Νικηφόρος Καλαφάτης* | Jacobin Greece
«Γράφει κανείς από την ανάγκη να επικοινωνήσει και να συνδεθεί με τους άλλους, να καταγγείλει αυτό που προκαλεί πόνο και να μοιραστεί αυτό που προσφέρει ευτυχία. Γράφει ενάντια στη μοναξιά του και στη μοναξιά των άλλων. Γράφει, στην πραγματικότητα, για τους ανθρώπους με τους οποίους ταυτίζεται είτε λόγω τύχης είτε λόγω δυστυχίας—για τους πεινασμένους, τους άγρυπνους, τους επαναστάτες και τους καταφρονεμένους αυτής της γης…»
Eduardo Galeano
Αυτή η σειρά άρθρων επιχειρεί να δημιουργήσει ένα παράθυρο στο κοινό του Jacobin μέσα από το οποίο το τελευταίο θα μπορέσει να δει πως είναι η καθημερινότητα, η κοινωνική και πολιτική κατάσταση, η εμπειρία αυτού που λέγεται ζωή σε μία από τις πιο πολυτάραχες, όμορφες και επαναστατικές περιοχές του πλανήτη: Την Τσιάπας του Μεξικού με συγκεκριμένη επικέντρωση στην πόλη του Σαν Κριστόμπαλ Ντε λας Κάσας.
Ωστόσο, αυτό το παράθυρο δεν προορίζεται για έναν μακρινό θαυμασμό. Αντίθετα, έχει στόχο να φέρει τους αναγνώστες πιο κοντά, να τους προκαλέσει να γνωρίσουν και να ταυτιστούν, να ανακαλύψουν μέσα από τη ζωή και τους αγώνες των Τσιαπανέκων, τις δικές τους ζωές και τους δικούς τους αγώνες.
Και επειδή η ζωή είναι «πολύ μεγάλη» για να χωρέσει σε ένα μόνο συγγραφικό στυλ, αυτά τα άρθρα θα περιλαμβάνουν τα πάντα. Από διαλόγους μέχρι φιλοσοφικά δοκίμια, από σελίδες ημερολογίου μέχρι κοινωνικοπολιτικά σχόλια, από ιστορικά συμβάντα μέχρι προσωπικές ιστορίες. Από απόπειρες λογοτεχνικής συγγραφής μέχρι καθημερινές φωτογραφίες (συνήθως) τραβηγμένες με κάμερα κινητού κάτω του μετρίου. Όλες οι ιστορίες και τα γεγονότα καθώς και η πλειονότητα των προσώπων που θα συναντήσετε στις σελίδες αυτές είναι αληθινά και οι ιστορίες όπως και τα άρθρα μεταξύ τους συνδέονται και αλληλοεξηγούνται.
Στο ιβέντ αντί μνημόσυνου στο Κουκξτιτάλι για το θάνατο του Μαρσέλο Πέρεζ
– «Καλώς τον. Ακόμα εδώ βλέπω. Δεν πήγες πουθενά.
– Αφού ξέρεις, αυτή η πόλη με έχει αιχμαλωτίσει.
– Ξέρω, ξέρω. Έλα. Είναι όλοι εδώ. Αναρχικοί, θρήσκοι, ιθαγενείς. Κλασσικό Σαν Κριστόμπαλ δηλαδή.
– Γι’ αυτό ακριβώς δεν φεύγω. Αυτή είναι η μικρότερη μητρόπολη του κόσμου. Αυτό τώρα ας πούμε είναι μνημόσυνο ή διαδήλωση;»
Γελάει αυθόρμητα και βάζει το δείκτη κάθετα μπροστά από τα χείλη του κάνοντας μου νόημα να μη λέω τέτοια και μου ψιθυρίζει:
– «Και που να μάθεις και τις ιστορίες των γειτονιών της.
– Σ’ακούω.
– Θα σου πω άλλη στιγμή. Έλα να σου γνωρίσω την κοπέλα με τα γυαλιά είναι Insurgente Ζapatista»[1].
Θα σας πω και εγώ γι’ αυτές άλλη στιγμή.

