη συλλογική συνείδηση.
Τις τελευταίες ημέρες, τα χιλιάδες ανωτέρω πρόσωπα – και για να μιλήσω πιο συγκεκριμένα, οι δικηγόροι και νομικοί που λάβαμε θέση – εισπράττουμε γενικευμένες, αλλά και εξατομικευμένες, χυδαίες λεκτικές επιθέσεις και χαρακτηρισμούς (ιδίως εικασίες σχετικά με τη δήθεν «ακροαριστερή» ή «αντεξουσιαστική» ή «φιλοτρομοκρατική» στάση και δράση μας) από μέλη της κυβέρνησης, καθώς και της διαδικτυακής κοινότητας, μεταξύ των οποίων και από συναδέλφους, στις μεταξύ μας «επαγγελματικές ομάδες» (fora).
Παρακάτω, συγκέντρωσα και εκθέτω μερικά από τα πιο «δημοφιλή» ερωτήματα-επικριτικά σχόλια που εισπράξαμε, καθώς και τις απαντήσεις που έχουμε δώσει με τους συναδέλφους, σε μια προσπάθεια να καταδείξω την έωλη και επικίνδυνη επιχειρηματολογία των επικριτών:
Ε: «Ποιοι είναι αυτοί οι “χίλιοι-τόσοι” δήθεν νομικοί που υπογράφουν την έκκληση; Γιατί κρύβονται και δε μας λένε ποιοι είναι;»
Α: Δεν κρυβόμαστε. Υπογράψαμε επώνυμα. Και είμαστε στη διάθεση οποιουδήποτε πολίτη για τη συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων, με την προϋπόθεση να διεξαχθεί αυτή πολιτισμένα και όχι με όρους ανακριτή-κατηγορούμενου.
Ε: «Μα γιατί να ασχολούμαστε με τον Δ.Κ.; Πρόβλημά του που επέλεξε ως μέσο την απεργία πείνας και όχι τη νόμιμη οδό…»
Α: Η απεργία πείνας ΕΙΝΑΙ νόμιμη οδός. Κατοχυρώνεται, σε εθνικό επίπεδο, στο άρθρο 31 του Σωφρονιστικού Κώδικα (Ν. 2776/1999).
Ε: «Από πότε ένας τρομοκράτης ζητά από ένα κράτος να τηρεί τους νόμους;»
Α: Από τότε που η χώρα μας (και η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου υπαγόμαστε) έχει αναγνωρίσει-κατοχυρώσει το κράτος δικαίου ως προϋπόθεση για την προστασία όλων των άλλων θεμελιωδών αξιών, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, το οποίο κράτος δικαίου αφενός δεν νοείται να λειτουργεί εκδικητικά, αφετέρου δεν έχει δύο μέτρα και δύο σταθμά, αλλά συνίσταται στην εφαρμογή του νόμου για όλους τους πολίτες, ακόμη και αυτούς που έχουν παρανομήσει και τιμωρηθεί με τη βαρύτερη ποινή του δικαιικού μας συστήματος.
