Οι ΗΠΑ κλιμακώνουν την επίθεσή τους στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, καθώς την Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο ανακοίνωσε την επιβολή κυρώσεων κατά της εισαγγελέως του Δικαστηρίου Φατού Μπενσουντά.
Η Μπενσουντά ερευνά εκ μέρους του Διεθνούς Δικαστηρίου την πιθανότητα να διέπραξαν τα αμερικανικά στρατεύματα εγκλήματα πολέμου στο Αφγανιστάν, από την εισβολή τους στη χώρα το 2003.
Σύμφωνα με τον Πομπέο, οι κυρώσεις επηρεάζουν την Μπενσουντά και τον βοηθό της, επικεφαλής του Τμήματος Δικαιοδοσίας, Συμπληρωματικότητας και Συνεργασίας του γραφείου της, Φακισό Μοτσοτσόκο.
Μιλώντας σε συνέντευξη τύπου την Τετάρτη, ο Πομπέο δικαιολόγησε την απόφαση λέγοντας πως «οι ΗΠΑ δεν επικύρωσαν ποτέ το Καταστατικό της Ρώμης, που δημιούργησε αυτό το δικαστήριο, και δεν ανεχόμαστε άνομες προσπάθειες να τεθούν υπήκοοι των ΗΠΑ υπό τη δικαιοδοσία του».
Οι κυρώσεις έρχονται ως συνέχεια αποφάσεων των ΗΠΑ από τον Απρίλιο του 2019 και τον περασμένο Ιούνιο. Τον Απρίλιο του 2019, οι ΗΠΑ είχαν ανακαλέσει τη βίζα της Μπενσουντά, απαγορεύοντάς της την είσοδο στη χώρα. Και στις 11 Ιουνίου του φετινού καλοκαιριού, ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε διάταγμα με το οποίο ουσιαστικά ποινικοποιούσε την έρευνα κατά των ΗΠΑ από οποιονδήποτε εργαζόμενο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Η απόφαση προέβλεπε την ανάκληση βίζας, το πάγωμα αμερικανικών τραπεζικών λογαριασμών και την απαγόρευση εισόδου στη χώρα, σε δικηγόρους, δικαστές, ερευνητές και προσωπικό του Δικαστηρίου.
Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν αναγνωρίζουν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, η κυβέρνηση Τραμπ είναι η πρώτη που στρέφεται με τέτοιο μένος εναντίον του. Η έρευνα του Δικαστηρίου καλύπτει πιθανά εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τα στρατεύματα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους από την 1η Μαΐου 2003 στο Αφγανιστάν, χώρα που έχει υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης.
Πηγές: telesur, the Conversation