Ισραήλ ακροδεξιά κυβέρνηση μιλιταρισμός θεοκρατία Νετανιάχου οικονομία

Ισραήλ: Η σύγκρουση ανάμεσα σε γεράκια και γύπες

Του ACHCAR Gilbert

Πάνω σε τι επικεντρώνεται η σύγκρουση μέσα στη σιωνιστική ελίτ εξουσίας; Μην πιστεύετε ότι πρόκειται για σύγκρουση μεταξύ γερακιών και περιστερών, όπως την παρουσιάζουν τα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Όχι, μην πιστεύετε καν ότι το μεγαλύτερο μέρος των ισραηλινών μαζών που διαδηλώνουν για να απαιτήσουν μια συμφωνία που θα οδηγήσει σε μια νέα ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ της κυβέρνησής τους και της Χαμάς, επιδιώκει να τερματιστεί η τραγωδία της Γάζας και να αποσυρθεί ο στρατός κατοχής από αυτήν. Όχι, όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, ο σιωνιστικός στρατός δεν θα αποχωρήσει για δεύτερη φορά από τη Λωρίδα, αφού ακόμη και οι «μετριοπαθείς» στις τάξεις του πιστεύουν ότι μια νέα αποχώρηση θα σήμαινε επανάληψη του ίδιου λάθους.

Η ισραηλινή πολιτική σύγκρουση δεν είναι μεταξύ εκείνων που ζητούν πλήρη αποχώρηση από τη Λωρίδα και εκείνων που επιμένουν να παραμείνουν εκεί, αλλά μάλλον μεταξύ της ακροδεξιάς, η οποία ζητά την προσάρτηση της Λωρίδας στο σιωνιστικό κράτος με την εκδίωξη των περισσότερων κατοίκων της από το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της και την αντικατάστασή τους με Εβραίους εποίκους, και του σιωνιστικού «κέντρου» που αντιλαμβάνεται ότι το τίμημα της προσάρτησης και της εκδίωξης είναι υψηλότερο από αυτό που μπορεί να αντέξει το κράτος τους, γι’ αυτό προτιμούν να εμείνουν στο πλαίσιο του «Σχεδίου Αλλόν» του 1967 που ορίζει την κατάσταση στη Δυτική Όχθη, όπου το Ισραήλ ελέγχει στρατηγικά σημεία και δρόμους που περιβάλλουν περιοχές συγκέντρωσης παλαιστινιακού πληθυσμού.

Με άλλα λόγια, η πολιτική σύγκρουση μέσα στη σιωνιστική ελίτ εξουσίας, όπως ήδη είπαμε, δεν είναι μεταξύ γερακιών και περιστερών, αλλά μεταξύ γερακιών και όρνεων. Αυτή είναι η περίπτωση της σύγκρουσης μεταξύ του Μπενιαμίν Νετανιάχου και του σιωνιστικού «κέντρου», το οποίο περιλαμβάνει τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην παρούσα κυβέρνηση, καθώς και μια μειοψηφία του ίδιου του κόμματος Λικούντ που εκπροσωπείται στην κυβέρνηση από τον υπουργό Πολέμου Γιοάβ Γκαλάντ. Ο ισραηλινός Τύπος αναφέρθηκε στην πρόσφατη αντιπαράθεση που έλαβε χώρα σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου μεταξύ του Γκαλάντ και του Νετανιάχου, τονίζοντας ότι ο υπουργός εξέφραζε την άποψη των μηχανισμών του στρατού και των δυνάμεων ασφαλείας. Τι αφορούσε η αντιπαράθεση; Το θέμα της συζήτησης ήταν η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που επιδιώκει να συνάψει η Ουάσιγκτον, με τη βοήθεια του Καΐρου και της Ντόχα, μεταξύ της κυβέρνησης και της Χαμάς.

Προειδοποιήσαμε από την αρχή ενάντια σε κάθε αυταπάτη ότι η συμφωνία αυτή μπορεί να φέρει το τέλος της ισραηλινής κατοχής της Γάζας, τονίζοντας ότι το περισσότερο που διακυβεύεται από την ισραηλινή πλευρά είναι η αποδοχή μιας προσωρινής εκεχειρίας με περιορισμένη απόσυρση των κατοχικών δυνάμεων από ορισμένες περιοχές της Λωρίδας, προκειμένου να επιτραπεί η απελευθέρωση της πλειοψηφίας των κρατουμένων από τη Χαμάς, πριν συνεχιστεί η επίθεση και επιδιωχθεί η πλήρης επίτευξη των στόχων της. Σε αυτό το πλαίσιο, περιγράψαμε το δίλημμα του Νετανιάχου ως εξής:

«Ο τελευταίος βρίσκεται μεταξύ δύο πυρών στην ισραηλινή εσωτερική πολιτική: το πυρ εκείνων που ζητούν να δοθεί προτεραιότητα στην απελευθέρωση των Ισραηλινών που κρατούνται στη Γάζα, με επικεφαλής φυσικά τις οικογένειες των κρατουμένων, και το πυρ εκείνων που απορρίπτουν κάθε εκεχειρία και επιμένουν στη συνέχιση του πολέμου χωρίς διακοπή, με επικεφαλής τους πιο ακραίους υπουργούς της σιωνιστικής ακροδεξιάς. Η μεγαλύτερη πίεση στην οποία εκτίθεται ο Νετανιάχου προέρχεται από την Ουάσιγκτον. Συμπίπτει με τις επιθυμίες των οικογενειών των Ισραηλινών αιχμαλώτων στην προσπάθεια για μια «ανθρωπιστική» εκεχειρία που θα διαρκούσε μερικές εβδομάδες και θα επέτρεπε στην κυβέρνηση Μπάιντεν να ισχυριστεί ότι επιθυμεί την ειρήνη και ότι ενδιαφέρεται για τους αμάχους, ενώ ήταν και παραμένει πλήρως συνυπεύθυνη για τον γενοκτονικό πόλεμο που διεξάγει το Ισραήλ, τον οποίο δεν θα μπορούσε να διεξάγει χωρίς την αμερικανική στρατιωτική υποστήριξη εξ αρχής».