Ε: «Θα κάνατε έτσι και αν παραβιαζόταν κάποιο “δικαίωμα” του Μιχαλολιάκου ή του Κασιδιάρη, ή – ενδεχομένως στο μέλλον – του Λιγνάδη, στη φυλακή;»
Α: Προσπερνώντας το πόσο προβληματικό είναι να στερείς από έναν άνθρωπο το νόμιμο δικαίωμά του στη βάση ενός υποθετικού σεναρίου επί μιας άλλης, μη υφιστάμενης περίπτωσης… Ναι, συνάδελφοι και λοιποί, όσο κι αν σας φαίνεται απίθανο, οι αξίες τις οποίες πρεσβεύουμε και οι οποίες μας ώθησαν στο παραπάνω διάβημα, θα μας υπαγόρευαν να πράξουμε αναλόγως ΟΠΟΙΟΣ κρατούμενος κι αν ήταν θύμα εκδικητικής-φωτογραφικής μεταχείρισης από το κράτος, με παραβίαση των ίδιων των νόμων του (και των διεθνών νομοθετημάτων όπως η ΕΣΔΑ και η Συνθήκη της Γενεύης για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, όπου κατοχυρώνονται και τα δικαιώματα των κρατουμένων). Από τη στιγμή, ωστόσο, που ανοίγετε τέτοιο ζήτημα, αναρωτηθείτε κι εσείς, τελείως υποθετικά, αν η παρούσα κυβέρνηση, ή κάποια άλλη κυβέρνηση στο μέλλον, θα μεταχειριζόταν τους κρατουμένους του παραδείγματός σας με την ίδια (αρνητικά) διακριτική και αντίθετη στο νόμο και στο κράτος δικαίου στάση, ή αν έχει συμβεί κάτι αντίστοιχο στο παρελθόν.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν εστιάσουμε στην ήπια εκδοχή του debate, όπου η διχογνωμία εντοπίζεται στη «διαφορετική» ανάγνωση του νόμου που αποτελεί τη βάση του αιτήματος του Δ. Κουφοντίνα, και όπου οι απόψεις συγκλίνουν στο ότι ο νόμος αυτός είναι – εσκεμμένα ή εκ παραδρομής – ασαφής αναφορικά με την περίπτωση του συγκεκριμένου κρατουμένου, από τη στιγμή που το Ποινικό μας Δίκαιο διέπεται από την αρχή in dubio pro reo (η αμφιβολία λειτουργεί υπέρ του κατηγορουμένου, και μπορεί να οδηγήσει στην αθώωσή του) και ο νομικός μας πολιτισμός από τη θέση ότι «είναι καλύτερα να βρίσκονται 10 ένοχοι εκτός φυλακής παρά ένας αθώος μέσα», θεωρώ ακόμη πιο σωστό και αναγκαίο η όποια αμφιβολία ή ασάφεια γεννάται εκ του νόμου για τα δικαιώματα της πλέον στερούμενης δικαιωμάτων κατηγορίας πολιτών (του ισοβίτη κρατούμενου) να λειτουργεί υπέρ του, ιδίως όταν στη μια πλευρά της ζυγαριάς βρίσκεται το ύψιστο έννομο αγαθό, αυτό της ζωής.
Όλα τα παραπάνω, επειδή έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο σήψης της κοινωνίας μας (με τεράστια ευθύνη της παρούσας κυβέρνησης και των στερούμενων πολυφωνίας κυρίαρχων ΜΜΕ), που πολλά μέλη της εξαναγκαζόμαστε πλέον από κάποιους «συνομιλητές» μας (με την ευρεία έννοια) να επιδεικνύουμε ένα άτυπο e-πιστοποιητικό φρονημάτων προκειμένου να εκφράσουμε την άποψή μας και να υπερασπιστούμε αξίες και δικαιώματα που μέχρι πρότινος αποτελούσαν κοινωνικά και νομικά κεκτημένα — κεκτημένα με θυσίες, αγώνες και προσπάθειες ανθρώπων και κοινωνικών ομάδων σε βάθος πολλών δεκαετιών.
Υπενθύμιση: η τελευταία θανατική ποινή στην Ελλάδα, έγινε στις 25 Αυγούστου 1972, και έκτοτε, με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, από το 1974 και μετά, καμία θανατική εκτέλεση δεν έγινε ποτέ ξανά στην Ελλάδα. Η θανατική ποινή στην Ελλάδα καταργήθηκε νομοθετικά το 1994, και συνταγματικά το 2001.
Είναι λυπηρό και ανησυχητικό να ζεις ανάμεσα σε ανθρώπους που τάχα προβληματίζονται για το μέλλον της Ελλάδας, αλλά είναι τόσο πρόθυμοι – έως και περιχαρείς – για την αναβίωση των πιο σκοτεινών στιγμών του παρελθόντος της.
*η Έλλη Μέλλιου είναι δικηγόρος Θεσσαλονίκης και μέλος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου