Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Καμία έκπληξη δεν θα επιφυλάσσουν τα οικονομικά στοιχεία για την πορεία της Γερμανίας το τρίτο τρίμηνο του 2019, που τελειώνει τον Σεπτέμβριο, μετά την ανακοίνωση της κεντρικής της τράπεζας τη Δευτέρα 19 Αυγούστου, ότι είναι πιθανό να εισέλθει σε ύφεση, προερχόμενη από μια απότομη πτώση στις εξαγωγές και τη βιομηχανική παραγωγή. Με ύφεση, έστω και οριακή της τάξης του 0,1%, έκλεισε και το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Αν επιβεβαιωθεί επομένως η Μπούντεσμπανκ, η Γερμανία θα είναι η δεύτερη μεγάλη χώρα της Ευρώπης, μετά την Ιταλία, που θα οδηγείται σε ύφεση της οικονομίας της.
Ωστόσο, η ασθενική κατάσταση της γερμανικής οικονομίας, που απειλεί να δημιουργήσει ένα υφεσιακό φαινόμενο ντόμινο σε όλη τη γηραιά ήπειρο, δεν θα προκαλούσε τόσο ενδιαφέρον και… θυμό αν δεν βρισκόταν σε εμφανή αντίθεση με την υγιή κατάσταση των δημόσιων οικονομικών της. Μάρτυρας, η έκδοση την Τετάρτη 21 Αυγούστου για πρώτη φορά ομολόγων χρονικής διάρκειας 30 ετών μηδενικού κουπονιού, που σημαίνει ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων που αποφάσισαν να επενδύσουν 2 δισ. ευρώ, θα πρέπει να πληρώνουν το Βερολίνο κάθε χρόνο 11 μονάδες βάσεις για να το δανείζουν! Δεν ξανάγινε…
Αυτή η αντίφαση, που στη μια όψη έχει μια παραπαίουσα οικονομία και στην άλλη ένα ρωμαλέο σύστημα δημόσιων οικονομικών, και θέτει το ερώτημα ποιόν και τι σε τελική ανάλυση εξυπηρετούν τα εύρωστα κρατικά ταμεία αν όχι την πραγματική οικονομία, ανοίγει ξανά τη συζήτηση για τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς που αποτελούν τη σύγχρονη οικονομική ορθοδοξία. Η Μέρκελ αφού κατ’ επανάληψη απέρριψε κάθε συζήτηση εγκατάλειψης αυτής της κοινωνικά επιβλαβούς πολιτικής, που έχει οδηγήσει τις δημόσιες υποδομές σε κατάρρευση, μετά από πολλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο διάθεσης ενός πακέτου ύψους 50 δισ. ευρώ για την τόνωση της οικονομίας. Πρόκειται όμως για ένα ποσό αστείο! Σε ένα ΑΕΠ της τάξης των 3,4 τρισ. ευρώ, τα 50 δισ. ευρώ που κι αυτά πολύ πιθανόν θα διατεθούν σε βάθος χρόνων, είναι κάτι λιγότερο από 1,5% του ΑΕΠ! Είναι σαν η Ελλάδα να αποφάσιζε να διαθέσει επιπλέον για υποδομές ένα ποσό της τάξης των 2,8 δισ. ευρώ. Ισοδυναμούν επομένως με θωράκιση κι όχι με αναθεώρηση ή ένα μικρό έστω ρήγμα σε αυτή την πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών που απορρίπτει την δημοσιονομική επέκταση ακόμη κι όταν η ύφεση είναι παρούσα, κι όχι μια μακρινή και υποθετική απειλή. Το Βερολίνο προφανώς επιλέγει να διαφυλάξει σαν κόρη οφθαλμού ακόμη κι αυτή τη στιγμή τη συνοχή μιας πολιτικής που το ανέδειξε σε ηγέτη της ευρωζώνης κι ως μοχλό για την ελαστικοποίηση της εργασίας, την μείωση των μισθών και τη διάλυση του κράτους πρόνοιας έχει την σκλήρυνση των δημόσιων οικονομικών, που από αμορτισέρ κι εργαλείο διευκόλυνσης μετατρέπονται σε πρέσα και μέγγενη της αναδιανεμητικής πολιτικής. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τις χώρες του Νότου, όσο κι αν εδώ εκφράζεται με πιο βαρείς όρους η κοινωνικά επιζήμια πολιτική των πλεονασμάτων…
Η προοπτική της ύφεσης είναι μάλιστα παρούσα πλέον πολύ πέραν των γερμανικών και ευρωπαϊκών συνόρων. «Το πρόβλημα είναι ότι οι Ευρωπαίοι και οι Γερμανοί ειδικότερα» – έγραφε ο Νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν στους New York Times στις 19 Αυγούστου σε άρθρο με τίτλο «ο Κόσμος έχει ένα γερμανικό πρόβλημα» – «συμπεριφέρονται άσχημα στους εαυτούς τους με την καταστροφική επιμονή στο δημόσιο χρέος. Και το κόστος αυτής της επιμονής διαχέεται σε όλον τον κόσμο». Μια συνέπεια αυτών των αλυσιδωτών επιπτώσεων είναι «πως τα προβλήματα της Ευρώπης έχουν συμβάλει σε ένα ασθενές ευρώ, που κάνει τα αμερικανικά προϊόντα λιγότερο ανταγωνιστικά κι αυτός είναι ένας λόγος που η αμερικανική βιομηχανία υποχωρεί». Ο Πολ Κρούγκμαν είναι από τους τελευταίους ανθρώπους στη γη που θα στρατευόταν πίσω από τα επιχειρήματα του Τραμπ, πολύ περισσότερο όταν στρέφεται εναντίον της ΕΕ προλειαίνοντας το έδαφος για το νέο μέτωπο του εμπορικού πολέμου που ανοίγει, όπως έκανε όταν δημαγωγικά δήλωνε ο αμερικανός πρόεδρος για τους Ευρωπαίους «μας συμπεριφέρονται φρικτά: εμπόδια, δασμοί, φόροι», αναζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους.
Οι αιτιάσεις του Κρούγκμαν παρόλα αυτά βάζουν το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων, δείχνοντας τον αρνητικό ρόλο που διαδραματίζει η γερμανική Ευρώπη στην παγκόσμια οικονομία στην τρέχουσα συγκυρία. Όταν δηλαδή μια στροφή στις δημόσιες επενδύσεις, ειδικά από εκείνες τις χώρες που δεν μαστίζονται από δημοσιονομικές ανισορροπίες, θα μπορούσε να επιβραδύνει ή και να μετριάσει την επερχόμενη κρίση, το Βερολίνο επιμένει δογματικά σε μια γραμμή που λειτουργεί αποσταθεροποιητικά εντός κι εκτός συνόρων του. Κι αυτό μάλιστα όταν η νομισματική πολιτική δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να λειτουργήσει τόσο αποτελεσματικά όσο έδρασε το 2008, λόγω του ότι τα επιτόκια είναι ήδη σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ τα πακέτα ποσοτικής χαλάρωσης έχουν μετατρέψει τους ισολογισμούς των κεντρικών τραπεζών σε ΗΠΑ και ευρωζώνη σε μια τεράστια φούσκα!
Πηγή: Νέα Σελίδα