Με την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία αμερικανικά ΜΜΕ θυμήθηκαν την αερογέφυρα που στήθηκε πριν από σχεδόν 75 χρόνια για την τροφοδοσία του αποκλεισμένου Βερολίνου. Μας προετοιμάζουν έτσι για μια νέα θαλάσσια «γέφυρα» υγροποιημένου φυσικού αερίου, από την οποία θα περνά η περιβαλλοντική καταστροφή και η ενεργειακή υποτέλεια στις ΗΠΑ.
«Οι Γιάνκηδες πιλότοι πραγματοποιούν τις πτήσεις του ελέους για να ταΐσουν τους πεινασμένους Γερμανούς», έλεγαν τα αμερικανικά επίκαιρα το 1948 καθώς οι ΗΠΑ συντόνιζαν 450 πτήσεις την ημέρα που μετέφεραν προμήθειες στο αποκλεισμένο από την ΕΣΣΔ Δυτικό Βερολίνο. Ηταν η περίφημη Αερογέφυρα του Βερολίνου (Berlin Airlift), που αποτέλεσε το πρώτο επεισόδιο έντονης αντιπαράθεσης της Μόσχας και της Ουάσινγκτον στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου.
Προ ημερών τα σύγχρονα ΜΜΕ των ΗΠΑ θυμήθηκαν τα ρεπορτάζ που μεταδίδονταν πριν από 74 χρόνια και αποφάσισαν να τα μιμηθούν. «Ενας στόλος πλοίων με υγροποιημένο φυσικό αέριο LNG κατευθύνεται από τις ΗΠΑ στην πεινασμένη για καύσιμα Ευρώπη» έγραφε προ ημερών το δίκτυο Bloomberg. Η Wall Street Journal, μάλιστα, έκανε άμεσα τη σύγκριση με τις ημέρες του 1948 βάζοντας τον εξής τίτλο σε βαρυσήμαντο άρθρο γνώμης: «Αερογέφυρα φυσικού αερίου του Βερολίνου από τον Μπάιντεν».
Είναι γεγονός ότι τόσο η Μόσχα όσο και η Ουάσιγκτον δανείζονται το τελευταίο διάστημα εικόνες και φράσεις από τη δεκαετία του ’40 για να περιβάλουν τις κινήσεις τους με έναν ιδεολογικό μανδύα: Ο Πούτιν για να προσδώσει «αντιφασιστικά» χαρακτηριστικά στην ιμπεριαλιστική του επέμβαση στην Ουκρανία και ο Μπάιντεν για να παρουσιάσει τη Ρωσία όχι σαν μια περικυκλωμένη από το ΝΑΤΟ χώρα αλλά σαν μια στρατιωτική δύναμη που θέλει να καταλάβει τον κόσμο.
Η σύγκριση βέβαια που επιχειρούν τα αμερικανικά ΜΜΕ με την αερογέφυρα του Βερολίνου ίσως μας επιτρέπει να προσεγγίσουμε μία από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές της πρόσφατης αντιπαράθεσης για την «ενεργειακή πείνα» της Ευρώπης.
Αφορμή για τα επεισόδια του 1948 ήταν οι συνεχείς αποσταθεροποιητικές κινήσεις Ουάσινγκτον και Λονδίνου, που επιθυμούσαν να περάσει το σύνολο της κατεχόμενης Γερμανίας στη σφαίρα επιρροής της Δύσης. Είχε προηγηθεί ένα χρόνο νωρίτερα το δόγμα του Τρούμαν για τον έλεγχο της σοβιετικής επιρροής στην Ευρώπη και λίγο αργότερα η οικονομική βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ, η οποία ερχόταν με ρητούς και άρρητους κανόνες: την εκπαραθύρωση των Κομμουνιστικών Κομμάτων που είχαν αναδειχτεί από τις μάχες με τον φασισμό, την ανάθεση των έργων ανοικοδόμησης σε αμερικανικές κατασκευαστικές εταιρείες και την αποδοχή της νέας οικονομικής αρχιτεκτονικής με την κυριαρχία του δολαρίου και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Η μονομερής επιβολή νέου νομίσματος στη Γερμανία εντασσόταν σε αυτόν τον σχεδιασμό και προκάλεσε την αναμενόμενη όσο και λανθασμένη αντίδραση της ΕΣΣΔ: επιβάλλοντας αποκλεισμό στην τροφοδοσία του Δυτικού Βερολίνου, η Μόσχα επέτρεψε στις ΗΠΑ να εμφανιστούν ως ο «μεσσίας» που θα έσωζε τους Δυτικογερμανούς από τον λιμό.
