Άρης Χατζηστεφάνου | Η Εφημερίδα των Συντακτών 27/08/2022
Εδώ και χρόνια, κάθε αναφορά στους κατασκευαστές των συστημάτων παρακολούθησης Pegasus και Predator συνήθως περιοριζόταν στο ότι πρόκειται για «εταιρείες ισραηλινών συμφερόντων». Μια σειρά περίεργων «συμπτώσεων» όμως αποκαλύπτει τον τρομακτικό έλεγχο που ασκεί το Τελ Αβίβ στις χώρες που χρησιμοποιούν αυτές τις εφαρμογές.
Σε ένα κτίριο στο Νιου Τζέρσεϊ το FBI διατηρεί εδώ και χρόνια το ισχυρότερο σύστημα παρακολούθησης κινητών τηλεφώνων που έχει δημιουργηθεί ποτέ. Πρόκειται για το διαβόητο Pegasus της εταιρείας NSO αλλά και μια εξελιγμένη μορφή του, το Phantom, το οποίο μπορεί να παρακολουθεί και αμερικανικά κινητά.
Σύμφωνα όμως με παλαιότερη έρευνα των New York Times, παρά το γεγονός ότι η ομοσπονδιακή υπηρεσία πλήρωσε περίπου πέντε εκατ. δολάρια για να το προμηθευτεί, αποφάσισε να μην το χρησιμοποιήσει – αφού βέβαια πρώτα το δοκίμασε. Τον Νοέμβριο του 2021 μάλιστα οι ΗΠΑ έβαλαν την NSO σε «μαύρη λίστα» απαγορεύοντας σε αμερικανικές επιχειρήσεις να συνεργάζονται μαζί της, γεγονός που προκάλεσε σημαντικά προβλήματα στην τροφοδοσία της ισραηλινής εταιρείας. Η αιτιολογία ήταν σαφής: «Η εταιρεία δρούσε ενάντια στα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ».
Όπως εξηγούσαμε από αυτή τη στήλη το 2018, η NSO στελεχωνόταν σχεδόν αποκλειστικά από πρώην αξιωματούχους του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ και κυρίως από μέλη της ομάδας UNIT 8200 – αντίστοιχη υπηρεσία της αμερικανικής NSA. Το ίδιο όμως ισχύει και για ορισμένες από τις εταιρείες που εμπλέκονται με τη δημιουργία του Predator. Σύμφωνα με το περιοδικό Forbes, η Cytrox που το δημιούργησε «διασώθηκε» το 2018 από τον Ταλ Ντιλιάν, πρώην διοικητή της «Μονάδας 81» των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων και ιδρυτή της Intellexa.
Όπως ανέφερε πριν από χρόνια ο αναλυτής και συγγραφέας Σιρ Χέβερ, μονάδες όπως η UNIT 8200 αρχικά ανέπτυσσαν συστήματα παρακολουθήσεων για να εκβιάζουν Παλαιστίνιους αξιωματούχους. «Εάν γνωρίζουν ότι κάποιος συγγενής τους είναι άρρωστος μπορούν να τον εκβιάζουν ότι θα του κοπεί κάθε πρόσβαση σε γιατρούς και φάρμακα ή εάν γνωρίζουν ότι είναι ομοφυλόφιλος θα χρησιμοποιήσουν την πληροφορία εναντίον του», εξηγούσε ο Χέβερ.
Όταν η εξέλιξη αυτής της τεχνολογίας πέρασε στα χέρια ιδιωτικών εταιρειών, όπως η NSO, η ισραηλινή κυβέρνηση τις υποχρέωνε να εξασφαλίζουν άδεια από το υπουργείο Άμυνας για κάθε πώληση των συστημάτων τους στο εξωτερικό. Όπως σημείωνε πρώην συνεργάτης του Ισραηλινού τότε πρωθυπουργού, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, «με το υπουργείο να ελέγχει την κίνηση αυτών των συστημάτων θα είμαστε σε θέση να τα εκμεταλλευτούμε αποκομίζοντας διπλωματικά οφέλη». Και το έκαναν.
