της Μαρίνας Μεϊντάνη
Πηγή: ΠΡΙΝ
Απέναντι στη φρίκη του πολέμου, τον παραλογισμό και το παράλογό του, τις εικόνες και τις ιστορίες που μας έχουν στοιχειώσει τους τελευταίους μήνες, τις γεωστρατηγικές προοπτικές μιας περιοχής που σήμερα πλημμυρίζει με αίμα αθώων, γινόμαστε μάρτυρες ως θεατές της γενοκτονίας ενός λαού που εκτυλίσσεται ζωντανά μπροστά στα μάτια μας.
Γινόμαστε μάρτυρες της Μεγάλης Μετάβασης στη νέα περίπλοκη εποχή μέσα από τις οθόνες των υπολογιστών μας, που είναι σίγουρο ότι αύριο – αν δεν το κάνει ήδη – θα στοιχειώσει και το δικό μας μέλλον.
Όμως, αυτό που συμβαίνει στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη μας αφορά όλους, όχι απλώς για λόγους ανθρωπισμού και διεθνιστικής αλληλεγγύης, αλλά γιατί η Γάζα δείχνει το μέλλον μας. Αυτό που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια είναι μια πλανητική κατάσταση πολιορκίας. Είναι ένας διαρκής πόλεμος του καπιταλισμού κατά κοινωνιών και φύσης, που μοιράζει τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής και ζώνες κερδοφορίας. Που απομυζά με τον ίδιο αποικιοκρατικό τρόπο, πρώτες ύλες και κοινά αγαθά, εκμεταλλεύεται τον κόσμο της εργασίας, καταστρέφει το περιβάλλον, καταστέλλει όποιον αντιστέκεται και μπορεί να καταστρέψει τα πάντα, αν πρόκειται να διατηρήσει την κυριαρχία του και να κερδίζει όλο και περισσότερο με όλο και λιγότερο κόστος.
Ο πόλεμος είναι παγκόσμιος και αποτελεί ένα αόρατο νήμα που συνδέει την Παλαιστίνη με τη μοίρα του Τζούλιαν Ασάνζ, με την ασύμμετρη καταστολή στα μητροπολιτικά κέντρα της Δύσης. Είναι ο «πόλεμος» με όλα τα μέσα στην άλλη άποψη που δεν ταιριάζει ή δεν συμφωνεί με τα σχέδια αυτής της παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής ηγεμονίας.
Παρά δε τη μηχανή προπαγάνδας του Ισραήλ και τη συνενοχή της Δύσης και των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης σε αυτήν, οι ισραηλινές προσεγγίσεις απέτυχαν να ποδηγετήσουν σε ολοκληρωτικό βαθμό τη διεθνή κοινή γνώμη να αποδεχθεί τις μαζικές θηριωδίες που διαπράττονται εναντίον των Παλαιστινίων.
Παλαιστίνη: Σφαγές του Ισραήλ με σφαίρες και προπαγάνδα
Λέγεται συχνά ότι σε κάθε πόλεμο το πρώτο μέτωπο είναι η ενημέρωση και το πρώτο θύμα η αλήθεια. Στον πόλεμο της Παλαιστίνης, όμως, θύματα υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι. Από την 7η Οκτωβρίου, οι δημοσιογράφοι και τα μέσα ενημέρωσης σε όλη την περιοχή αντιμετώπισαν ένα εχθρικό περιβάλλον που έκανε το ρεπορτάζ τους όχι απλώς εξαιρετικά δύσκολο, αλλά στην κυριολεξία ζήτημα ζωής και θανάτου.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ), της 24ης Ιουνίου 2024, οι προκαταρκτικές έρευνες της CPJ έδειξαν ότι τουλάχιστον 108 δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης ήταν μεταξύ των 38.000 και πλέον νεκρών από την έναρξη του πολέμου. Πρόκειται για 103 Παλαιστίνιους, δύο Ισραηλινούς και τρεις Λιβανέζους, γεγονός που καθιστά τoν πόλεμο αυτό τον πιο θανατηφόρο για τους δημοσιογράφους, από το 1992, τότε που η CPJ άρχισε να συλλέγει δεδομένα, και με τον μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων δημοσιογράφων από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε έξι χρόνια.