Τα παραπάνω δημοσιεύτηκαν ακριβώς πριν από τέσσερις μήνες («Το παιχνίδι πόκερ μεταξύ Χαμάς και Νετανιάχου», 7 Μαΐου 2024) και τίποτα δεν έχει αλλάξει στην πολιτική εξίσωση από τότε. Η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει ακόμη να πετύχει κάτι που να αποδεικνύει την καλή της πίστη ενώπιον της αμερικανικής και της διεθνούς κοινής γνώμης, και αυτό αποτελεί πλέον ανάγκη της προεκλογικής εκστρατείας της Καμάλα Χάρις μετά την αποχώρηση του Μπάιντεν υπέρ αυτής. Το σιωνιστικό «κέντρο» εξακολουθεί να επιθυμεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την απελευθέρωση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού ομήρων, δεδομένου μάλιστα ότι η λαϊκή πίεση γι’ αυτό προέρχεται κυρίως από τους υποστηρικτές του. Ωστόσο, όλοι συμφωνούν για να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα ο ισραηλινός έλεγχος πάνω στη Γάζα. Διαφοροποιούνται ως προς τη μορφή και το εύρος του ελέγχου, όχι επί της αρχής του.

Δεν υπάρχει σαφέστερη απόδειξη πόσο είναι αλήθεια η διαφωνία μεταξύ του Γκαλάντ και του Νετανιάχου από τα όσα φέρεται να είπε ο υπουργός Πολέμου στη συνεδρίαση του σιωνιστικού υπουργικού συμβουλίου κατά τη διάρκεια της οποίας συγκρούστηκαν οι δυο άνδρες. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο αίτημα της Χαμάς, που υποστηρίζεται από το Κάιρο, για την απόσυρση του στρατού κατοχής από τον «διάδρομο Φιλαδέλφειας» στα σύνορα μεταξύ της Λωρίδας της Γάζας και της Αιγύπτου. Ενώ οι σιωνιστικοί στρατιωτικοί μηχανισμοί και οι μηχανισμοί ασφαλείας τάσσονται υπέρ αυτής της αποχώρησης, η σιωνιστική ακροδεξιά που εκπροσωπείται στο υπουργικό συμβούλιο, την απορρίπτει κατηγορηματικά και απειλεί να διαλύσει τον συνασπισμό της με τον Νετανιάχου αν ο τελευταίος αποδεχθεί τη συμφωνία, γεγονός που θα επέβαλε νέες εκλογές που θα μπορούσαν να βάλουν οριστικό τέλος στην πολιτική καριέρα του. Είδαμε λοιπόν τον Νετανιάχου να εμμένει στη θέση του να απορρίψει την αποχώρηση από τον συνοριακό διάδρομο με επιχειρήματα για την ασφάλεια που κανένα μέλος της σιωνιστικής ελίτ εξουσίας δεν μπορεί να αντικρούσει, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι όπλα και εξοπλισμός για την κατασκευή τούνελ εισήλθαν στη Λωρίδα της Γάζας από το αιγυπτιακό Σινά και δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στην αιγυπτιακή πλευρά όσον αφορά την εποπτεία του διαδρόμου, ή σε οποιονδήποτε άλλον για το θέμα αυτό.

Η απάντηση του Γκαλάντ και της σιωνιστικής αντιπολίτευσης δεν ήταν ότι δεν υπήρχε ανάγκη για ισραηλινό έλεγχο του διαδρόμου. Αντίθετα, ορισμένοι από αυτούς βασίστηκαν σε προτάσεις του κατεστημένου ασφαλείας για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικής εποπτείας των συνόρων χωρίς μόνιμη ανάπτυξη ισραηλινών στρατευμάτων, ενώ ο Γκαλάντ συνόψισε τη διαφωνία μεταξύ αυτού και του Νετανιάχου, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν από τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, ως επιλογή «μεταξύ της ζωής των ομήρων ή της παραμονής στο διάδρομο Φιλαδέλφειας για έξι εβδομάδες». Με άλλα λόγια, κατά την άποψη του Γκαλάντ, το θέμα δεν είναι άλλο από την αποχώρηση από τον διάδρομο για έξι εβδομάδες, ώστε να επιτραπεί η απελευθέρωση των περισσότερων από τους κρατούμενους της Χαμάς, γνωρίζοντας ότι ο στρατός κατοχής θα επιστρέψει στον άμεσο έλεγχο των συνόρων μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου της συμφωνίας που επιδιώκει η Ουάσιγκτον. Όλοι γνωρίζουν ότι το δεύτερο υποθετικό στάδιο αυτής της συμφωνίας, το οποίο απαιτεί την πλήρη αποχώρηση του στρατού κατοχής από τη Λωρίδα της Γάζας, δεν θα γίνει ποτέ. Είναι όλοι τους υποκριτές.

Μετάφραση από το αραβικό πρωτότυπο που δημοσιεύθηκε στην Al-Quds al-Arabi στις 3 Σεπτεμβρίου 2024.

Πρωτότυπος τίτλος: «Ισραήλ – Υποκρισία: Η σύγκρουση ανάμεσα στα σιωνιστικά γεράκια και γύπες»

Επιμέλεια Γιώργος Μητραλιάς

ΠΗΓΗ: www.contra-xreos.gr

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