Θανάσης Σκαμνάκης
Πηγή: kommon.gr
Δυο ταινίες που παίζονται αυτές τις ημέρες στους κινηματογράφους και συνιστούν μια λίγο-πολύ ενιαία ιστορία της εποχής μας.
Θέλω να κάνω μια παραλληλία που μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται αταίριαστη. Η καλή τύχη έκανε να δω δυο ταινίες στη σειρά, τη μια μέρα την μία και την επόμενη την άλλη. Πρώτα το “Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ”, του Κεν Λόουτς κι έπειτα το “Σνόουντεν”, του Όλιβερ Στόουν. Και σε συνδυασμό με τις πολύημερες συζητήσεις για το αποτέλεσμα των αμερικάνικων εκλογών, ήρθαν κι έκατσαν σαν μια διπλή απάντηση στο ίδιο κρίσιμο ερώτημα.
Το πρώτο, “ο Μπλέικ”, αφορά έναν εργάτη, που υποχρεώνεται από ένα καρδιακό επεισόδιο να βγει από τη δουλειά, και να μπει στο κουβάρι που λέγεται επιδόματα, εργασίας ή ανεργίας, στον κυκεώνα του κρατικού μηχανισμού και των ελέγχων, των επιτροπών και των υπευθύνων, ενός κράτος που ψάχνει τρόπο να βγάλει από τις στατιστικές, αλλά εν τέλει και από τη ζωή, τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο περιθώριο. Στο ίδιο κάδρο εμφανίζονται, μιά ανύπαντρη μητέρα με δύο παιδιά, και το εργατικό Νιούκαστλ, που αναζητεί απάντηση στα ερωτήματα μιας περίεργης εποχής.
Εδώ βρίσκονται αντιμέτωποι οι άνθρωποι της εργατικής τάξης με τον προσωπικό και εν τέλει απρόσωπο κρατικό μηχανισμό. Δεν είναι η γραφειοκρατία που μπλοκάρει, δεν είναι η κακή διάθεση και η αρνητική θέληση των υπαλλήλων, είναι η δομή και οι κανονισμοί των κρατικών υπηρεσιών που κάνουν το βίο αβίωτο σε όσους πέσουν στην ανάγκη, εν προκειμένω ο Ντάνιελ Μπλέικ.
Ένας επιφανειακός παραλογισμός, που αντανακλά τον παραλογισμό των γεγονότων και του συστήματος εξουσίας. Που οδηγεί σε απόγνωση τους ανθρώπους.
Η υπάλληλος που δείχνει διάθεση βοήθειας πρέπει να πάρει συνωμοτικά μέτρα προκειμένου να βοηθήσει κι όταν γίνεται αντιληπτή δέχεται αυστηρές παρατηρήσεις, “τους κακομαθαίνεις”, “δημιουργείς κακό προηγούμενο”.
Εδώ δεν είναι η “καθυστερημένη” Ελλάδα, οι “τεμπέληδες” του δημοσίου, η αβάσταχτη γραφειοκρατία. Είναι ένας καλά λαδωμένος κρατικός μηχανισμός, που δεν αφήνει περιθώρια να εισδύσει η αλληλεγγύη και η ανθρώπινη επικοινωνία. Είναι απρόσωπος. Είναι προηγμένος. Και γι’ αυτό αδυσώπητος!
Ο Μπλέικ είναι αποφασισμένος να φτάσει μέχρι το τέλος, και φτάνει μέχρι το τέλος.
Είναι αποφασισμένος επίσης να είναι αλληλέγγυος με τους ανθρώπους της τάξης τους, όχι απλώς να διεκπεραιώσει όπως-όπως την υπόθεσή του, “μη μιλάς γιατί θα γίνεις στόχος”!
Εδώ λοιπόν η εξουθενωμένη και οργισμένη εργατική τάξη, ο “κάτω κόσμος”, παλεύει να σηκωθεί, να δείξει τα δόντια της, να υπάρξει. Ποιοί θα εκφράσουν αυτή την οργή;
Κοιτώντας προσεκτικά, εδώ θα δεις τις πηγές του brexit και των οργισμένων ξεσπασμάτων.
Αυτή είναι η Μεγάλη Βρετανία του 21ου αιώνα, πιο κοντά στον Μάντσεστερ του Έγκελς (τηρουμένων των αναλογιών) και την “Κατάσταση της εργατικής τάξης της Αγγλίας”, και πιο μακρυά από τον Γκυ Σορμάν και τους αναλυτές του London School of Economics.
