Κάλεσμα υποταγής στο Παρίσι

H φωτογραφία που συνόδευε την ανάλυση του Εκόνομιστ για το οικονομικό μέλλον της Γαλλίας και της Ευρωζώνης δεν θα μπορούσε να είναι πιο χαρακτηριστική: Επτά γαλλικές μπαγκέτες δεμένες με τη γαλλική σημαία σαν ένα πακέτο δυναμίτη με ένα αναμμένο φιτίλι. «Ένας ωρολογιακός μηχανισμός στην καρδιά της ευρωζώνης», ήταν ο τίτλος που κοσμούσε τη διόλου κολακευτική ανάλυση για τη γαλλική οικονομία. Ούτε λίγο ούτε πολύ οι συντάκτες άφηναν να εννοηθεί ότι το Παρίσι δεν ανήκει πλέον στο ευρωπαϊκό κέντρο αλλά αντιμετωπίζει τα ίδια δομικά προβλήματα με τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Το χάσμα ανταγωνιστικότητας με τη Γερμανία αυξάνεται συνεχώς (καθώς η τελευταία κρατά σε πολύ χαμηλά επίπεδα μισθούς και συντάξεις) γεγονός που οδηγεί σε συσσώρευση ελλειμμάτων και χρέους στη Γαλλία. Η αδυναμία υποτίμησης του νομίσματος, λόγω της ευρωζώνης, δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο στον οποίο η Γαλλία σύντομα θα δεί την ελάχιστη οικονομική ανάπτυξη του τελευταίου τριμήνου να μετατρέπεται και πάλι σε ύφεση.

Ο Εκόνομιστ σημείωνε μάλιστα με νόημα ότι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο τελευταίος ηγέτης μεγάλης ευρωπαϊκής χώρας που δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, είδε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα την πόρτα της εξόδου. Το μήνυμα προς τον Ολάντ είναι σαφές: Οικονομικές δικτατορίες, όπως αυτές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα και την Ιταλία, με τις δοτές κυβερνήσεις Παπαδήμου και Μόντι, μπορούν κάλλιστα να κάνουν «μετάσταση» και στο Παρίσι.

Φυσικά ο οικονομικός κατήφορος δεν ξεκίνησε μέσα σε μια εβδομάδα ούτε μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι η Γαλλία ακολουθεί το ίδιο ακριβώς μονοπάτι με τις χώρες της Ευρωπαϊκής περιφέρειας.  Η «δημιουργική λογιστική», με την οποία διαδοχικές κυβερνήσεις στο Παρίσι κατάφερναν να κρύβουν την πραγματική εικόνα της οικονομίας θεωρείται παροιμιώδης από αρκετούς αναλυτές. Το γεγονός όμως ότι ο γερμανικός και αγγλοσαξονικός Τύπος θυμήθηκε αίφνης αυτή την πραγματικότητα μαρτυρά πολύ βαθύτερες πολιτικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στο παρασκήνιο.

Μπορεί ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ να αποδείχτηκε μια φούσκα για τις διεκδικήσεις των Γάλλων εργαζομένων (και όσων Ευρωπαίων είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους σε αυτόν) αλλά είναι γεγονός ότι τηρεί μια πιο επιθετική στάση για τα συμφέροντα της Γαλλικής αστικής τάξης σε σχέση με τον Νικολά Σαρκοζί. Η νέα αυτή πραγματικότητα ήταν αναμενόμενο να ξυπνήσει το γαλλογερμανικό ανταγωνισμό, ο οποίος βρίσκεται εν υπνώσει σε περιόδους οικονομικής ευμάρειας αλλά επανεμφανίζεται σε περιόδους κρίσης. Η Γαλλία δεν απολαμβάνει πλέον τα προνόμια που υποσχόταν η στρατηγική θέση της στο ευρωπαϊκό κέντρο αλλά αρχίζει να βιώνει τα προβλήματα της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Το γαλλικό τραπεζικό κατεστημένο μπορεί να απόλαυσε για σχεδόν μια δεκαετία τα «προνόμια» της ευρωζώνης με τα ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια και τη δυνατότητα να λειτουργει σαν τοκογλύφος του ευρωπαϊκού νότου αλλά βλέπει τώρα να χάνει αισθητά έδαφος σε σχέση με τα γερμανικά μεγαθήρια.

Σε αυτές τις συνθήκες κρίσης της ευρωζώνης οι γαλλογερμανικές σχέσεις μετατρέπονται και πάλι σε ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος όπου τα ωφέλη της μιας πλευράς καταγράφονται σαν απώλειες της άλλης.

Το Βερολίνο, αφήνοντας στην άκρη κάθε έννοια διπλωματικού τακτ «διέρρευσε» ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ζήτησε από τους πέντε «σοφούς» της κυβέρνησης να εξετάσουν το ενδεχόμενο κατάρτισης μελέτης για την ανθεκτικότητα της οικονομίας της Γαλλίας. Αν και η πληροφορία διαψεύδεται επισήμως και από τις δυο χώρες και μόνο η υπόνοια ότι η Γερμανία  αντιμετωπίζει πλέον τη Γαλλία σαν χώρα υπό οικονομική επιτήρηση είναι ενδεικτικό της ολομέτωπης επίθεσης που έχει εξαπολύσει η καγκελάριος Μέρκελ εναντίον του Ολάντ. Η γερμανική κίνηση μπορεί μάλιστα να έχει και πολύ συγκεκριμένες οικονομικές επιπτώσεις δίνοντας στις αγορές το πράσινο φως να αυξήσουν το κόστος δανεισμού  και στους οίκους αξιολόγησης να την υποβαθμίσουν. Πρόκειται δηλαδή για πραγματική κήρυξη οικονομικού πολέμου ο οποίος μπορεί να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις εάν ο Ολάντ δεν υποκύψει στις επιταγές της Μέρκελ όπως έκανε στο παρελθόν ο Σαρκοζί.

Η επίθεση όμως εναντίον του Παρισιού δεν αποτελεί μόνο μια σύγκρουση αστικών τάξεων στην καρδιά της Ευρώπης αλλά και μια συντονισμένη αμφισβήτηση των  τελευταίων εργασιακών δικαιωμάτων των Γάλλων πολιτών. Χωρίς να το δηλώνουν ανοιχτά, οι ναυαρχίδες του ευρωπαϊκού Τύπου εξακολουθούν να θεωρούν τη Γαλλία σαν «τελευταία σοβιετική δημοκρατία» με ένα «υπερδιογκομένο δημόσιο τομέα» και υπερβολικά κοινωνικά προνόμια για τους εργαζομένους. Αν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία παρουσιάζονται συχνά σαν τα «άτακτα» και «ανυπότακτα» παιδιά της Ευρώπης οι ευρωπαϊκές οικονομικές ελίτ γνωρίζουν πολύ καλά ότι η κινεζοποιήση των Ευρωπαίων εργαζομένων δεν μπορεί ποτέ να επιτευχθεί εάν δεν πέσει το προπύργιο της γαλλικής κοινωνίας. Και σε αυτή τη μάχη ο Ολάντ δεν πρόκειται να ταχθεί στο πλευρό των συμπολιτών του.

 Άρης Χατζηστεφάνου

Πριν 18/11/2012

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