Άρης Χατζηστεφάνου | Η Εφημερίδα των Συντακτών 10/09/2022
Η οικογένεια Στερν, που δώρισε στην οικογένεια Γουλανδρή (και όχι στην Ελλάδα) 161 ελληνικές αρχαιότητες, έχει ιστορία ενός αιώνα. Και η συλλογή κειμηλίων απροσδιόριστης προέλευσης είναι μία μόνο από τις μελανές σελίδες στη μακροχρόνια πορεία της.
Ανταπόκριση, Νέα Υόρκη
Το να διασχίσεις τον Ατλαντικό Ωκεανό εν έτει 1926, συνοδευόμενος από 4.000 καναρίνια, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για τον Γερμανό Μαξ Στερν όμως, τον πατριάρχη της ομώνυμης επιχειρηματικής αυτοκρατορίας, ήταν μια πρώτης τάξεως επένδυση. Ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στο εμπόριο κατοικίδιων στις ΗΠΑ, οικοδόμησε έναν όμιλο επιχειρήσεων που σύντομα επεκτάθηκε στην αγορά ακινήτων, στις εκδόσεις αλλά και σε κερδοφόρα χρηματιστηριακά παιχνίδια.
Από τη δεκαετία του ’90 ο όμιλος Hartz Mountain είχε υπό τον έλεγχό του 3,5 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα ακινήτων μόνο στο Νιου Τζέρσεϊ, γεγονός που τοποθετούσε την οικογένεια ανάμεσα στις πλουσιότερες της Νέας Υόρκης. Ενώ όμως ο Μαξ Στερν, αν μη τι άλλο, εξέφρασε το «αμερικανικό όνειρο», οι απόγονοί του διέπρεψαν σορτάροντας τα όνειρα άλλων. Στο γραφείο του γιου του, του Λέοναρντ Στερν, ανάμεσα σε ελληνορωμαϊκές αρχαιότητες και πίνακες του Βαν Γκογκ και του Μοντιλιάνι, υπήρχε για χρόνια μια πινακίδα με το παρακάτω κείμενο: «Όταν πλέον τους κρατάς από τα αρ***ια, η καρδιά και το μυαλό τους θα ακολουθήσουν». Η πινακίδα ίσως και να είχε κυριολεκτική σημασία αφού το 1982 αποδείχτηκε ότι ο όμιλος πρόσφερε ιερόδουλες σε επιλεγμένους πελάτες για να προτιμήσουν τα προϊόντα του.
Αυτή ακριβώς η αντίθεση ανάμεσα στη λατρεία της τέχνης και στις πιο επιθετικές επιχειρηματικές κινήσεις (σαν τον Μολώχ που όπως έλεγε ο Μαρξ έπινε το νέκταρ μέσα στα κρανία των νεκρών) χαρακτήρισε για πάνω από μισό αιώνα την αυτοκρατορία των Στερν. Ήδη από τη δεκαετία του ’70 η οικογένεια βρισκόταν στο επίκεντρο εισαγγελικών ερευνών οι οποίες διευθετούνταν είτε με εξωδικαστικές συμφωνίες ή με τη «θυσία» υψηλόβαθμων στελεχών του ομίλου. Πολλοί στενοί συνεργάτες της οικογένειας είδαν τις πύλες των φυλακών αφού καταδικάστηκαν για ψευδορκία, δωροδοκία αξιωματούχων και συνωμοσία για τη διάπραξη απάτης (conspiracy). Ποτέ όμως οι συλλήψεις δεν έφταναν στα μέλη της οικογένειας. «Δεν φτιάχνεις μια περιουσία σαν τη δικιά μας με το να είσαι γατάκι» έλεγε ο Λέοναρντ Στερν, ο οποίος δικαιολογούσε τις «προστριβές» του με τη Δικαιοσύνη λέγοντας ότι κινούνταν σε επιχειρηματικές περιοχές «όπου οι κανόνες είναι γκρίζοι ή ανύπαρκτοι».
Την ίδια περίοδο βέβαια έστελνε τον γιο του, τον Έντουαρντ Στερν, να σπουδάσει Ιστορία της Τέχνης στο Κολέγιο Χάβερφορντ της Πενσυλβάνια. Οι καθηγητές του εκλιπαρούσαν τον Λέοναρντ να μην αφήσει τον γιο του να επιστρέψει στον χώρο των επιχειρήσεων καθώς θεωρούσαν ότι αποτελούσε έναν από τους λαμπρότερους μελετητές που είχαν γνωρίσει.
