Οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο το αντιμετωπίζουν άλλοτε με δέος και άλλοτε με αγανάκτηση. Τα υπουργεία οικονομικών αναρωτιούνται πως θα μπορούσαν να το φορολογήσουν και οι μεγάλες εταιρείες πιστωτικών καρτών αν γίνεται να το εξαφανίσουν.
Το λεγόμενο bitcoin, το ψηφιακό νόμισμα που επιτρέπει την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών συναλλαγών, κατάφερε μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια από τη δημιουργία του να κάνει αισθητή την παρουσία του στην παγκόσμια αγορά χρήματος αφού η αξία του εκτοξεύτηκε από τα 30 σεντς του δολαρίου στα χίλια δολάρια. Βρισκόμαστε, αναρωτήθηκαν ορισμένοι, μπροστά στο ενδεχόμενο τα κράτη και οι ενώσεις κρατών να χάσουν το μονοπώλιο στην κυκλοφορία χρήματος;
Όταν μάλιστα o αμερικανικός κολοσσός JPMorgan επιχείρησε (ανεπιτυχώς) πριν από μερικές εβδομάδες να κατοχυρώσει το δικό του «ηλεκτρονικό νόμισμα» για ηλεκτρονικές αγορές αρκετοί φοβήθηκαν το ξέσπασμα ενός νέου οικονομικού πολέμου ανάμεσα σε τραπεζικά ιδρύματα. Συγκεκριμένα φοβήθηκαν μια μάχη χαρακωμάτων ανάμεσα στις τράπεζες που ελέγχουν τις σημαντικότερες πιστωτικές κάρτες και νέους χρηματοπιστωτικούς ομίλους που θα θελήσουν ένα κομμάτι από την πίτα των ηλεκτρονικών αγορών.
Η ιδιαιτερότητα του Bitcoin, πέρα από το γεγονός ότι η κυκλοφορία του δεν ελέγχεται από κάποια κεντρική τράπεζα, είναι ότι οι κάτοχοί του δεν χρειάζεται να δίνουν τα πραγματικά τους στοιχεία για κάθε συναλλαγή, όπως θα συνέβαινε με μια πιστωτική κάρτα ή μέσα από συστήματα ηλεκτρονικών συναλλαγών όπως το paypal. Παρά το γεγονός ότι κάθε συναλλαγή καταγράφεται σε ένα αποκεντρωμένο δίκτυο υπολογιστών, κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει ποιος κρύβεται πίσω από κάθε αγοραπωλησία – γεγονός που διευκολύνει θεωρητικά το ξέπλυμα χρήματος αλλά και παράνομες πωλήσεις όπλων και ναρκωτικών. Ήδη το FBI έχει παρέμβει αρκετές φορές «κατάσχοντας» ψηφιακά νομίσματα που αντιστοιχούσαν σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ενώ δεν λείπουν και τα περιστατικά ηλεκτρονικής κλοπής bitcoin αξίας εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό, που διαφοροποιεί το Bitcoin από τα αληθινά νομίσματα είναι ότι βάσει του λογισμικού που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία του, ο αριθμός των ψηφιακών νομισμάτων δεν θα ξεπεράσει ποτά τα 21 εκατομμύρια. Στη συνέχεια η αξία του θα καθορίζεται ελεύθερα με όρους προσφοράς και ζήτησης. Απόρροια του περιορισμένου αριθμού των ψηφιακών νομισμάτων που βγαίνουν στην κυκλοφορία είναι ότι για όσο διάστημα αυξάνεται η αξία τους οι κάτοχοί τους έχουν συμφέρον να τα «αποταμιεύουν» στα ηλεκτρονικά «πορτοφόλια» τους και όχι να πραγματοποιούν συναλλαγές με αυτά, όπως είναι ο πρωταρχικός ρόλος κάθε νομίσματος.
Μέχρι πρότινος οι επικριτές του bitcoin υποστήριζαν ότι πρόκειται για μια ακόμη φούσκα που απασχολεί περισσότερο τα μέσα ενημέρωσης παρά την πραγματική αγορά. Η διαπίστωση περί φούσκας φάνηκε να επαληθεύεται τους πρώτους μήνες του 2013 όταν η αξία ενός bitcoin τριπλασιάστηκε σε διάστημα δυο εβδομάδων και στη συνέχεια έχασε το 50% της αξίας του μέσα σε λίγες ώρες. Η άποψη, όμως, ότι πρόκειται περισσότερο για ένα «μιντιακό φαινόμενο» δεν φαίνεται πλέον να ευσταθεί. Όταν η κεντρική τράπεζα της Κίνας ανακοίνωσε, στις αρχές Δεκεμβρίου, ότι απαγορεύει τη χρήση των ψηφιακών νομισμάτων μεταξύ των τραπεζών της χώρας όλοι κατάλαβαν ότι η εποχή της αθωότητας είχε τελειώσει.