Σύμφωνα δε με το Gaza Media Office, ο παραπάνω αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος και ξεπερνά τους 150. Επίσης, ο επικεφαλής του Συνδικάτου Παλαιστινίων Δημοσιογράφων, Νάσερ Αμπού Μπάκερ, επιβεβαίωσε ότι η ισραηλινή κατοχή έχει σκοτώσει το 10% των δημοσιογράφων της Γάζας, σε μια προσπάθεια να τους εμποδίσει να μεταφέρουν την αλήθεια για το τι συμβαίνει εκεί.
Δημοσιογράφοι στοχοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της εργασίας τους από τις ισραηλινές δυνάμεις και στα δύο παλαιστινιακά εδάφη – τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη – με πολυάριθμες επιθέσεις, απειλές, κυβερνοεπιθέσεις και λογοκρισία. Πολλοί δήλωσαν ότι έγιναν εσκεμμένα στόχος του ισραηλινού στρατού, προσθέτοντας ότι φοβούνται να φορέσουν τα γιλέκα και τα κράνη με την ένδειξη «Press».
Οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι, ωστόσο, συνεχίζουν να κάνουν ρεπορτάζ παράλληλα με τον καθημερινό αγώνα τους για επιβίωση. Γνωρίζοντας ότι διαδραματίζουν έναν ιστορικά κρίσιμο ρόλο στη σύγχρονη έρευνα και στη διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων για εγκλήματα πολέμου σε γενοκτονίες και άλλες φρικαλεότητες. Όσο οδυνηρές κι αν είναι οι πληροφορίες που έρχονται από τη Γάζα, είναι πιθανό να είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου λόγω των στοιχείων που είναι θαμμένα κάτω από βουνά ερειπίων σε κονιορτοποιημένες γειτονιές, όπως αναφέρουν σε ψήφισμά τους ανεξάρτητοι δημοσιογραφικοί οργανισμοί. Είναι αυτές οι μαρτυρίες, καθώς και των απλών ανθρώπων που με ένα κινητό στο χέρι και ελάχιστα μέσα υπό δύσκολες συνθήκες, αποδομούν σχεδόν από την πρώτη ημέρα την καλογρασαρισμένη επίσημη ισραηλινή προπαγάνδα.
Φυσικά, η χρήση της προπαγάνδας σε καταστάσεις πολέμου και συγκρούσεων δεν είναι κάτι καινούργιο, η ρίζα της βρίσκεται στη δομική ουσία του πολέμου. Αποτελεί το αφήγημα της μιας και της άλλης εμπόλεμης πλευράς προκειμένου να πείσει στο εσωτερικό της – και όχι μόνο – να μετέχει και να συστρατευτεί. Η συστηματική, όμως, ανάπτυξη της προπαγάνδας ως πτυχής και εργαλείου του πολεμικού μηχανισμού εξελίχθηκε δυναμικά από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα και ιδίως κατά και μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι κάτι που είδαμε στους τελευταίους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Συρία και, εσχάτως, στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας/ΝΑΤΟ.
Η επίθεση της Χαμάς και των άλλων αντιστασιακών παλαιστινιακών οργανώσεων και η μετέπειτα ασύμμετρη απάντηση του Ισραήλ αλλάζει προς το παρόν τα δεδομένα ή φέρνει νέα δεδομένα στον σχεδιασμό αυτό. Αμέσως μετά την 7η Οκτωβρίου, από τα δυτικά κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης ζητούνταν ακόμη και από Παλαιστίνιους δημόσιους και πολιτικούς παράγοντες, να την καταδικάσουν.
Το συγκεκριμένο «γεγονός» είχε αποσυνδεθεί από τις μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες των αδικιών που κληρονομήθηκαν από το παρελθόν. Η κυρίαρχη στη Δύση αφήγηση διαμορφώθηκε με βάση την παραδοχή πως όλα ξεκίνησαν την 7η Οκτωβρίου. Παράλληλα, επιχειρείται συστηματικά και εντέχνως η ταύτιση του αντισιωνισμού με τον αντισημιτισμό – με δεδομένη την ευαισθησία της Δύσης στον δεύτερο – σε μία προσπάθεια στοχοποίησης της όποιας κριτικής κατά του Ισραήλ. Και βεβαίως, υπήρξε ένα μπαράζ λογοκρισίας και αλλοίωσης της πραγματικότητας, όχι μόνο της άλλης άποψης, αλλά ακόμη και των μαρτυριών και εικόνων της τραγωδίας που μεταφέρεται από το εσωτερικό της Γάζας.