Σελίδα Ημερολογίου – 2 Νοεμβρίου 2024. Ημέρα-ες των Νεκρών
«Πηγαίνουν στους τάφους των δικών τους όλοι μαζί από το πρωί μέχρι το βράδυ, έρχεται και φεύγει κόσμος. Τρώνε και πίνουν και είναι πολλές μπάντες με μουσικούς που δέχονται παραγγελίες. Και βάζουν και πιάτο και ποτό και γλυκό και σε αυτούς που έφυγαν και δεν είναι εδώ αλλά, είναι κιόλας γιατί αυτή τη μέρα επιστρέφουν οι ψυχές τους για να χαρούν όλοι μαζί και να περάσουν χρόνο.
Και κάποιοι πάνε τα βράδια και πίνουν πάνω από τους τάφους συγγενών και φίλων που έχασαν και κοιμούνται κι εκεί και ξυπνάνε το πρωί όλοι μαζί! Ποιοι όλοι; Πως μαζί;
Και παντού όμορφα λουλούδια και κεριά και φωτογραφίες.
Τι πρωτόγνωρο και ανοίκειο συναίσθημα, τα παιδιά να παίζουν κρυφτοκυνηγητό στα νεκροταφεία. Οι μεγάλοι να χαίρονται και να τραγουδούν πάνω από τους τάφους. Μα πως τολμάνε; Να είναι τόσο “ευτυχισμένοι”. Να είναι τόσο “δυνατοί ” σαν να έχουν ξεχάσει και να μην τους νοιάζει. Μα ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Δεν έχουν ξεχάσει και τους νοιάζει πολύ, γι’ αυτό γιορτάζουν. Ο θάνατος δεν είναι κάτι άλλο διαφορετικό από την ζωή.
Εδώ πιστεύουν ότι πεθαίνεις πραγματικά μόνο όταν σε ξεχάσουν».



Μαρσέλο Πέρεζ

Είναι νωρίς τη νύχτα στο μπάριο του Κουκξτιτάλι. Μία πόρτα ανοίγει όσο πιο απότομα μια πόρτα μπορεί να ανοίξει και μια πολύ γρήγορη, δυνατή και κοφτή ανάσα συνοδεύει όλη την σκηνή. Ένας αδερφός ξυπνάει έναν αδερφό.
– «Σήκω, σήκω γρήγορα. Ξύπνα.
–Τι έγινε; τι έγινε;
–Τον βρήκαν νεκρό. Είναι νεκρός. Είναι σίγουρο σου λέω πέθανε. Πάμε έξω όλοι τώρα! Σήκω.
– Ποιος είναι νεκρός; Τι έγινε;
–Ο πάτερ. Μετά την χθεσινή λειτουργία. Τον βρήκαν στο αμάξι του με μία σφαίρα στο κεφάλι».
Ένα διαφορετικό ραντεβού
– «Απόψε θα σου μαγειρέψω.
– Τι θα κάνεις;
– Θα δεις. Μην ανησυχείς θα σου αρέσει. Απλά χρειάζομαι κρεμμύδια. Σε πειράζει να πάμε παρέα;
– Εννοείται πως όχι.
Στον γυρισμό…
–Εγώ αυτόν τον δρόμο δεν τον περνάω ποτέ μόνη μου αλλά τώρα που είσαι εσύ εδώ ήταν ευκαιρία να ψωνίσω λαχανικά.
– Τι εννοείς;
– Ο δρόμος που θα στρίψουμε τώρα είναι «πούντο»[2]. Γεμάτος ναρκοτραφικάντες».
Τώρα έβγαζε νόημα το πρόσωπο του κοριτσιού όταν ζητούσε με έκφραση απόγνωσης από το αγόρι να περπατήσει μαζί της.
Απολαμβάνουν τα θεσπέσια μπουρίτος της Τσιαπανέκας. Το σπίτι είναι ισόγειο και δεν έχει απορροφητήρα. Το αγόρι ενώ ετοιμάζονται για ύπνο ανοίγει το παράθυρο του δωματίου καθώς η μυρωδιά του κρέατος είναι ακόμα στην ατμόσφαιρα. Και επειδή τον τρώει η περιέργεια παραμερίζει τις μαύρες κουρτίνες που το καλύπτουν και κοιτάει έξω πέρα από τα προστατευτικά σίδερα τον άδειο δρόμο.
