Συνέντευξη στον Γιάννη Ελαφρό – prin.gr
«Εθνική γραμμή» στο Μακεδονικό σήμαινε «εκβιάζουμε τους γείτονες για το όνομα παίζοντας το “χαρτί” της ΕΕ και του ΝΑΤΟ· ενισχύουμε τις δραστηριότητες του ελληνικού κεφαλαίου στην περιοχή· κλείνουμε το Μακεδονικό διότι επείγουν τα ελληνοτουρκικά».
Ο ΣΥΡΙΖΑ την υλοποίησε, σημειώνει στο Πριν ο Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, μέλος της Συνάντησης για μια Αντικαπιταλιστική και Διεθνιστική Αριστερά Ο συγγραφέας του βιβλίου Ο Μαυροκόκκινος Δεκέμβρης υπογραμμίζει την αναγκαιότητα της επαναστατικής στρατηγικής πέρα από αντιλήψεις που καθηλώνουν στη «στιγμή» και την «μετριοπάθεια».
O ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται πως θα εφαρμόσει πλέον το αριστερό του πρόγραμμα, καθώς βγήκαμε απ’ τα μνημόνια κι «απελευθερώθηκε» από τον Π. Καμμένο. Πώς το σχολιάζεις;
Οι ιδιωτικοποιήσεις, τα υψηλά πλεονάσματα υπό επιτήρηση, η Μόρια, ο ατλαντισμός δεν είναι αριστερό πρόγραμμα – εξού και θα το υλοποιήσουν «μεταγραφέντες» από τους ΑΝΕΛ, τη ΝΔ, το παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ. Ο Καμμένος ήταν υποταγμένος ως το 2015. Έπειτα θεωρήθηκε πολύτιμος για έναν ΣΥΡΙΖΑ που ιεραρχούσε πια τη διαφθορά πάνω από την αντιμετώπιση της λιτότητας. Ο ίδιος αποθεώθηκε στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί αποτελούσε εγγύηση για την παραμονή του κόμματος στην κυβέρνηση χωρίς «αριστερό πρόγραμμα». Το τέλος του ασχημονούντα Καμμένου δεν προμηνύει αριστερή στροφή αλλά την ανανέωση ενός «πολυσυλλεκτικού» συστήματος εξουσίας χωρίς οργανωμένη (ακροδεξιά) εσωτερική αντιπολίτευση στον πρωθυπουργό.
Η Συμφωνία των Πρεσπών προβάλλεται από τον Τσίπρα και σαν δικαίωση της «εθνικής γραμμής» και έκφραση της ευρωΝΑΤΟϊκής σταθερότητας αλλά και σαν βήμα συνεργασίας των λαών. Τι ισχύει;
Η συνεργασία των λαών είναι υπόθεση των λαών· το θέμα, για τις κυβερνήσεις, είναι να μην την υπονομεύουν. «Εθνική γραμμή» στο Μακεδονικό σήμαινε «εκβιάζουμε τους γείτονες για το όνομα παίζοντας το “χαρτί” της ΕΕ και του ΝΑΤΟ· ενισχύουμε τις δραστηριότητες του ελληνικού κεφαλαίου στην περιοχή· κλείνουμε το Μακεδονικό διότι επείγουν τα ελληνοτουρκικά». Ο ΣΥΡΙΖΑ την υλοποίησε, η ΝΔ την «έσπασε» προσπαθώντας να ρίξει την κυβέρνηση από το πεζοδρόμιο και απέτυχε. Το ΝΑΤΟ ενισχύεται σαφώς έναντι της Ρωσίας. Όμως η συμφωνία υπήρξε γιατί οι γείτονες χρειάζονταν τη λύση περισσότερο από την Ελλάδα. Όνομα, γλώσσα, ιθαγένεια δεν ήταν «λεπτομέρειες». Γι’ αυτό η «Συνάντηση για την Αντικαπιταλιστική και Διεθνιστική Αριστερά», στην οποία συμμετέχω, μίλησε για βήμα μπροστά. Αριστερή κριτική στις «Πρέσπες», κατά τη γνώμη μου, ήταν αυτή που ανέδειξε την ελληνική επιβολή στο όνομα, για την οποία περηφανευόταν στη Βουλή ο Ν. Κοτζιάς.
Σημαντικό τμήμα της Αριστεράς, κυρίως το ΚΚΕ και η ΛΑΕ, κατήγγειλαν το ΝΑΤΟϊκό χαρακτήρα της συμφωνίας, ανέδειξαν όμως ιδιαίτερα τον «αλυτρωτισμό των Σκοπίων»…
Τμήματα της Αριστεράς στην Ελλάδα θεωρούν «αλυτρωτισμό» ότι στη γειτονική χώρα η πλειοψηφία των ανθρώπων δηλώνουν εθνικά Μακεδόνες και μιλούν «μακεντόνσκι». Η θεώρηση αυτή ξεκόβει με την παράδοση του Πουλιόπολου, του ΝΟΦ, τη στάση του ΚΚΕ το ’92-’93. Αγνοείται το Abecedar, η Μίρκα Γκίνοβα, η καταστολή της σλαβογλωσσίας. Αλλά και η σημερινή συζήτηση: οι συμβολές του Σπύρου Καράβα, του Τάσου Κωστόπουλου, της Αθηνάς Σκουλαρίκη. Ο αντιιμπεριαλισμός είτε θα είναι διεθνιστικός, είτε ευφημισμός για την υπόκλιση στον ιδεολογικό μέσο όρο, τη συνωμοσιολογία, τον ελληνικό αλυτρωτισμό. Το 2008 διαδηλώσαμε με συντρόφους και συντρόφισσες στη Βόρεια Μακεδονία με σύνθημα «όχι στους εθνικισμούς και το ΝΑΤΟ». Αν οι Μακεδόνες θέλουν το ΝΑΤΟ, κάνουν μεγάλο λάθος. Ο δικός μας εχθρός, όμως, είναι «στην ίδια μας τη χώρα».