Στόχος η δυσφήμιση, η απανθρωποποίηση και η δαιμονοποίηση των Παλαιστινίων
Η δυσφήμιση, η απανθρωποποίηση και η δαιμονοποίηση του εχθρού, ιδιαίτερα μέσω της χρήσης της γλώσσας, καθώς και η πολιτικοποίηση της θυματοποίησης, χρησιμοποιήθηκαν ως τα δύο αλληλο-ενισχυτικά στοιχεία της ισραηλινής προπαγάνδας. Δεν είναι, όμως, μόνο τα κυρίαρχα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Πολιτικοί, διπλωματικοί, οικονομικοί παράγοντες ουσιαστικά θέτουν τις βάσεις εκφοράς του λόγου, ο οποίος στη συνέχεια υιοθετείται και αλληλοτροφοδοτείται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ.
Ως πολεμικό όπλο, η ισραηλινή προπαγάνδα έχει χρησιμοποιηθεί για την οικοδόμηση της διεθνούς κοινής γνώμης, τόσο ιστορικά όσο και με αφορμή τα τελευταία γεγονότα, προκειμένου να νομιμοποιηθεί η ισραηλινή αποικιοκρατία, όπως και η διάπραξη μαζικών θηριωδιών, συμπεριλαμβανομένης της γενοκτονίας, της οποίας όλοι και όλες είμαστε σήμερα μάρτυρες. Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για να περιγραφεί η επίθεση των Παλαιστινίων και να αποδοθεί αποκλειστικά και μόνο στη Χαμάς, στόχευε στην απανθρωποποίηση και τη δαιμονοποίηση των Παλαιστινίων.
Αυτή η μέθοδος είναι αποκαλυπτική για το πώς η προπαγάνδα χρησιμοποιείται ως πολεμικό όπλο. Οι «αφηγήσεις πολέμου» κατασκευάζουν επίσης το ποιος γίνεται αντιληπτός ως το «θύμα» της βίας, χρησιμοποιώντας συχνά τη θυματοποίηση ως πολιτικό εργαλείο για να απαλλάξουν «εμάς» – τους «καλούς» – από κάθε ευθύνη για τη βία και να τη μεταθέσουν εξ ολοκλήρου στον «άλλο», τον «εχθρό». Αυτή η ψευδής διχοτόμηση της αποκλειστικής κατηγοριοποίησης είτε ως «θύματος» είτε ως «θύτη» παραβλέπει ωστόσο την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας του πολέμου, όπου τα δεδομένα είναι συχνά αλληλένδετα.
Παραβλέπεται, λοιπόν, ότι οι Παλαιστίνιοι είναι θύματα του σιωνιστικού και ισραηλινού εποικισμού, της εθνοκάθαρσης, του απαρτχάιντ και της σημερινής γενοκτονίας. Επίσης, αποσιωπάται ότι οι Παλαιστίνιοι έχουν εμπλακεί σε μακροχρόνια μη βίαιη αντίσταση, συμπεριλαμβανομένης της λαϊκής αντίστασης, της πολιτικής ανυπακοής, των κινημάτων μποϊκοτάζ, της διεθνοποίησης της παλαιστινιακής υπόθεσης και της συμμετοχής σε διμερείς διαπραγματεύσεις. Στρατηγικές οι οποίες υπονομεύτηκαν από το Ισραήλ, επιπλέον με την εκλογή όλο και πιο ακροδεξιών κυβερνήσεων που έχουν καταστήσει σαφές ότι το Ισραήλ θα συνεχίσει την κατοχή και τον εποικισμό.
Με τα «όπλα» των ναζί στη διάρκεια του Ολοκαυτώματος…
Οι «τρεις επιλογές» που παρείχε στους Παλαιστίνιους ο Ισραηλινός Υπουργός Οικονομικών είναι αποκαλυπτικές και φρικιαστικές: Πρώτον, έξοδο από την Παλαιστίνη, που ισοδυναμεί με παράνομη μεταφορά και εκτόπιση. Δεύτερον, δολοφονία από Ισραηλινούς, που ισοδυναμεί με δολοφονία και εξόντωση (γενοκτονία). Τρίτον, παραμονή σε καθεστώς απαρτχάιντ, διώξεις και σύγχρονη σκλαβιά.
