Αντώνης Φάρας, Μαρία Χούρου
Μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας March to Gaza
Η τραγωδία που εκτυλίσσεται στη Γάζα δεν είναι απλώς μια ανθρωπιστική κρίση. Είναι η υλοποίηση ενός πολιτικού σχεδίου, το οποίο παγιώνει την αποικιοκρατική λογική του Ισραήλ και περιλαμβάνει τον έλεγχο του εδάφους, την εκρίζωση του πληθυσμού και τον εποικισμό του, τη συντριβή του Παλαιστινιακού λαού και της αντίστασής του ως πολιτικού υποκειμένου. Όσο η Δύση μιλάει για «ανάγκη εξισορρόπησης», το Ισραήλ εφαρμόζει μια στρατηγική γενοκτονίας που έχει πολλαπλούς στόχους: στρατιωτικούς, δημογραφικούς, οικονομικούς, συμβολικούς.
Η προτεινόμενη συμφωνία εκεχειρίας, αν και επιτακτική, ενέχει σοβαρούς κινδύνους. Με την κυρίαρχη πολιτική διαχείριση, ενδέχεται να προκύψει μια εκεχειρία χωρίς δικαιοσύνη, μια προσπάθεια να ξεχαστεί η γενοκτονία με λίγη ανθρωπιστική βοήθεια, ενώ το καθεστώς «ισχύος των όπλων» διατηρείται αναλλοίωτο. Αν δεν υπάρξει κινητοποίηση, η εκεχειρία αυτή θα λειτουργήσει ως μέσο αποσυμπίεσης των κοινωνικών πιέσεων που ασκούνται στις κυβερνήσεις της Δύσης να καταδικάσουν έμπρακτα τη γενοκτονική επίθεση στη Γάζα και ως επαναφορά σε μια κανονικότητα της κατοχής.
Απέναντι σε αυτό, οι συνδυαστικές δράσεις των πρωτοβουλιών «Πορεία προς τη Γάζα», κονβόι Somud και Freedom Flotilla δεν είναι μόνο πράξη αλληλεγγύης, αλλά αποκορύφωμα της προσπάθειας επανεκκίνησης της διεθνούς πίεσης από τα κάτω. Είναι μια διεθνιστική απάντηση στο πολιτικό σχέδιο αποσιώπησης που ακολουθούν οι περισσότερες κυβερνήσεις και μια απόπειρα να επανασυνδεθεί η πολιτική των κινημάτων με τον ηθικό πυρήνα της υπόθεσης Παλαιστίνη, αλλά και μια προσπάθεια να παραχθεί νέος διεθνιστικός λόγος σε μια εποχή όπου η πολιτική τείνει να ξεπλένει τη βαρβαρότητα μέσω της τεχνοκρατίας.
Το Ισραήλ δεν λειτουργεί μόνο ως κράτος με στρατό και οπλισμό, αλλά είναι ένας καθοριστικός κόμβος του διεθνούς συστήματος που συνδυάζει στρατιωτική τεχνογνωσία, ψηφιακή επιτήρηση (ας θυμηθούμε την υπόθεση Predator), συμμαχίες ενέργειας (ένα από τα πιο κομβικά project του ελληνικού καπιταλισμού είναι η ενεργειακή διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ), γεωπολιτική δικτύωση και τεχνολογική καινοτομία στην υπηρεσία του ελέγχου. Όπως έχει τεκμηριώσει και ο Άρης Χατζηστεφάνου στο infowar.gr, η λογική του «ό,τι δοκιμάζεται στη Γάζα εξάγεται παγκοσμίως» είναι δομική στην ισραηλινή στρατηγική.
Αυτό κάνει τη γενοκτονία εργαλείο γεωπολιτικής και επιχειρηματικής κερδοφορίας. Ο αποκλεισμός της Γάζας δεν είναι απλώς πράξη καταστολής, αλλά ένα σύνθετο δίκτυο ροής κεφαλαίων, τεχνολογίας και επιρροής, όπως ανέδειξε σε πρόσφατο άρθρο του στην ΕφΣυν ο Γιάνης Βαρουφάκης. Η Ελλάδα, ως «στρατηγικός εταίρος» του Ισραήλ, συμμετέχει —μέσω στρατιωτικών συνεργασιών, κοινών ασκήσεων, τεχνολογικών μεταφορών και πανεπιστημιακών συμφωνιών— σε αυτό το καθεστώς συνενοχής.
Με αυτά υπόψιν, η «Πορεία προς τη Γάζα» είναι μια πολιτική πρόκληση να διαταράξουμε τη ρητορική της απάθειας, να σπάσουμε τη λογική της ανημπόριας, να ανασυγκροτήσουμε την ιδέα της διεθνιστικής παρέμβασης. Δεν απευθύνεται απλώς στην ανθρωπιστική διάσταση του κοινού, αλλά φτιάχνει νέες μορφές δράσης, πλατφόρμες συνάντησης, όπως ενώσεις δικηγόρων, γιατρών ή φοιτητών ενάντια στη γενοκτονία, εμπλέκει σωματεία και συλλογικότητες, αναγκάζει πολιτικά κόμματα να πάρουν θέση, και κυρίως δημιουργεί κοινότητες δράσης που μπορούν και πρέπει να παραμείνουν ενεργές και μετά την πορεία. Είναι η επιβεβαίωση ότι τα κινήματα μπορούν να στήσουν διεθνείς εκστρατείες με πρακτικό αντίκτυπο, να εκθέσουν τις κυβερνήσεις τους, να λειτουργήσουν όχι ως διαμαρτυρία αλλά ως πολιτικό γεγονός με συνέπεια και βάθος. Να θέσουν και να διεκδικήσουν ζητήματα ζωής ή θανάτου, όπως είναι το άνοιγμα της Ράφα.