Προφανώς οποιαδήποτε σύγκριση της ΕΣΣΔ με τη σημερινή καπιταλιστική και ολιγαρχική Ρωσία είναι ιστορικά απαράδεκτη. Από την πλευρά των ΗΠΑ όμως υπάρχει πολιτική και ιδεολογική συνέχεια, η οποία μας επιτρέπει χρήσιμες συγκρίσεις.
Τώρα, όπως και τότε, η Αμερική αυτοπαρουσιάζεται ως η δύναμη που θα σώσει την Ευρώπη από τα προβλήματα που η ίδια προκαλεί στον εαυτό της. Το πρόσφατο άρθρο γνώμης της Wall Street Journal είναι ενδεικτικό. Ξεκινά σημειώνοντας ότι «οι περιβαλλοντικές εμμονές της Ευρώπης» για τη σταδιακή κατάργηση του λιγνίτη «την καθιστούν ευάλωτη στη Ρωσία αναγκάζοντας τον Μπάιντεν να σπεύσει για τη διάσωσή της». Για όσους δεν εμπέδωσαν το σχήμα «περιβαλλοντικές ανησυχίες = υποταγή στον Πούτιν» η εφημερίδα συνεχίζει. Εξηγεί ότι πίσω από τις αντιδράσεις για την εξόρυξη σχιστολιθικού φυσικού αερίου με την τεχνική του λεγόμενου fracking (η οποία καταστρέφει τον υδροφόρο ορίζοντα και εκλύει μεγάλες ποσότητες μεθανίου) βρίσκεται η Μόσχα. «O κ. Πούτιν», αναφέρει η WSJ, «τροφοδότησε την πράσινη αντίδραση. Οπως εξήγησε το 2014 ο πρώην γ.γ. του ΝΑΤΟ Αντερς Ράσμουσεν η Ρωσία εμπλέκεται ενεργά με περιβαλλοντικές οργανώσεις που μάχονται την εξόρυξη σχιστολιθικού φυσικού αερίου, με προφανή στόχο να διατηρηθεί η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο».
Αυτό που παραλείπουν να τονίσουν τα αμερικανικά άρθρα, που τώρα βλέπουν τη σωτηρία στη μεταφορά φυσικού αερίου με πλοία στην Ευρώπη, είναι ότι οι ΗΠΑ σύντομα θα αποτελούν την πρώτη χώρα παγκοσμίως σε εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου. Για να επιτευχθεί όμως η εμπορική κυριαρχία στην Ευρώπη υπάρχουν δύο προαπαιτούμενα: να διακοπεί η παροχή φυσικού αερίου από άλλες πηγές (βλ. Ρωσία) και να δημιουργηθούν κατάλληλες υποδομές σε ευρωπαϊκά λιμάνια (φυσικά με χρήματα Ευρωπαίων φορολογούμενων) τα οποία θα έχουν κόστος απόσβεσης αρκετών χρόνων ή δεκαετιών.
Η νέα αερογέφυρα του Βερολίνου, λοιπόν, δεν απαιτεί πιλότους αλλά καπετάνιους πλοίων που αντί για τρόφιμα θα μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο, που παράγεται με την καταστροφική για το περιβάλλον τεχνική του fracking. Θα μπορούσε κάτι από όλα αυτά να προσφέρει έστω και ψήγματα ανοχής και δικαιολόγησης στην ιμπεριαλιστική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία; Ούτε κατά διάνοια. Είναι όμως αυτές οι μικρές λεπτομέρειες που έρχονται να μας θυμίσουν ότι σε μια ιστορία μπορεί να υπάρχουν μόνο κακοί και κανένας καλός.
Άρης Χατζηστεφάνου – Εφημερίδα των Συντακτών