Όλες αυτές οι επιλογές ισοδυναμούν με εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ή/και γενοκτονία. Παρ’ όλα αυτά, όχι μόνο δεν αφήνεται περιθώριο στην αναγνώριση του δικαιώματος αντίστασης στους Παλαιστίνιους. Αντίθετα δαιμονοποιούνται από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης όταν καταφεύγουν σε ένοπλο αγώνα – δικαίωμα κατοχυρωμένο από το διεθνές δίκαιο.
Και όχι μόνο αυτό. Ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ, Γιόαβ Γκάλαντ, έχει χαρακτηρίσει τους Παλαιστίνιους στη Γάζα «ανθρώπινα ζώα». Ο αντιδήμαρχος της Ιερουσαλήμ χρησιμοποίησε τον όρο «υπάνθρωποι». Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου ονόμασε τα παιδιά των Παλαιστινίων «παιδιά του σκότους» και τα συνέκρινε με τα «παιδιά του φωτός» του Ισραήλ, ενώ ο πρόεδρος Ισαάκ Χέρτζογκ διακήρυξε ότι «δεν υπάρχουν αθώοι πολίτες στη Γάζα».
Τα δυτικά κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης αποδεικνύονται συνένοχα, υιοθετώντας αυτή την στρατηγική. Η απανθρωποποίηση των Παλαιστινίων μέσω της μη διαλεκτικής προσέγγισης των γεγονότων νομιμοποιεί, έτσι, τη διπλή χρήση όρων για τους μεν και δε. Για παράδειγμα: Οι απώλειες αμάχων Παλαιστινίων αποκαλούνται «παράπλευρες ζημιές», είναι όμως «θάνατοι αμάχων» όταν πρόκειται για Ισραηλινούς. Η δολοφονία Παλαιστινίων γυναικών και παιδιών δικαιολογείται με την επίκληση της έννοιας των «ανθρώπινων ασπίδων», η οποία δεν χρησιμοποιείται για τους Ισραηλινούς. Επίσης, οι Ισραηλινοί περιγράφονται ως «όμηροι» ενώ οι Παλαιστίνιοι είναι «αιχμάλωτοι».
Πέρα, όμως, από τη χρήση της γλώσσας και της αφήγησης, η χρήση της προπαγάνδας του Ισραήλ μπορεί να φανεί μέσα από μια σειρά από παραδείγματα ψευδών ειδήσεων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση, αμέσως μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, όπου ισραηλινά και δυτικά ΜΜΕ μετέδωσαν ότι οι δράστες αποκεφάλισαν μωρά. Πρόκειται για ισχυρισμούς που γρήγορα καταρρίφθηκαν, ωστόσο ακόμη και σήμερα υπάρχουν κάποιοι που τους επικαλούνται.
Η χρήση απανθρωπιστικής γλώσσας, ο έλεγχος περιεχομένου στο διαδίκτυο και η διάδοση ψεύτικων ειδήσεων έχει σοβαρές συνέπειες, καθώς κατευθύνει τη διεθνή κοινή γνώμη να αποδεχθεί μαζικές φρικαλεότητες, συμπεριλαμβανομένης της γενοκτονίας. Αυτά τα μοτίβα έχουν παρατηρηθεί σε όλη την πρόσφατη ιστορία. Τραγική ειρωνεία, το πιο γνωστό παράδειγμα παραμένει το Ολοκαύτωμα, όπου οι στοχευμένες ομάδες, ιδιαίτερα οι Εβραίοι, περιγράφονταν υποτιμητικά ως «κακοί», και «παράσιτα», ενώ συγκρίνονταν με ζώα.
Στο σήμερα στο πλαίσιο της θυματοποίησης, το Ισραήλ εκμεταλλεύτηκε τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν κατά των Εβραίων στο Ολοκαύτωμα για να δημιουργήσει την εικόνα του αιώνιου θύματος, που του επιτρέπει να διαπράξει μαζικές φρικαλεότητες ατιμώρητα και χωρίς ευθύνη.