Η παράταξη του Φιγιόν, την οποία επισήμως υποστήριξε η Νέα Δημοκρατία στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, υπέστη ιστορική πανωλεθρία αφού για πρώτη φορά μετά το 1958 δεν πέρασε στο δεύτερο γύρο της αναμέτρησης.
Ο Κ.Μητσοτάκης, ακολουθώντας το παράδειγμα του αντιπροέδρου του κόμματος Άδωνη Γεωργιαδη, ο οποίος μπορεί μέσα σε δευτερόλεπτα να αλλάζει τους πολιτικούς που υποστηρίζει, έριξε το βάρος του στον Μακρόν.
Η μεταστροφή φαντάζει προφανής, δεδομένων των συνθηκών. Άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει ανοιχτά τον πρώην τραπεζίτη των Ρότσιλντ, Εμανούελ Μακρόν – κάτι που απέφυγε να κάνει ο αριστερός υποψήφιος Μελανσόν στην ομιλία του αμέσως μετά τις εκλογές.
Αριστερή στάση ευθύνης από το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας. Δεδομένη η τεράστια αντίθεσή του με Μακρόν, καλεί σε καταψήφιση της Λεπέν
— Rania Svigkou (@rania_sv) April 23, 2017
Στην περίπτωση της ΝΔ, όμως, τα πράγματα είναι ελαφρώς πιο σύνθετα.
Στο παρελθόν, στελέχη της ΝΔ που σήμερα πλαισιώνουν ιδεολογικά τον αντιπρόεδρο του κόμματος, όπως ο Μάκης Βορίδης, είχαν στενές σχέσεις με τον φασίστα ιδρυτή του Εθνικού Μετώπου Ζαν Μαρί Λεπέν, συμμετέχοντας και σε συνέδρια του κόμματός του.
Την εποχή εκείνη το Εθνικό Μέτωπο εξέφραζε την πιο ακραία εκδοχή του θατσερικού νεοφιλελευθερισμού, την οποία ασπάζεται και σήμερα η Νέα Δημοκρατία. Για τον Λεπέν η στάση αυτή αποτελούσε και ένας είδος αντίστασης σε αυτό που χαρακτήριζε “κρατισμό” του γαλλικού πολιτικού κατεστημένου ενώ του προσέφερε πρόσβαση στα μικροαστικά στρώματα κατοίκων της Νότιας Γαλλίας τα οποία είχαν επιστρέψει στη χώρα από την πρώην αποικία της Αλγερίας.
Όταν η Λεπέν ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος και απομάκρυνε τον πατέρα της, «στρογγύλεψε» τα αντισημιτικά ξεσπάσματα – όπως έκανε και ο Γεωργιάδης ζητώντας συγγνώμη για την προώθηση των αρνητών του ολοκαυτώματος. Όπως έχουμε δείξει σε παλαιότερο κείμενο (Μαρίν Λεπέν: Η αριστερή «συνιστώσα» της ΝΔ), σε αυτή τη φάση αρκετές από τις θέσεις του Εθνικού Μετώπου για πολιτικά, εθνικά, θρησκευτικά και κοινωνικά ζητήματα ήταν ίδιες ή και πιο μετριοπαθείς από αυτές της Νέας Δημοκρατίας.
Η Μαρίν Λεπέν,όμως, άλλαξε δραστικά την πολιτική (ή έστω την ρητορική) του κόμματος στα οικονομικά ζητήματα επιχειρώντας να κερδίσει εκλογικά από την αγανάκτηση λαϊκών στρωμάτων που ασφυκτιούσαν από την οικονομική παγκοσμιοποίηση και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ΕΕ. Η γαλλική αριστερά της χάρισε ουσιαστικά αυτό το χώρο παραμένοντας προσκολλημένη στο ΕΕυρωπαϊκό «ιδεώδες» των τραπεζιτών της Φρανκφούρτης.
Παράλληλα η Λεπέν εκπροσώπησε και σημαντικά τμήματα της αστικής τάξης τα οποία ασφυκτιούν στο πλαίσιο της ευρωζώνης, η οποία διαλύει τη γαλλική ανταγωνιστικότητα προσφέροντας όλα τα πλεονάσματα στο Βερολίνο.
Η ΝΔ δεν θα μπορούσε να ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι αφού στην Ελλάδα η παρασιτική αστική τάξη, την οποία εκπροσωπεί, δεν ενδιαφέρεται για την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας και αρκείται να επιβιώνει από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των ισχυρών της ΕΕ. Ενώ λοιπόν αρκετά στελέχη του κόμματος βρίσκονται πολύ πιο κοντά στα καίρια κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, που χαρακτηρίζουν την ταυτότητα του Εθνικού Μετώπου, σε οικονομικό επίπεδο έπρεπε να ταχθούν με τον τραπεζίτη Μακρόν.
Άρης Χατζηστεφάνου