Βλέπουμε μια αναθέρμανση της δράσης της ακροδεξιάς και των φασιστών. Πώς μπορεί να απαντηθεί;
Ο αντιφασισμός είναι πολιτική με δύο άξονες: Ο ένας είναι η συγκεκριμένη, πολύμορφη κινηματική και «θεσμική», αντίθεση στην Ακροδεξιά, μαζί με όσες και όσους απειλούν οι φασίστες. Η Ακροδεξιά είναι δύναμη αυτοτελής στο πλαίσιο του αστισμού, γι’ αυτό χρειάζεται αυτοτελή αντιμετώπιση. Ο άλλος άξονας είναι η δημιουργία μιας πλειοψηφικής πολιτικής εναλλακτικής: η Ακροδεξιά δεν είναι πια μειονότητα αλλά κυβερνητική ή δυνάμει κυβερνητική δύναμη, γιατί αξιοποιεί την απαξίωση του νεοφιλελεύθερου Κέντρου και την υποχώρηση του «λαού της Αριστεράς». Όπου λείπει μια τέτοια εναλλακτική, η Ακροδεξιά φαίνεται να παίζει χωρίς αντίπαλο.
Στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο σου Ο Μαυροκόκκινος Δεκέμβρης εντοπίζεις το θεωρητικό υπόβαθρο που οδήγησε στην ενσωμάτωση του ριζοσπαστισμού και στην επικράτηση της διαχειριστικής λογικής στον ΣΥΡΙΖΑ. Τι θα ξεχώριζες;
Μ’ ενδιαφέρει τι μένει όταν οι εξεγέρσεις υποχωρούν. Στο βιβλίο λέω ότι η θεωρητική παραγωγή μετά την «έφοδο στον ουρανό» του ’68-’77, που έμεινε ανολοκλήρωτη, είχε δύο προϋποθέσεις: Η μία ήταν πολιτική: η υποχώρηση των αντικαπιταλιστικών οργανώσεων. Η άλλη κοινωνιολογική: οι θεωρητικοί της κοινωνικής αλλαγής ολοένα και αποκόβονταν από την κοινωνική κίνηση. Έτσι η θεωρία τους γινόταν όλο και πιο «μετριοπαθής», όλο και πιο απαισιόδοξη, όλο και πιο «τεχνική» και δυσνόητη. Παρά τις διαφορές, η θεωρία αυτή είχε κοινό τόπο: ότι η επιδίωξη των συνολικών αλλαγών φλέρταρε με τον «ολοκληρωτισμό», η επιμονή στην εργατική ηγεμονία ήταν «οικονομισμός» που δεν σέβεται τις διαφορές, ότι ο ιμπεριαλισμός είναι έννοια παρωχημένη. Η μεταμαρξιστική σχολή (Λακλάου) και η μετααναρχική (Νέγκρι), μ’ όλο τον πλούτο και τις διαφορές τους, πρωταγωνίστησαν σε αυτή την κακώς εννοούμενη «μετριοπάθεια». Η υποστήριξη του Νέγκρι στην μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ενδεικτική.
«Από την προετοιμασία του μέλλοντος στον παροντισμό, από την οργάνωση της ηγεμονίας στα “γεγονότα”», γράφεις. Που είναι ο ρόλος της επαναστατικής στρατηγικής;
Ιδίως μετά το ’89, το βάρος έπεσε στη «στιγμή», την «άμεση δράση», τα κινηματικά γεγονότα, τη «διαφορετικότητα». Ένας από τους θεωρητικούς που επέμειναν στην επαναστατική στρατηγική, ο Ντανιέλ Μπενσαΐντ, επέμενε στην ανάγκη να συνδυάσουμε τη στιγμή και το μερικό με την μακρά διάρκεια: να μην παραπέμπουμε τα πάντα στο σοσιαλιστικό αύριο, ούτε όμως να εξαντλούμε την πολιτική σε «δράσεις». Είχε δίκιο.
Πληθαίνουν οι ζυμώσεις για αριστερή απάντηση σήμερα, από πολλές πλευρές υπογραμμίζεται η ανάγκη αντικαπιταλιστικής διεθνιστικής λογικής. Υπάρχουν δυνατότητες;
Σαφώς ναι. Οι σχηματισμοί που κινούνται σε άλλη λογική δεν εμπνέουν. Υπάρχει διαθεσιμότητα: οι απεργίες για το «προσοντολόγιο», οι διαδηλώσεις για τον Ζακ και την Ελένη, οι αντιφασιστικές κινητοποιήσεις. Εκλογικά, όπου υπήρξαν συνεργασίες, ήταν ελπιδοφόρες. Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει μια ενδιαφέρουσα δυναμική. Χρειάζεται εμπιστοσύνη και ειλικρίνεια, γενναιοδωρία και επινοητικότητα. Γίνεται όμως.