Πηγή: Sam Pizzigati – OtherWords.org
Μετάφραση/Επιμέλεια: Ανδρέας Κοσιάρης
Η Έπαυλη Γκρέισι, η επίσημη κατοικία των δημάρχων της Νέας Υόρκης από το 1942, φιλοξένησε τον δισεκατομμυριούχο Μάικλ Μπλούμπεργκ για τρεις θητείες.
Η πρώτη από αυτές τις θητείες ξεκίνησε αφότου ο Μπλούμπεργκ, τότε ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος για τη δημαρχία, ξόδεψε το απίστευτο ποσό των 74 εκατ. δολαρίων για να εκλεγεί το 2001. Ξόδεψε, ουσιαστικά, 99 δολάρια για κάθε ψήφο που έλαβε.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Μπλούμπεργκ — που έκανε την περιουσία του πουλώντας υψηλής τεχνολογίας πληροφοριακά συστήματα στη Γουώλ Στρητ — έπρεπε να ξοδέψει ακόμα περισσότερα για να εκλεγεί. Η προεκλογική εκστρατεία του 2005 κόστισε 85 εκατ. δολάρια, περίπου 112 δολάρια ανά ψήφο.
Το 2009 ήταν η πιο δύσκολη πορεία. Ο Μπλούμπεργκ έπρεπε πρώτα να μανουβράρει γύρω από το όριο θητειών, και μετά να πείσει ένα ιδιαίτερα μη ενθουσιώδες εκλογικό κοινό να του δώσει την πλειοψηφία. Απέναντι σε έναν άτονο Δημοκρατικό υποψήφιο, ο Μπλούμπεργκ κέρδισε αυτή την πλειοψηφία — αλλά με το ζόρι, με το 51% των ψήφων.
Αυτή η πλειοψηφία κόστισε στον Μπλούμπεργκ 102 εκατ. δολάρια, ή 174 δολάρια η ψήφος.
Τώρα ο Μπλούμπεργκ έχει ανακοινώσει πως θα κατέβει υποψήφιος για πρόεδρος ως Δημοκρατικός, ισχυριζόμενος ότι έχει τις καλύτερες πιθανότητες να εκθρονίσει τον πρόεδρο Τραμπ, τον οποίο περιγράφει ως «υπαρξιακή απειλή». Μπορεί να επαναλάβει τη γενναιόδωρη δαπάνη της Νέας Υόρκης σε εθνικό επίπεδο; Είναι δυνατόν να έχει αρκετά χρήματα για να ξοδέψει 174 δολάρια ανά ψήφο πανεθνικά — ή ακόμα και μόλις 99 δολάρια ανά ψήφο;
Ας κάνουμε τα μαθηματικά. Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τον Λευκό Οίκο με λίγο κάτω από 63 εκατ. ψήφους. Μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι ο Μπλούμπεργκ θα χρειαζόταν τουλάχιστον αυτά τα 63 εκατ. Με 100 δολάρια ανά ψήφο, μια νίκη τον Νοέμβριο του 2020 θα στοίχιζε στον Μπλούμπεργκ 6,3 δισ. δολάρια.
Ο Μπλούμπεργκ κάθεται σήμερα πάνω σε μία προσωπική περιουσία 52 δισ. δολαρίων. Θα μπορούσε εύκολα να επενδύσει 6,3 δισ. σε μια προεδρική εκστρατεία – ή ακόμα λιγότερα για τη προκριματική διαδικασία.
Πράγματι, 6,3 δισ. δολάρια θα μπορούσαν να θεωρηθούν και μια λογική επιχειρηματική επένδυση. Αρκετοί από τους υπόλοιπους υποψήφιους για την προεδρία ζητούν διάφορες μορφές φορολογίας στον πλούτο. Αν εφαρμόζονταν οι πιο αυστηρές από αυτές, η ευμεγέθης περιουσία του Μπλούμπεργκ θα συρρικνωνόταν σημαντικά — σύμφωνα με μία εκτίμηση, κατά περισσότερα από 3 δισ. δολάρια σε έναν χρόνο.
Με άλλα λόγια, υπονομεύοντας τους υπέρμαχους του φόρου στον πλούτο, ο Μπλούμπεργκ θα έσωζε πάνω από 6 δισ. δολάρια σε φόρους μέσα σε μόλις δύο χρόνια — αρκετά για να καλύψουν το κόστος μια προεκλογικής εκστρατείας των 6,3 δισ. δολαρίων, συν-πλην μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια.
Θυμηθείτε ότι ο Μπλούμπεργκ δε χρειάζεται καν να κερδίσει τον Λευκό Οίκο για να σταματήσει έναν φόρο στον πλούτο. Θα χρειαζόταν απλά να τρέξει μία εκστρατεία που θα περιέγραφε επιτυχώς έναν τέτοιο φόρο ως ξεκάθαρη και άμεση απειλή στην ευημερία, ισχυρισμό που ήδη έχει ξεκινήσει να κάνει.
Ο Μπλούμπεργκ δε θα χρειαζόταν καν να ξοδέψει 6,3 δισ. για να το καταφέρει. Νωρίτερα φέτος, ένας από τους κορυφαίους συμβούλους του Μπλούμπεργκ εξέφρασε την άποψη ότι 500 εκατ. δολάρια θα έφταναν στον υποψήφιό του για να περάσει τους πρώτους μερικούς μήνες της σεζόν των προκριματικών εκλογών.
Πώς θα συγκρίνονταν αυτά τα 500 εκατ. με τα προεκλογικά σεντούκια των δύο προκριματικών υποψηφιοτήτων που ο Μπλούμπεργκ φοβάται περισσότερο; Ο Μπέρνι Σάντερς μάζεψε 25,3 εκατ. δολάρια για την υποψηφιότητά του στο τρίτο τρίμηνο του 2019, η Ελίζαμπεθ Γουώρεν 24,6 εκατ. Αμφότεροι οι δύο υποψήφιοι μαζεύουν δωρεές — από μικρούς δωρητές — σε ετήσιο ρυθμό 100 εκατ. δολαρίων.
Ο Μπλούμπεργκ θα μπορούσε να ξοδέψει δέκα φορές αυτό το ποσό στην προεδρική του εκστρατεία και πάλι, δεδομένου του κανονικού ετήσιου εισοδήματός του, να τελειώσει το έτος αξίζοντας μερικά δισεκατομμύρια περισσότερα απ’ ό,τι όταν το έτος ξεκίνησε.
Οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν πιστεύουν ακόμα ότι οι δισεκατομμυριούχοι δε θα έπρεπε να υπάρχουν. Αλλά οι περισσότεροι Αμερικανοί πιστεύουν ότι οι υπερ-πλούσιοι των ΗΠΑ δε θα έπρεπε να μπορούν να αγοράσουν εκλογικές αναμετρήσεις ή να παραμορφώσουν φρικτά το αποτέλεσμά τους.
Όμως δυστυχώς, μπορούν — ή τουλάχιστον, μπορείτε να είστε σίγουροι ότι θα προσπαθήσουν.