Η κοπέλα μπαίνοντας στο υπνοδωμάτιο σταματάει απότομα τον βηματισμό της και με φωνή έκπληξης και τρόμου του φωνάζει:
– «Τι κάνεις; Έχεις τρελαθεί τελείως; Εδώ δεν το κάνουμε αυτό.
– Μυρίζει ακόμα το κρέας.
– Κλείσε το παράθυρο! Τώρα.
– Μα για να μπει λίγος αέρας.
– Κλείσε το παράθυρο μην μπει κρύος αέρας και σφαίρες! Έτσι μια κοπέλα κοιτούσε σε αυτή τη γειτονιά πριν λίγους μήνες. Και επειδή απλά κοίταξε και τους είδε, την σκότωσαν».

Χαρές και πυρο-τεχνήματα/βολισμοί
Ν: –Τρομερό αυτό που στο Μεξικό γιορτάζεται και γλεντάτε τα πάντα. Κάθε μέρα και άλλη φιέστα. Τόσος χορός και πυροτεχνήματα και κρότοι όλη την ώρα. Όταν πρωτοήρθα εδώ, λόγω και των όσων είχα ακούσει, νόμιζα ότι ήταν πυροβολισμοί αλλά εν τέλει είναι γιορτές.
Σ: – Ναι, συνήθως ναι. Μας αρέσουν πολύ οι γιορτές και τα πυροτεχνήματα. Ίσως να είναι και ο τρόπος μας να διαχειριζόμαστε την φτώχεια, τον φόβο, τον πόνο. Καμία φορά βέβαια, είναι και πυροβολισμοί.
Δύο νύχτες αργότερα προς το τέλος της βάρδιας με διάθεση παιχνιδιού πηγαίνω προς το μέρος του Σάλβα να τον πειράξω με αυτό που (νομίζω ότι) άκουσα:
Ν: – Άκου πάλι μπαμ μπουμ. Η σημερινή φιέστα ξεκίνησε. Άντε να κλείσουμε γρήγορα να πάμε να προλάβουμε τον χορό. Θέλω να εξασκηθώ στην Κούμπια[3].
Σ: – Νικηφόρε…
Ν: – Τι; Ξέρω προτιμάς την Σάλσα εσύ. Πάμε να μου δείξεις.
Σ: – Αυτό δεν ήταν πυροτέχνημα.
Ν: – Τι ήταν;
Κάνει το σήμα του όπλου με τα χέρια του κι εγώ παγώνω καθώς είναι η πρώτη μου φορά. Εκείνος νομίζει ότι με καθησυχάζει λέγοντάς μου:
Σ: – Μην ανησυχείς μετά από λίγο καιρό θα μάθεις να τους ξεχωρίζεις εμπειρικά.
Πράγματι.
Κουλτούρα, Ζωή και Πόλεμος των Καρτέλ
– «Τι σου αρέσει τόσο και έχεις έρθει και μένεις εδώ τόσα χρόνια;
– Φαντάζομαι εννοείς πέρα από τη σύγχρονη πολιτική ιστορία, τα κινήματα της περιοχής και τους Ζαπατίστας[4]. Γι’ αυτούς πρέπει να γράψεις Νικηφόρε. Ο κόσμος πρέπει να μάθει γι’ αυτούς περισσότερα.
– Θα γράψω μην ανησυχείς. Εσύ δεν είσαι όμως Ζαπατίστα οπότε γιατί είσαι εδώ;
– Η ζωή και η κουλτούρα. Αρχικά, έχουν τελείως άλλη σύνδεση με την γη και την φύση σε σχέση με τους δυτικούς. Επιπλέον, λόγω πλήρης έλλειψης εμπιστοσύνης στο κράτος, διαφθορά της αστυνομίας, έλλειψη «πειθαρχίας στους κανόνες» και λόγω της συλλογικής τους κουλτούρας και της σύγχρονης ιστορίας τους οι άνθρωποι ζουν πιο ανθρώπινα.
