της Ηλιάνας Τεβουνά
Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ
Ο Τζο Μπάιντεν έγινε ο τρίτος κατά σειρά πρόεδρος (μετά τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Ντόναλντ Τραμπ) που ανήγγειλε την έναρξη αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν την ερχόμενη Πρωτομαγιά.
«Πιστεύω ότι η παρουσία μας στο Αφγανιστάν πρέπει να επικεντρωθεί στην αιτία για την οποία πήγαμε εκεί αρχικά: να διασφαλίσουμε ότι το Αφγανιστάν δεν θα χρησιμοποιείται πλέον ως βάση για νέες επιθέσεις εναντίον της χώρας μας. Αυτό κάναμε. Εκπληρώσαμε αυτόν τον στόχο», ισχυρίστηκε απόψε ο Πρόεδρος Μπάιντεν.
Δεν παρέλειψε ωστόσο να αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο υπαναχώρησης σε περίπτωση που του προσφέρουν το πρόσχημα οι Ταλιμπάν. Όπως τόνισε, αν οι Ταλιμπάν εξαπολύσουν επίθεση στο διάστημα που διαρκεί η διαδικασία αυτή, «θα απαντήσουμε με όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας».
Ο…ανυπόφορος πόλεμος και η Κίνα
Γιατί όμως ο Μπάιντεν συνεχίζει το «έργο» εκεί που το άφησε ο Τραμπ τον περασμένο Γενάρη όταν μείωσε κατά 50% τα αμερικανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν αφήνοντας εκεί ως τα μέσα Ιανουαρίου 2.500 στρατιώτες;
Την απάντηση την έδωσε ο ίδιος, δείχνοντας με το δάκτυλο τον μεγαλύτερο γεωπολιτικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ, την Κίνα.
Οι ΗΠΑ, εξήγησε, πρέπει να επικεντρωθούν στις «τρομοκρατικές απειλές που έχουν αναδυθεί σε άλλες περιοχές», καθώς επίσης και στην Κίνα. «Δεν μπορούν», είπε, οι ΗΠΑ «να διαθέτουν άλλους πόρους σε έναν ανυπόφορο πόλεμο» και «να περιμένουν διαφορετικά αποτελέσματα».
«Είναι ώρα», πρόσθεσε ο Μπάιντεν, «να τελειώσει ο πιο μεγάλος σε διάρκεια πόλεμος της Αμερικής». Και κατέληξε: «Τώρα έγινα ο τέταρτος πρόεδρος των ΗΠΑ που προΐσταται της παρουσίας των αμερικανικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν. Δύο Ρεπουμπλικάνοι. Δύο Δημοκρατικοί. Δεν θα περάσω τη σκυτάλη της ευθύνης σε πέμπτο».
Η απόφαση αυτή κατά τις πρώτες εκτιμήσεις Αμερικανών αναλυτών στο πρακτορείο ΑΡ «σηματοδοτεί ίσως την πιο σημαντική απόφαση εξωτερικής πολιτικής του Μπάιντεν από τους πρώτους μήνες της προεδρίας του».
Πότε ξεκινά η αποχώρηση
Κατά τους υπολογισμούς του προέδρου των ΗΠΑ, η διαδικασία αποχώρησης των περίπου 2.500 Αμερικανών στρατιωτών θα έχει ολοκληρωθεί συμβολικά στις 11 Σεπτέμβρη 2021. Διόλου τυχαία η ημερομηνία συμπίπτει με την 20ή επέτειο από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Αλ Κάιντα στη Νέα Υόρκη, που άλλαξαν τον κόσμο όπως τον ξέραμε μέχρι τότε, και βούτηξαν το Αφγανιστάν στο βούρκο ενός «μαραθώνιου» πολέμου που σχετίζεται άμεσα με τα παιχνίδια επιρροής και γεωπολιτικής εξουσίας στην Κεντρική Ασία.
O 20ετής πόλεμος ωστόσο έφθειρε και τους Δυτικούς εισβολείς αλλά και τους Ταλιμπάν που από αδιάλλακτοι κατέληξαν να ξεκινήσουν παζάρια συνδιαλλαγής με τους δυτικούς κατακτητές 11 χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου.
Ο πόλεμος του ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων
Στοιχεία του Πενταγώνου που επικαλέστηκε πριν δύο μήνες το ΒΒC αναφέρουν πως οι ΗΠΑ από τον Οκτώβριο του 2001, οπότε ξεκίνησαν την επίθεση στο Αφγανιστάν (με την υποστήριξη Βρετανίας, Καναδά, Αυστραλίας,Γερμανίας και αργότερα του ΝΑΤΟ) ως τον πρώτο εξάμηνο του 2020 ξόδεψαν πάνω από 822 δισεκατομμύρια δολάρια, θρήνησαν 2.300 νεκρούς Αμερικανούς στρατιώτες και έστειλαν στα νοσοκομεία άλλους 20.660.
Σήμερα το κόστος του 20ετούς πολέμου εκτιμάται πως ξεπερνά το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια.
Ποιοι κέρδισαν; Κυρίως, οι πολεμικές βιομηχανίες, που αρχικά ρήμαξαν και ισοπέδωσαν το μεγαλύτερο μέρος του Αφγανιστάν, και οι κατασκευαστικές των ΗΠΑ (και δευτερευόντως των συμμαχικών ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων) που φρόντισαν να παρατείνουν έναν αδιέξοδο πόλεμο με κάθε κόστος, ώστε να κτίσουν… τα γκρεμισμένα!
Αυτοί που σίγουρα δεν κέρδισαν ήταν ο λαός του Αφγανιστάν. Το επίπεδο ζωής παραμένει χαμηλό. Η ζωή στη χώρα παραμένει δύσκολη και επισφαλής. Ο αγώνας για την επιβίωση ανάμεσα σε ντόπιους και ξένους καταπιεστές ανηφορικός και απαιτητικός.
«Για να γυρίσει ο ήλιος, θέλει δουλειά πολλή»…