Τι μπορούμε να κάνουμε στην Ελλάδα
Η ελληνική κοινωνία έχει την ευθύνη να υποστηρίξει ενεργά την «Πορεία προς τη Γάζα», όχι μόνο με όρους συγκινησιακής στήριξης, αλλά με σαφείς και πρακτικές ενέργειες που επιτρέπουν την ενδυνάμωση αυτής της διεθνούς κινητοποίησης. Χρειάζεται να διαμορφωθεί ένα μαζικό ρεύμα αλληλεγγύης, που θα θέτει το άνοιγμα της Ράφα όχι ως ζήτημα ανθρωπιστικής φιλανθρωπίας, αλλά ως πολιτική και ηθική απαίτηση, που θα συνδέει τη δράση στην Ελλάδα με το παγκόσμιο δίκτυο αντίστασης στη γενοκτονία.
Η Πορεία μάς καλεί να οργανώσουμε πρωτοβουλίες διαρκείας για τη διακοπή κάθε στρατιωτικής, τεχνολογικής και ακαδημαϊκής συνεργασίας με το κράτος του Ισραήλ, να υπάρξει συστηματική αποκάλυψη και πολιτική πίεση για τη διάρρηξη των συμφωνιών που καθιστούν την ελληνική κυβέρνηση συνένοχη.
Από τη πλευρά μας, δεν απαιτούμε από την κυβέρνηση τίποτα, αγωνιζόμαστε μαζί με την κοινωνία για να επιβληθεί η πολιτική της αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό. Η κυβέρνηση, ως προεδρεύουσα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, φέρει αυξημένη ευθύνη. Αντί να προωθεί οποιαδήποτε σχετική ειρηνευτική πρωτοβουλία, επιλέγει την παγίωση των σχέσεων με το Ισραήλ, υπογράφοντας νέες στρατιωτικές και οικονομικές συμφωνίες. Ως κοινωνία καλούμαστε να ορθώσουμε το ανάστημά μας απέναντι σε αυτή την επιλογή, να διαρρήξουμε το καθεστώς σιωπής, να ασκήσουμε πίεση και να δημιουργήσουμε χώρο για διαφορετικές πολιτικές επιλογές.
Μετά την εκεχειρία, τι;
Αν αύριο επιτευχθεί μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, δεν θα είναι το τέλος του δρόμου. Αντίθετα, θα σηματοδοτήσει μια νέα φάση του αγώνα. Θα χρειαστεί τότε, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση, να διεκδικηθεί η επιστροφή των Παλαιστινίων στα σπίτια τους, η άρση του αποκλεισμού, ο τερματισμός της κατοχής, η αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία αυταπάτη ότι η παροχή προσωρινής ανθρωπιστικής βοήθειας ή μια συμφωνία εκεχειρίας θα οδηγήσει από μόνη της σε απελευθέρωση.
Η μεγαλύτερη πράξη αλληλεγγύης προς τον παλαιστινιακό λαό μετά από μια εκεχειρία είναι να αντισταθούμε στα σχέδια των κυβερνήσεων μας, να απορρίψουμε τη συνενοχή μας, να σπάσουμε τις πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με το Ισραήλ, και να επαναφέρουμε στην πολιτική συζήτηση το αίτημα για μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Παλαιστίνη. Ο αγώνας μας είναι αγώνας για ελευθερία, όχι μόνο για επιβίωση. Και αυτή η ελευθερία, όπως μας υπενθυμίζει η ίδια η ιστορία της Παλαιστίνης, δεν χαρίζεται. Κερδίζεται.
Σε αυτή την κατεύθυνση, η «Πορεία προς τη Γάζα» αποτελεί και μια πολιτική και οργανωτική υποδομή με διαρκή χαρακτήρα. Ο διεθνισμός που γεννήθηκε από αυτή την πρωτοβουλία δεν τελειώνει στη Ράφα. Αντίθετα, αποκτά σχήμα, ανθρώπους, γνώση και πείρα για να συνεχίσει. Μπορεί να γίνει η αφετηρία για ένα νέο κύμα διεθνιστικής και παλαιστινιακής αλληλεγγύης, μέσα από επανασυνδέσεις, δικτυώσεις και νέες μορφές πολιτικής. Το στοίχημα δεν είναι μόνο η πίεση προς την Αίγυπτο και το Ισραήλ.
Είναι να γίνει η «Πορεία» αυτή υπόθεση ενός μαζικού κινήματος. Είναι να συνεχίσουμε, να διευρύνουμε και να ριζώσουμε τον αγώνα.