Του Άρη Χατζηστεφάνου για το Sputnik
Μια περίεργη «αναμνηστική» φωτογραφία τραβήχτηκε αυτές τις ημέρες κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης Ασφάλειας του Μονάχου – το φόρουμ, δηλαδή, όπου αποτυπώνονται τα τελευταία χρόνια οι πραγματικές γεωπολιτικές ισορροπίες του πλανήτη.
Η πρόεδρος της Βουλής των αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι, η οποία μέχρι προ ημερών έδινε τη μάχη για την παραπομπή του Ντόναλντ Τραμπ στη δικαιοσύνη, στεκόταν ανάμεσα στους απεσταλμένους του Αμερικανού προέδρου: τον υπουργό Άμυνας Μάρκ Έσπερ και τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.
Η ανίερη αυτή συντροφιά είχε έρθει από την Ουάσιγκτον με εντολή του πολιτικού, οικονομικού και στρατιωτικού κατεστημένου των ΗΠΑ για να μεταφέρει ένα σαφές μήνυμα στους Ευρωπαίους ηγέτες: ή θα υποταχθείτε ή θα υποστείτε τις συνέπειες.
Το τελευταίο διάστημα η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία είχαν ξεκαθαρίσει ότι δεν θα υποκύψουν στις αμερικανικές απειλές για να διακόψουν τη συνεργασία τους με την κινεζική εταιρεία Huawei, που προωθεί τις πλέον εξελιγμένες υποδομές για τα δίκτυα 5G.
Η αμερικανική αποστολή, λοιπόν, έπρεπε να εξηγήσει στην Γηραιά Ήπειρο ότι οι προηγούμενες απειλές δεν αποτελούσαν κάποιου είδους προσωπικό «καπρίτσιο» του Ντόναλντ Τραμπ αλλά συλλογική απόφαση των αμερικανικών ελίτ. Μια απόφαση, μάλιστα, την οποία είναι αποφασισμένες να εφαρμόσουν ακόμη και αν αυτό σημάνει το μελλοντικό πέρασμα των διπλωματικών προστριβών σε πραγματικά θερμά επεισόδια.
Ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Γερμανία Ρίτσαρντ Γκρένελ, με μήνυμά του στο Twitter εξήγησε ότι «κάθε χώρα που θα αποφασίσει να χρησιμοποιήσει μη αξιόπιστους παρόχους δικτύων 5G θα διακινδυνεύσει την ικανότητά μας να μοιραζόμαστε διαβαθμισμένο υλικό και πληροφορίες στο υψηλότερο επίπεδο». Σε ελεύθερη απόδοση αυτό ισοδυναμεί με απειλή διακοπής κάθε συνεργασίας σε στρατιωτικό και ίσως διπλωματικό επίπεδο με πρώτο πεδίο αντιπαράθεσης το ίδιο το ΝΑΤΟ.
Η προειδοποίηση δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία αλλά συνέχεια της εμπλοκής στην υπόθεση του ίδιου του γενικού γραμματέα του της Βορειοατλαντικής συμμαχίας. Μιλώντας πριν από ένα χρόνο σε διεθνές συνέδριο ο Γιενς Στόλτενμπεργκ μετέφερε ουσιαστικά τις θέσεις της Ουάσιγκτον προειδοποιώντας για την οργή της υπερδύναμης απέναντι σε όποιον τολμήσει να συνεργαστεί με κινεζικές εταιρείες. Ρίχνοντας περισσότερο λάδι στη φωτιά ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας εξήγησε ότι «στη νέα εποχή αντιπαράθεσης των υπερδυνάμεων, κυρίως εναντίον της Κίνας και της Ρωσίας… πρέπει να προετοιμαστούμε και πάλι για πολεμικές συρράξεις υψηλής έντασης».
Ίσως πάντως η πιο προκλητική λεπτομέρεια της υπόθεσης είναι ότι οι απειλές της Ουάσιγκτον προς τους ευρωπαίους συμμάχους της πραγματοποιήθηκαν την ίδια εβδομάδα που αποκαλύφθηκε ίσως το μεγαλύτερο δίκτυο παρακολουθήσεων στην ιστορία της ανθρωπότητας. Σύμφωνα με στοιχεία που έφερε στο φως η Ουάσινγκτον Ποστ και το γερμανικό δίκτυο ZDF, η CIA και οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών πουλούσαν σε δεκάδες κυβερνήσεις προγράμματα και μηχανισμούς κρυπτογράφησης μέσω των οποίων μπορούσαν να παρακολουθούν τις πλέον απόρρητες επικοινωνίες τους. Οι πωλήσεις γίνονταν μέσω της ελβετικής εταιρείας Crypto, η οποία αποτελούσε βιτρίνα των αμερικανικών και γερμανικών μυστικών υπηρεσιών ενώ συνεργαζόταν στενά με την Siemens και την Motorola.
Η Ουάσιγκτον δηλαδή, σχεδόν από το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα εκμεταλλευόταν υποδομές τηλεπικοινωνιών και κρυπτογράφησης για να πραγματοποιεί παρακολουθήσει συμμάχων της – κινήσεις τις οποίες η Κίνα δεν μπορεί ούτε καν να διανοηθεί.
Στα στοιχεία αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς το γεγονός ότι το Πεντάγωνο ελέγχει ακόμη και σήμερα την πλειονότητα των δορυφορικών συστημάτων γεωεντοπισμού (GPS) ενώ τρεις αμερικανικές επιχειρήσεις (Google, Amazon και Microsoft) ελέγχουν σταδιακά τα δεδομένα των μεγαλύτερων επιχειρήσεων του πλανήτη μέσω των υπηρεσιών cloud computing (απομακρυσμένη αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων). Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας μια χώρα δεν διατηρούσε τόσο ολοκληρωτικό έλεγχο υποδομών στρατηγικής σημασίας για την παγκόσμια οικονομία.
Μέσω της διάσκεψης του Μονάχου, λοιπόν, η Ουάσιγκτον έστειλε στην Ευρώπη ένα σαφές μήνυμα: Η θα μας επιτρέψετε να διατηρήσουμε το μονοπώλιο στον έλεγχο αυτών των υποδομών ή θα βρεθείτε αντιμέτωποι με την διπλωματική και στρατιωτική ισχύ του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου.
Το πρόβλημα όμως για τους τοποτηρητές της αμερικανικής αυτοκρατορίας ήταν ότι οι υπήκοοί τους αποφάσισαν να αμφισβητήσουν τις εντολές τους. Το ιδιαίτερα θερμό χειροκρότημα που δέχθηκαν οι εκπρόσωποι της κινεζικής αντιπροσωπείας αποτέλεσε την απάντηση στο θράσος των Αμερικανών υπουργών.
H φετινή διάσκεψη του Μονάχου μπορεί να μην είχε τις περσινές προσωπικές εντάσεις μεταξύ ηγετών, όπως η Μέρκελ και ο Τραμπ, αποκάλυψε όμως την ύπαρξη πολύ βαθύτερων ρηγμάτων στις σχέσεις της Ευρώπης με τις ΗΠΑ. Το ερώτημα πλέον είναι εάν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις θα διατηρήσουν την ίδια στάση ή θα προχωρήσουν σύντομα σε μια ακόμη ταπεινωτική αναδίπλωση.