– Δηλαδή;
– Νοιάζονται. Ασχολούνται. Προσέχουν ο ένας τον άλλο. Οργανώνονται. Παλεύουν. Και όλα αυτά τόσο μεταξύ τους όσο και ως προς την γη και την φύση. Αυτό νόμιζα ότι εννοείς και εσύ που λες όλη την ώρα ότι «εδώ οι άνθρωποι έχουν ψυχή».
– Ναι. Αυτό εννοώ. Αλλά ο πόλεμος των καρτέλ και όσα γίνονται δεν σε τρομάζουν;
– Σαφέστατα και με τρομάζουν αλλά μην μπερδεύεσαι με τη φράση «πόλεμος των καρτέλ». Το ίδιο σύστημα είναι απλά σε μία άλλη αγορά και διαθέτει άλλα μέσα και μεθόδους ώστε να επιβάλει τις απαιτήσεις του. Ενώ ταυτόχρονα βοηθάει στην αποπολιτικοποίηση κάθε αγώνα. Είναι τα ίδια άτομα που παίρνουν τις αποφάσεις.
– Τι εννοείς;
– Είναι τα ίδια άτομα με την ίδια πολιτική. Απλά τα καρτέλ συνήθως κάνουν τη δουλειά που ντρέπεται να κάνει το κράτος. Τι δεν καταλαβαίνεις; Από το «ο πόλεμος των καρτέλ εκτόπισε ολόκληρα χωριά και δολοφόνησε εκατοντάδες ανθρώπους», Ω, ΤΙ ΣΥΜΠΤΩΣΗ, ακριβώς στα μέρη που ήθελαν να περάσουν το νέο μέγκα-πρότζεκτ «Train Maya». Μέχρι τον θάνατο του πάτερ Μαρσέλο Πέρεζ που μιλούσε κατά της βίας και υπέρ της ειρήνης, για την χειραφέτηση των ιθαγενών και των ανθρώπων γενικότερα, την κοινοτική και συλλογική κουλτούρα κ.α., αλλά τον έφαγαν «τα Καρτέλ των ναρκωτικών». Δεν είναι τυχαίο που οι Ζαπατίστας όταν χρησιμοποιούν τον όρο «Καρτέλ» αναφέρονται σε πολιτική και οικονομική εξουσία («μη οργανωμένο έγκλημα» όπως το λένε) και στα καρτέλ των ναρκωτικών (οργανωμένο έγκλημα) ταυτόχρονα».
Ο Δον [5] Χουάν δεν μπορεί να γίνει Δον Παντελής Χουάν. Δεν του το επιτρέπουν τα βουνά.
Μιλούσε και μπορούσες να δεις όλο του το σώμα να ανατριχιάζει. Η φωνή του κοβόταν από την ένταση κάθε φορά που τελείωνε τη δημιουργία μίας εικόνας. Μας έδειχνε τα βουνά και μας έλεγε
Αυτά τα βουνά είναι γεμάτα αντάρτες και αντάρτισσες. Γεμάτα ανθρώπους που είπαν “Ya basta”[6] και επαναστάτησαν. Ανθρώπους που αποφάσισαν να ζουν αλλιώς και αυτό το αλλιώς το δημιούργησαν με τα χέρια τους. Γεμάτα ανθρώπους που πάνε στο χωράφι με το όπλο τους μαζί και είναι πάντα έτοιμοι να υπερασπιστούν τα πιστεύω, την γη και τον τρόπο ζωής τους. Ανθρώπους που αποδεικνύουν καθημερινά ότι, ναι, άλλοι κόσμοι είναι δυνατοί.
Αυτοί είναι ο λόγος που μπορούμε να καθόμαστε εδώ σήμερα και να έχουμε αυτή την συζήτηση. Αυτοί μας προστατεύουν. Όχι μόνο υλικά επειδή λόγω της ύπαρξής τους δεν είναι τόσο επικίνδυνα αλλά και πνευματικά και διανοητικά. Προστατεύουν το μυαλό και τη φαντασία μας. Εγώ είμαι 80 χρονών γέρος αλλά πως να πω πως τίποτα δεν θα αλλάξει, πως ο κόσμος έτσι είναι, πως κοιτάξτε την δουλειά σας όταν υπάρχουν τριγύρω οι Ζαπατίστας; Δεν τολμάω. Ντρέπομαι. Τα βουνά με κοιτάνε. Κάθε φορά που τα κοιτάω με ρωτάνε για τα ιδανικά, τα πιστεύω μου και την προάσπιση τους.

