Ο πρόσφατος θάνατος από κορονοϊό 54χρονης που αρνούνταν μέχρι και την τελευταία στιγμή τη διασωλήνωσή της επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για το «δικαίωμα» ασθενών να αρνούνται ιατρικές πράξεις. Ιστορίες που κρύβουν μεγάλες δόσεις παραλογισμού από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι το σημερινό σύστημα υγείας των ΗΠΑ.
Στα τέλη Αυγούστου έφυγε χωρίς πολύ θόρυβο, πλήρης ημερών, ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Λικ Νανσί. Προσωπικός φίλος και συνεργάτης τού -περισσότερο γνωστού στην Ελλάδα- Τζόρτζιο Αγκάμπεν, ο Νανσί αποφάσισε να «αδειάσει» πριν από μερικούς μήνες τον παλιό του συνοδοιπόρο όταν ο τελευταίος άρχισε να μετατρέπεται σε αγαπημένο φιλόσοφο των απανταχού αντιεμβολιαστών. «Πριν από τριάντα χρόνια», έγραψε ο Νανσί, «οι γιατροί έκριναν ότι χρειάζομαι μεταμόσχευση καρδιάς. Ο Τζιόρτζιο (Αγκάμπεν) ήταν ο μόνος που με συμβούλευσε να μην τους ακούσω. Αν είχα ακολουθήσει τη συμβουλή του, πιθανότατα θα είχα πεθάνει σύντομα».
Ο Αγκάμπεν όπως και ορισμένοι άλλοι φιλόσοφοι που μεσουράνησαν τη δεκαετία του ’60 και του ’70 επιχείρησαν να προσφέρουν θεωρητικό υπόβαθρο σε μορφές άρνησης της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης. Ο ρωμαιοκαθολικός θεολόγος Ιβαν Ιλιτς, παραδείγματος χάριν (ο οποίος μέχρι τον θάνατό του αρνούνταν να θεραπεύσει μια μορφή καρκίνου που παραμόρφωνε το πρόσωπό του), υποστήριζε στο βιβλίο του «Ιατρική Νέμεση» ότι τα σύγχρονα συστήματα υγείας των δυτικών κοινωνιών προκαλούν περισσότερα προβλήματα στους ασθενείς από αυτά που λύνουν. Σε αντίθεση με σύγχρονούς τους διανοητές, όπως ο Βισέντε Ναβάρο, που υποστήριζε ότι η εμπορευματοποίηση της περίθαλψης πρέπει να αντιμετωπιστεί με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, οι «αρνητές» της Ιατρικής ζητούσαν επιστροφή σε μάλλον πρωτόγονες πρακτικές – και συχνά το πλήρωναν με τη ζωή τους.
Καθώς, σήμερα, ορισμένοι αντιεμβολιαστές σε όλο τον κόσμο αρνούνται να νοσηλευτούν (υποστηρίζοντας ότι οι μεταγγίσεις θα μολύνουν το αίμα τους με εμβόλια και τσιπάκια ή ότι οι γιατροί θα τους δολοφονήσουν στην εντατική για να επιβεβαιώσουν ότι ο κορονοϊός… υπάρχει!), επανήλθε στο προσκήνιο η συζήτηση για το πότε ένας ασθενής έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την ιατρική περίθαλψη. Να σημειωθεί ότι δεν αναφερόμαστε σε ασθενείς σε τελικά στάδια, που αρνούνται τις τελευταίες δόσεις μιας θεραπείας για να διατηρήσουν τη διαύγειά τους ή να μείνουν κοντά στην οικογένειά τους, αλλά σε αυτούς που αρνούνται την ίδια την επιστήμη της Ιατρικής.
Το ζήτημα είναι παλιό και είχε απασχολήσει ακόμη και τον Πλάτωνα, ο οποίος υποστήριζε ότι ο γιατρός οφείλει να ενημερώνει και να πείθει τον ασθενή για την αναγκαιότητα της θεραπείας. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος στον διάλογο Πολιτικός επισήμαινε ότι εάν τελικά ο γιατρός επιβάλλει τη θεραπεία, «κατέχοντας καλά την τέχνη του», αυτό δεν πρέπει να θεωρείται αντιεπιστημονικό και «σφάλμα ολέθριο».
Όπως προκύπτει πάντως από κείμενα της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, η συγκατάθεση του ασθενή δεν ήταν πάντα θέμα ατομικών δικαιωμάτων αλλά προστασίας του γιατρού σε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά. Οι γιατροί του Μεγάλου Αλεξάνδρου, παραδείγματος χάριν, έτρεμαν για τις συνέπειες που μπορεί να είχε μια αποτυχημένη θεραπεία και έτσι δεν πρότειναν τις ενδεδειγμένες επεμβάσεις. Σε δύο περιπτώσεις ο Αλέξανδρος αναγκάστηκε να υποσχεθεί στους γιατρούς του (όπως τον Φίλιππο τον Ακαρνάνα και τον Κριτόβουλο) ότι δεν θα υπάρξει καμία εκδικητική τιμωρία ακόμη και αν αποτύγχαναν στο έργο τους.
Με την εισαγωγή πάντως της μοντέρνας Ιατρικής, αντίστοιχα περιστατικά άρνησης της θεραπείας άρχισαν να περιορίζονται σε πολύ μικρές ομάδες και θρησκευτικές σέκτες (όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, που αρνούνται τις μεταγγίσεις αίματος). Με εξαίρεση, όπως είπαμε, τις προσπάθειες ορισμένων διανοουμένων στη δεκαετία του ’60 να θεωρητικοποιήσουν το φαινόμενο στο όνομα της κριτικής στο κυρίαρχο σύστημα, η άρνηση της θεραπείας φάνηκε να περνά στο παρελθόν. Μέχρι τουλάχιστον τη στιγμή που στις ΗΠΑ εμφανίστηκε ένα άλλο είδος «αρνητών» της Ιατρικής.
Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι ένας στους τέσσερις ασθενείς στην Αμερική αρνείται κάποιου είδους ιατρική φροντίδα καθώς δεν είναι σε θέση να πληρώσει τον λογαριασμό. Εδώ και χρόνια πληθαίνουν τα περιστατικά όπου άνθρωποι ενώ βρίσκονται αιμόφυρτοι στον δρόμο εκλιπαρούν τους περαστικούς να μην καλέσουν ούτε ασθενοφόρο, το οποίο μπορεί να τους χρεώσει έως και 2.000 δολάρια μόνο για να τους μεταφέρει σε ένα νοσοκομείο. Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ, είναι ότι κάθε χρόνο 45.000 Αμερικανοί πεθαίνουν επειδή δεν έχουν καμία ιατρική ασφάλεια, ενώ το 25% του συνολικού πληθυσμού αναβάλλει όσο μπορεί ιατρικές εξετάσεις και θεραπείες καθώς δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στο κόστος.
Η άρνηση του ασθενή να δεχτεί ιατρική φροντίδα έκρυβε πάντα κάποιο είδος παραλογισμού. Σε ορισμένες περιπτώσεις το παράλογο αφορούσε τον ασθενή, που ακολουθούσε θρησκευτικές δοξασίες, ψευδοφιλοσοφικές θεωρίες ή απλώς ό,τι διάβασε στο Facebook. Κάποιες άλλες φορές ο παραλογισμός κρυβόταν στο οικονομικό σύστημα που του στερούσε την περίθαλψη.