Ο Έντουαρντ κατάφερε πράγματι να ξεφύγει για λίγα χρόνια από τη σκιά της οικογένειας ασχολούμενος με τη λογοτεχνία και αρθρογραφώντας με ψευδώνυμο στο σατιρικό περιοδικό Spy. Στη συνέχεια μάλιστα βρέθηκε επικεφαλής του περιοδικού Village Voice που εξέφραζε τον φιλελεύθερο αντικομφορμισμό της Νέας Υόρκης. Μικρή λεπτομέρεια: το περιοδικό το είχε αγοράσει ο μπαμπάς του έναντι 55 εκατομμυρίων δολαρίων εντάσσοντάς το στο τεράστιο χαρτοφυλάκιο των επενδύσεών του. Από εκείνη την περίοδο ξεκίνησε για τον Έντουαρντ Στερν ο πολιτιστικός κατήφορος, ουσιαστικά δηλαδή ο επιχειρηματικός ανήφορος που τον οδήγησε στις πιο επιθετικές δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, στα hedge funds.
Η αμερικανική Δικαιοσύνη και συγκεκριμένα ο γενικός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης δεν άργησε να παρέμβει καθώς ο Έντουαρντ Στερν βρέθηκε το 2003 στο επίκεντρο του μεγαλύτερου σκανδάλου που είχε καταγραφεί στη μέχρι τότε ιστορία των hedge funds – ακόμα μια υπόθεση που διευθετήθηκε έξω από τις δικαστικές αίθουσες. Θα μπορούσε μήπως αυτή η περιπέτεια να αποτελεί ένα νεανικό λάθος του Έντουαρντ, το οποίο δεν σχετιζόταν με τις δραστηριότητες της οικογένειας; «Ο Έντι δεν πήγαινε ούτε στην τουαλέτα χωρίς να το ξέρει ο Λέοναρντ», απαντούσε τότε σε δημοσιογράφους του Bloomberg ένας στενός συνεργάτης του Έντουαρντ Στερν ξεκαθαρίζοντας την υπόθεση. Σε αντίθεση δηλαδή με τα μέλη της οικογένειας στην τηλεοπτική σειρά Succession, που βρίσκονται σε διαρκή ανταγωνισμό και σύγκρουση, ο Έντι και ο Λέοναρντ κινούνταν πάντα σαν μια γροθιά.
Αυτή η τελευταία παρατήρηση αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα από τη στιγμή που ο Λέοναρντ Στερν παραχώρησε 161 ελληνικές αρχαιότητες σε ένα «ίδρυμα» της οικογένειας Γουλανδρή στον φορολογικό παράδεισο του Ντέλαγουερ στις ΗΠΑ. Όπως ανέφερε η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, Δέσποινα Κουτσούμπα, ουσιαστικά πρόκειται για μια εταιρεία στην οποία εκτός από τον Πίτερ Τζον Γουλανδρή συμμετέχει ο Έντουαρντ Στερν και ο Ρόναλντ Μπανγκς, οικονομικός διευθυντής στον όμιλο Hartz και αντιπρόεδρος του οικογενειακού Ιδρύματος Leonard Stern.
Η σχετική διαδικασία βέβαια μας απομακρύνει ακόμη ένα βήμα από την απάντηση σε ένα ερώτημα που έθεταν εδώ και δεκαετίες αρχαιολόγοι, πανεπιστημιακοί και μέσα ενημέρωσης: Πώς έφτασαν οι ελληνικές αρχαιότητες στην οικογένεια Στερν; Αρκετοί άλλοι συλλέκτες της Νέας Υόρκης, που δεν κατάφεραν να απαντήσουν πειστικά σε ανάλογες ερωτήσεις, είδαν τις ομοσπονδιακές αρχές να εισβάλλουν στα σπίτια τους και να απομακρύνουν αρχαιότητες που επιστράφηκαν στις χώρες καταγωγής τους.
Για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Λέοναρντ Στερν, αυτοί οι «συλλέκτες» ήταν μάλλον «γατάκια».