Μεξικό, Ελλάδα, ουδετερότητα;
– «Είδα τον Φάμπιο προχθές και τα είπαμε.
– Πώς είναι;
– Μια χαρά. Λέγαμε για το Σαν Κριστομπάλ και γιατί έχω κάτσει εδώ και του έλεγα ότι μου θυμίζει μητρόπολη ενώ είναι στο μέγεθος της πόλης που μεγάλωσα αλλά αυτό είναι η μισή αλήθεια.
– Ναι το ξέρω. Είναι και ότι νιώθεις σαν το σπίτι σου στο Μεξικό γιατί « όπως στην Ελλάδα τρώτε συνέχεια κάτι σαν πίτα με σως, κρέας και λαχανικά, έχετε παντού περίπτερα, είστε γλεντζέδες, ανοιχτόκαρδοι, συναισθηματικοί. Ακούτε πολύ έγχορδα και έχετε πολύ συλλογική κουλτούρα και η πολιτική εξουσία σας είναι πλήρως διεφθαρμένη» και κάτι άλλο για την ιστορία που όποτε το λες γελάς αλαζονικά. Καλά τα λέω;»
Γελάω δυνατά γιατί καλά τα λέει και προσθέτω
– «Ότι έχετε παράξει όση ιστορία όση όλη η υπόλοιπη ήπειρος την οποία ούτε την ξέρετε και ούτε ξέρετε τι να την κάνετε. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.
– Τι άλλο είναι;
– Μπορώ να σου εξομολογηθώ;
– Όχι, λογικά θα το πω… αλλά νιώθω ότι θα το κάνεις έτσι και αλλιώς.
– Δεν ξέρω ακριβώς πως να το εξηγήσω αλλά η ζωή εδώ μοιάζει πιο αληθινή, λιγότερο αποστειρωμένη, πιο έντονη. Από το να περπατήσω αργά το βράδυ και για ποιόν και γιατί θα το κάνω, από το τι θα πω δημόσια και πως θα πράξω. Όλα έχουν άλλη βαρύτητα. Από τα σύμβολα της αριστεράς και των Ζαπατίστας στο δρόμο και στα μαγαζιά λες και είναι αυτονόητα, και τα κέντρα κουλτούρας με τα συνεχή ιβέντς μέχρι τα βουνά γεμάτα αντάρτες που σε καλούν να πάρεις θέση. Είναι όλα πιο αληθινά. Καταλαβαίνεις καθόλου τι λέω;
– Ναι. Εδώ δεν υπάρχει ουδετερότητα. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο παίρνεις θέση.
– Πουθενά δεν υπάρχει ουδετερότητα. Απλά εδώ δεν προσποιείστε ότι υπάρχει. Ίσως βέβαια και να κάνω λάθος και να ισχύει μόνο για εμάς τους θεωρητικά πιο πολιτικοποιημένους.
– Μαλακίες που κάνεις λάθος. Και τα λούμπεν φτωχόπαιδα παίρνουν θέση εδώ. Είναι στη συνέλευση της γειτονιάς ή όχι; Και αν ναι τι λένε και τι κάνουν; Είναι με τα καρτέλ; Μοτονέτος[7] και Σικάριος[8] ή πωλητές και εργάτες»;
Από τα βουνά του Νοτιοανατολικού Μεξικού

[1] Αντάρτισσα Ζαπατίστα. Ωστόσο ο τίτλος υποδεικνύει και έναν συγκεκριμένο ρόλο στον τρόπο οργάνωσης και την ιεραρχία των Ζαπατίστας που είναι αυτός του ενεργού στρατιώτη στον EZLN (Στρατός των Ζαπατίστα για την Εθνική Απελευθέρωση)
[2] Πούντο: όρος που χρησιμοποιείται σε όλη τη λατινική Αμερική για να υποδηλώσει μέρη που μπορείς να βρεις ναρκωτικά, όπου είναι μαζεμένοι οι διακινητές και συνήθως είναι πολύ επικίνδυνα. Η ακριβής-κυριολεκτική μετάφραση της λέξης είναι «σημείο» ή «τελεία».