Σύμφωνα με τους συντάκτες των New York Times, Ρόνεν Μπέργκμαν και Μαρκ Μαζέτι, κράτη που συμφώνησαν με την ισραηλινή κυβέρνηση να προμηθευτούν συστήματα παρακολουθήσεων όπως το Pegasus, άρχισαν σταδιακά να ψηφίζουν υπέρ του Ισραήλ σε ψηφοφορίες του ΟΗΕ. Χαρακτηριστικά ήταν τα παραδείγματα του Μεξικού (όπου το Pegasus χρησιμοποιήθηκε με μαφιόζικες μεθόδους εναντίον δημοσιογράφων και των οικογενειών τους) και της Ινδίας. Δύο χώρες δηλαδή οι οποίες παραδοσιακά στήριζαν τους Παλαιστινίους, άρχισαν να απέχουν από τις ψηφοφορίες ή ακόμη και να ψηφίζουν υπέρ του Ισραήλ.
Όταν απέκτησε πρόσβαση στο Pegasus, παρόμοια στροφή πραγματοποίησε ο Παναμάς, αρκετές χώρες του Περσικού Κόλπου και κυρίως η Σαουδική Αραβία, η οποία κατηγορείται ότι το χρησιμοποίησε για να εντοπίσει και στη συνέχεια να δολοφονήσει και να τεμαχίσει τον δημοσιογράφο της Washington Post, Τζαμάλ Κασόγκι. Προφανώς η συσχέτιση δεν αποδεικνύει αιτιότητα, οι περιπτώσεις όμως χωρών που αλλάζουν στάση απέναντι στο Ισραήλ μόλις προμηθευθούν συστήματα παρακολούθησης είναι πολλές για να περάσουν απαρατήρητες.
Διαβάζοντας κανείς τη λίστα που δημοσίευσε το ερευνητικό εργαστήριο Citizen Lab και η εταιρεία Meta (μητρική του Facebook) για τις χώρες στις οποίες χρησιμοποιείται το Predator μπορεί εύκολα να διακρίνει ότι σχεδόν όλες διατηρούσαν (ή απέκτησαν την τελευταία δεκαετία) πολύ φιλικές σχέσεις με το κράτος του Ισραήλ. Πρόκειται για την Ελλάδα, την Αρμενία, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία, το Ομάν, την Κολομβία, την Ακτή Ελεφαντοστού, το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες και τη Γερμανία.
Ενώ όμως είναι προφανές ότι κάποιες από αυτές τις χώρες πρόσφεραν στο Ισραήλ διπλωματικά ανταλλάγματα για να αποκτήσουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν τους πολίτες τους, παραμένει άγνωστο εάν οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ έχουν απευθείας πρόσβαση στα στοιχεία που συλλέγονται. Όπως εξηγούσε πριν από ένα χρόνο στον Guardian «άτομο που διατηρεί στενή σχέση με την NSO» οι αμερικανικές αρχές πιστεύουν ότι «το Ισραήλ έχει πρόσβαση στα στοιχεία που συλλέγουν οι πελάτες της εταιρείας». Επίσης, Αμερικανοί πρώην και νυν αξιωματούχοι υπηρεσιών ασφαλείας είχαν δηλώσει στην Washington Post ότι «θεωρείται δεδομένο πως το Ισραήλ είχε κάποιου είδους πρόσβαση – μέσα από “κερκόπορτες” του συστήματος– σε στοιχεία που συγκεντρώνονται μέσω τέτοιων εργαλείων παρακολούθησης».
Εάν επιβεβαιωθούν αυτές οι πληροφορίες ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην υπόθεση, καθώς θα αποδειχτεί ότι ίδια τα κράτη που χρησιμοποιούσαν τέτοια συστήματα ήταν πλέον διάτρητα απέναντι στις υπηρεσίες πληροφοριών του Ισραήλ. Αν παραδείγματος χάριν ένας πρωθυπουργός χρησιμοποιούσε σχετική εφαρμογή για να παρακολουθεί μέλη της δικής του κυβέρνησης, αυτό θα σήμαινε ότι το Ισραήλ θα αποκτούσε, εν δυνάμει, πρόσβαση ακόμη και σε απόρρητες συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου και άλλων θεσμικών οργάνων. Ας μην ξεχνάμε ότι τόσο το Pegasus όσο και το Predator μπορούν να ενεργοποιήσουν ανά πάσα στιγμή το μικρόφωνο, την κάμερα και το σύστημα GPS.
Η χρήση λοιπόν ισραηλινών εφαρμογών παρακολούθησης μπορεί πράγματι να σχετίζεται με τη διαρροή κρίσιμων πληροφοριών εθνικής ασφάλειας σε ξένα κράτη. Σε αυτή την περίπτωση όμως οι υπεύθυνοι για την «εθνική προδοσία» δεν θα είναι αυτοί που παρακολουθούνται αλλά αυτοί που παρακολουθούν.