της Ματίνας Παπαχριστούδη
Πηγή: ΠΡΙΝ
Στο κενό που άφησαν τα παραδοσιακά συστημικά μίντια με την πλήρη ενσωμάτωσή τους στην προπαγανδιστική επικοινωνιακή διαχείριση και κατασκευή της πραγματικότητας τα τελευταία χρόνια, αναγεννήθηκε και λειτουργεί η ανένταχτη δημοσιογραφία. Μέσα από τα ψηφιακά Μέσα, μέσω μικρών ανεξάρτητων, συχνά ατομικών ή μικρών ομάδων και ιστοσελίδων, υψώθηκε φραγμός στην επιχείρηση πλήρους και ολοκληρωτικής φίμωσης για οτιδήποτε ενοχλούσε την εξουσία. Η κυβέρνηση της ΝΔ, χωρίς πολλές αντιστάσεις, φρόντισε να δέσει χειροπόδαρα οικονομικά το σύνολο των παραδοσιακών Μέσων και των δημοσιογράφων.
Τα δυο τελευταία χρόνια έγινε φανερό πως η ενοχλητική παρουσία των μικρών ανένταχτων και ανεξάρτητων δημοσιογραφικών φωνών πήρε σχεδόν ολοκληρωτικά τα ηνία της ενημέρωσης από τα παραδοσιακά μίντια, οι έρευνες και τα ρεπορτάζ γίνονται οι ειδήσεις που μπορούν να αλλάξουν την ατζέντα της επικοινωνιακής διαχείρισης από την κυβέρνηση αλλά και τη θεσμική αντιπολίτευση και να παράξουν νέα γεγονότα.
Αυτές ακριβώς τις ενοχλητικές αδέσμευτες δημοσιογραφικές φωνές, που βρίσκουν χώρο και στα παραδοσιακά ΜΜΕ, θέλει να φιμώσει το σύστημα μιντιακής χειραγώγησης, με δυο θεσμικά χτυπήματα. Αναφερόμαστε σε «σύστημα», γιατί σε αυτό μετέχει, εκτός από τους εκπροσώπους της προπαγανδιστικής μηχανής του Μαξίμου, πλειάδα δημοσιογράφων, ανάμεσά τους και συνδικαλιστές που βρίσκονται σε συνεχές αλισβερίσι με τη μιντιακή, οικονομική και πολιτική εξουσία.
Η πρώτη απόπειρα περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο για την ίδρυση μητρώων έντυπων και ηλεκτρονικών ΜΜΕ, στο οποίο πολλάκις έχουμε αναφερθεί. Τα καταγγελλόμενα ενοχλητικά ρεπορτάζ θα «ελέγχονται» από ειδική επιτροπή δεοντολογίας με τη συμμετοχή δημοσιογράφων συνδικαλιστικών ενώσεων, στις οποίες ηγούνται «ενσωματωμένοι» στα πολιτικά κόμματα της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. Όσοι δηλαδή διαχειρίζονται την ανυπαρξία οποιασδήποτε συλλογικής μαζικής αντίδρασης στη φίμωση και την καταστολή της δημοσιογραφίας. Το δεύτερο χτύπημα έρχεται από το σχέδιο κώδικα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Με πλειάδα ρυθμίσεων, ουσιαστικά δίνεται η δυνατότητα «απαγόρευσης» ειδήσεων που δεν εγκρίθηκαν από τα «αρμόδια κρατικά όργανα»!
Το σχέδιο κώδικα δεοντολογίας του ΕΣΡ αφορά το οπτικοακουστικό περιεχόμενο, δηλαδή και το Διαδίκτυο. Με δυο άρθρα του, το 22 και το 28, απαγορεύεται η μετάδοση πληροφοριών και εικόνων που «αρμοδίως» έχουν χαρακτηριστεί «απόρρητες». Πρακτικά, θα μπορεί να γίνεται παρέμβαση για έρευνες που αφορούν παρακολουθήσεις ή το προσφυγικό. Έρευνες που συχνά ξέφυγαν από τα σύνορα και προκάλεσαν πολιτικές παρεμβάσεις…
Το σχέδιο προβλέπει, με γενικόλογες και αόριστες αναφορές, πως η δημοσιογραφική έρευνα δεν πρέπει να υποκαθιστά τις αστυνομικές, ανακριτικές ή άλλες αρμόδιες αρχές. Με την εμπειρία των τελευταίων ετών, η ισχύς μιας τέτοιας αόριστης διάταξης θέτει «εκτός νόμου» το σύνολο των δημοσιογραφικών ρεπορτάζ και ερευνών που ξεφεύγουν από τα non-paper και τα δελτία τύπου των κρατικών μηχανισμών, τα οποία έχουν υποκαταστήσει τις ειδήσεις στο σύνολο σχεδόν των Μέσων.
Προβληματικές είναι και οι διατάξεις που εισάγει για τις έννοιες των «ψευδών-παραπλανητικών» ειδήσεων. Με εξίσου αόριστη περιγραφή, «απαγορεύεται η μετάδοση ψευδών, ατεκμηρίωτων ή παραποιημένων πληροφοριών», αφήνοντας χώρο για κρατική παρέμβαση σε περιπτώσεις βίντεο που αποκαλύπτουν, για παράδειγμα, τις επιθέσεις των δυνάμεων ΜΑΤ σε διαδηλωτές. Μέχρι στιγμής, οι συνδικαλιστικές ενώσεις δεν έχουν εκφράσει κάποια αντίδραση.