[3] Είδος χορού στη Λατινική Αμερική. Παρόμοια με την Σάλσα
[4] Για όποι@ γνωρίζει γαλλικά ή αγγλικά εδώ είναι μια εξαιρετική σειρά άρθρων τα οποία πραγματεύονται τον Ζαπατίσμο από πολλές διαφορετικές απόψεις: Άρθρα για τους Ζαπατίστας. Επίσης υπάρχουν στα ελληνικά διάφορα ενδιαφέροντα βιβλία τόσο των ίδιων των Ζαπατίστας όπως του Subcomandante Marcos αλλά και ερευνητών Ελλήνων και Ξένων όπως πχ. Του Λεωνίδα Οικονομάκη.
Επίσης μπορείτε πάντοτε να ενημερωθείτε από το επίσημο σάιτ των Ζαπατίστας και να διαβάσετε εκεί τις επικοινωνίες τους, όπως αποκαλούνται οι δημόσιες τοποθετήσεις τους που είναι μεταφρασμένες και στα ελληνικά.
[5] Δον = Κύριος
[6] Η φράση “¡Ya Basta!” σημαίνει στα ισπανικά “Φτάνει πια!” ή “Αρκετά!”. Έχει τεράστια σημασία στο ζαπατιστικό κίνημα και γενικότερα στην ιστορία της αντίστασης στη Λατινική Αμερική, καθώς συμπυκνώνει την απαίτηση για τερματισμό της καταπίεσης, της ανισότητας και της αδικίας.
[7] Πιτσιρικάδες από 15 εώς συνήθως 22 ετών συνδεδεμένοι με τα καρτέλ. Κυκλοφορούν με όπλα σε μηχανάκια δικάβαλα όταν πέφτει ο ήλιος. Όταν εντοπίσουν ένα πιθανό θύμα (χωρίς κανένα ιδιαίτερο κριτήριο) ο πίσω κατεβαίνει και βάζει ένα όπλο στα πλευρά του θύματος. Του κάνει σωματικό έλεγχο αεροδρομίου, την ταχύτητα του οποίου βοηθάει η κατανάλωση κόκας που συνήθως έχει προηγηθεί και του παίρνει ότι έχει πάνω του, ξανανεβαίνει στο μηχανάκι και φεύγουν, μέχρι το επόμενο.
[8] Οι πληρωμένοι εκτελεστές/δολοφόνοι των Καρτέλ.
* Ο Νικηφόρος Καλαφάτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Σπούδασε Διοικητική Επιστήμη και Τεχνολογία στο Ο.Π.Α. (πρώην ΑΣΣΟΕ) με πτυχιακή στην «Ηθική και Φιλοσοφία της Τεχνολογίας». Ξεκίνησε να εργάζεται στον κόσμο των επιχειρήσεων και ταυτόχρονα συνέχισε τις σπουδές του σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο στην Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο KU LEUVEN με κατεύθυνση πολιτική φιλοσοφία και πτυχιακή στην «Πολιτική Οντολογία της Αναρχίας». Έχει συμμετάσχει σε δεκάδες εθελοντικά και πολιτικά πρότζεκτ. Από δάσκαλος αγγλικών στο Βιετνάμ και βοηθός νοσοκόμου στη Βιρμανία μέχρι ομιλίες με στόχο την κοινωνική ευαισθητοποίηση σε σχολεία στο Βουκουρέστι και αρχισυντάκτης στο ακαδημαϊκό περιοδικό του τμήματος φιλοσoφικής του KU Leuven. Αυτή τη στιγμή ζει, εργάζεται και στηρίζει την κοινότητα Junax στο Σαν Κριστόμπαλ Ντε λας Κασας στην Τσιάπας του Μεξικού που έχει ως στόχο την υποστήριξη του Ζαπατίστικου κινήματος και των κοινοτήτων των ιθαγενών της περιοχής.