Από την άλλη, διασχίζοντας τον Ατλαντικό, ο Όλιβερ Στόουν μας πηγαίνει στην καρδιά του κτήνους. Σε μια από τις καρδιές, για την ακρίβεια. Τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Εδώ οι τόνοι και οι ρυθμοί, πραγματικότητας και ταινίας, είναι πιο έντονοι, “ανεβασμένοι”.
Ο Όλιβερ Στόοουν, για άλλη μια φορά, αποπειράται να δείξει τις ουσιαστικές όψεις της γνωστής ιστορίας ενός διάσημου προσώπου.
Ο Έντουαρντ Σνόουντεν δεν είναι η κάτω Αμερική, είναι η μεσαία και πάνω. Χαρισματικός, ιδιοφυής και αφελής. Πιστεύει στην Αμερική, πιστεύει στις μυστικές υπηρεσίες τους και στον αμείλικτο πόλεμο που διεξάγουν για να μην επαναληφθεί η 11η Σεπτέμβρη.
Και ανακαλύπτει πως αυτό είναι το πρόσχημα για την άσκηση μιας απόλυτης εξουσίας, των μηχανισμών, των υπηρεσιών, των συμφερόντων.
Ο Ομπάμα, που τον πιστεύει, αποδεικνύεται ψεύτης και συνεργός.
Και αποφασίζει να τα τινάξει όλα στον αέρα φέρνοντας στη δημοσιότητα τα ντοκουμέντα, αποδείξεις της ενοχής τους.
Με τεράστιο προσωπικό κόστος. Κηρυγμένος πλέον “εχθρός της πατρίδας”, “προδότης”, “καταδικασμένος να πεθάνει κυνηγημένος”. Κάθε εκτίμηση εξαρτάται από πιά σκοπιά κοιτάς.
Όμως έδωσε σε μας την εικόνα και μιας άλλης Αμερικής. Την εικόνα πως οι μηχανισμοί δεν είναι τόσο απρόσωποι όσο τους κατασκευάζουν και τόσο ανίκητοι όσο θέλουν να δείχνουν.
Από παντού (και πάντα), ακόμα και με τις πιο επεξεργασμένες εκπαιδεύσεις και μηχανισμούς ψυχικής υποταγής, θα προκύπτουν εκείνοι που συνειδητοποιούν την αλήθεια και εξεγείρονται.
Είναι η πλευρά που κανείς μηχανισμός δεν μπορεί να νικήσει.
Αυτή η οργισμένη Αμερική, ψάχνει να βρει έκφραση, την αναζητεί στον Σάντερς και πιθανόν, εν μέρει και εν βρασμώ ψυχής, να ψηφίζει τον Τραμπ. Και εν συνεχεία βγαίνει στους δρόμους φωνάζοντας πως δεν είναι αυτός ο πρόεδρός της.
Υπονοώντας, κατά έναν τρόπο, πως ούτε ο προηγούμενος, ο Ομπάμα, στον οποίο είχε επενδύσει ελπίδες, ήταν πρόεδρός της.
Ο Σνόουντεν είναι παρών, σε όλα αυτά. Ανοιξε μια ρωγμή και από εκεί είδαμε καθαρά το σύστημα. Ο Ντάνιελ Μπλέικ είναι παρών σε όσα συμβαίνουν. Πηγαίνει στις αιτίες και δείχνει την αγωνία και την αναζήτηση μιας απάντησης.
Τώρα ίσως έγινε κατανοητή αυτή η παραλληλία. Είναι δυό ταινίες που μιλούν για τον πραγματικό κόσμο των τεράτων. Και δημιουργούν ρωγμές για να δούμε το τι συμβαίνει στην καρδιά του κτήνους. Για να σκεφτούμε καλύτερα, το τι πρέπει (και ίσως τι μπορεί) να γίνει.
Και, κυρίως, για να συνειδητοποιήσουμε, πως όλα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν είναι προεόρτια, και ο Τραμπ και ο Σνόουντεν, και ο Μπλέικ και το αγγλικό κράτος, μιας νέας συγκλονιστικής εποχής, οι αναζητήσεις στο παρόν του περιεχομένου και των μορφών αντίστασης και προοπτικής.