Λίγο νωρίτερα το θέμα είχε απασχολήσει την αμερικανική γερουσία αλλά και την ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία έδωσε εμμέσως πλην σαφώς την «ευχή» της στο νέο νόμισμα. Αρκετά πιο επιφυλακτική η ΕΚΤ αλλά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εστίασαν το ενδιαφέρον τους στα φορολογικά έσοδα που θα χαθούν από την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών συναλλαγών με ψηφιακά νομίσματα.
To ιδεολόγημα του μικρότερου κράτους
Πίσω πάντως από τις τιτανομαχίες για την κυριαρχία στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορείου κυοφορούνταν και μια άλλη σύγκρουση με βαθύτερο ιδεολογικό υπόβαθρο. Από την πρώτη στιγμή οι νεοφιλελεύθεροι σχολιαστές άρχισαν να πίνουν νερό στο όνομα του bitcoin βλέποντας σε αυτό ένα τρόπο για να αντικαταστήσουν τις κεντρικές τράπεζες και κάθε είδους κρατικών παρεμβάσεων, τις οποίες θεωρούν υπεύθυνες για όλες τις κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος.
Δεν αποτέλεσε λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι οι θιασώτες του νέου νομίσματος επιτέθηκαν με μανία στον νομπελίστα Πολ Κρούγκμαν, ο οποίος υπό το πρίσμα ενός κευνσιανού οικονομολόγου, τόλμησε να ασκήσει κριτική στο Bitcoin. «Ο θόρυβος που προκλήθηκε» είχε γράψει προ μηνών ο Κρούγκμαν «αποδυκνείει ότι ορισμένοι δεν κατανοούν την έννοια του χρήματος – και κυρίως ότι τυφλώνονται από την επιθυμία τους να διαχωρίσουν την αξία του χρήματος από την κοινωνία, την οποία αυτό πρέπει να υπηρετεί». Για τον Κρούγκμαν η αξία των bitcoins αποτελεί ένα είδος αυτοεκπληρούμενης προφητείας και συγκεκριμένα της πίστης ότι οι υπόλοιποι άνθρωποι θα αποδεχθούν την αξία του σαν μέσο συναλλαγών. Σε αντίθεση δηλαδή με τα χαρτονομίσματα, η αξία των οποίων στηρίζεται από το κράτος που τα εκδίδει και τα αποδέχεται για την πληρωμή των φόρων ή ακόμη και από το χρυσό, ο οποίος είχε κάποτε συγκεκριμένη αξία χρήσης σε κοσμήματα και άλλα προϊόντα, τα bitcoins δημιουργούνται κυριολεκτικά στον αέρα.
Ο Κρούγκμαν επεσήμανε ότι ανάμεσα στους υποστηρικτές των νέων νομισμάτων συναντάς όλους αυτούς που πιστεύουν ότι η «αλόγιστη» εκτύπωση χαρτονομισμάτων από τις κυβερνήσεις θα οδηγήσει σε φαινόμενα υπερπληθωρισμού – μια προφητεία η οποία δεν έχει επιβεβαιωθεί εδώ και δεκαετίες σε καμία από τις οικονομίες της Δύσης. Αυτό που παραλείπουν να εξηγήσουν οι οικονομικοί προφήτες του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι ο πληθωρισμός πλήττει πρωτίστως τα συμφέροντα του μεγάλου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου ενώ η δημοσιονομική συρρίκνωση που αντιπροτείνουν πλήττει τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Η «αγωνία» τους λοιπόν για τα φαινόμενα πληθωρισμού δεν είναι τόσο αθώα όσο θέλουν να την παρουσιάζουν αλλά αποτελεί μια έμμεση ώθηση προς την μείωση των δημοσίων δαπανών και κάθε είδους κοινωνικής πρόνοιας.
Η θεωρία πάντως ότι το bitcoin μας οδηγεί πλησιέστερα σε μια οικονομία χωρίς την ανάγκη παρέμβασης του κράτους, το οποίο σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη σχολή σκέψης ευθύνεται για όλα τα δεινά του οικονομικού συστήματος, φαίνεται να παραβλέπει μια σημαντική διάσταση του θέματος. Ότι το καπιταλιστικό σύστημα δεν θα μπορούσε να επιβιώσει χωρίς το κράτος, το οποίο παρεμβαίνει πάντα για τη διάσωση του συστήματος. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τις πρωτοφανείς κρατικές παρεμβάσεις για τη διάσωση των μεγαλύτερων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων του πλανήτη για να καταλάβει γιατί οι μεγάλες τράπεζες έχουν έναν ακόμη λόγο να φοβούνται σαν το διάολο το λιβάνι ένα νόμισμα που ευαγγελίζεται την κατάργηση του κράτους και των κεντρικών τραπεζών.
«Νόμισμα χωρίς κράτος απλώς δεν υπάρχει» έλεγε παλαιότερα ο διάσημος οικονομολόγος Σαμίρ Αμίν. Και ορισμένοι θα συμπλήρωναν «και νεοφιλελευθερισμός χωρίς κράτος δεν μπορεί να υπάρξει».
Άρης Χατζηστεφάνου
ΕΠΙΚΑΙΡΑ Δεκέμβριος 2013