Βουλγαρία πανεπιστήμια

Το ασίγαστο πάθος της Βουλγαρίας

Σε αναζωπύρωση των εργατικών κινητοποιήσεων σε ολόκληρη τη Βουλγαρία οδήγησε η παρουσίαση του προϋπολογισμού του 2014 με τους φοιτητές αλλά και εργαζόμενους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα να δίνουν το στίγμα σε μια από τις πιο μακροχρόνιες εκρήξεις κοινωνικής οργής που έχει γνωρισει η Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες.

Υπό κατάληψη παραμένουν εδώ και αρκετές εβδομάδες τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της χώρας. Οι κινητοποιήσεις στο χώρο της εκπαίδευσης ξεκίνησαν όταν ομάδες φοιτητών κατέλαβαν το κεντρικό αμφιθέατρο του πανεπιστημίου της Σόφιας πυροδοτώντας ένα κύμα κινητοποιήσεων και καταλήψεων σε όλη τη χώρα. Τις προηγούμενες ημέρες ο συμβολικός αποκλεισμός του κοινοβουλίου από χιλιάδες φοιτητές, που ζητούν την παραίτηση της κυβέρνησης, αντιμετωπίστηκε με ωμή αστυνομική βία που οδήγησε σε δεκάδες τραυματισμούς και προσαγωγές.

Οι καθηγητές των πανεπιστημίων εξέφρασαν τη στήριξή τους στον αγώνα των φοιτητών συμμετέχοντας ενεργά στις κινητοποιήσεις ενώ γνωστά μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας κατηγορούν την κυβέρνηση για διαπλοκή με μεγάλα επιχειρηματικά κέντρα της Βουλγαρίας. Τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, όπως ήταν αναμενόμενο, σήκωσαν και πάλι τη σημαία της «απώλειας του εξαμήνου» χωρίς να καταφέρουν όμως να κάμψουν το φρόνημα των φοιτητών.

Η στάση των φοιτητών ήταν ουσιαστικό το κομβικό σημείο για την ανατροφοδότηση και των εργατικών κινητοποιήσεων που είχε παρουσιάσει μια φυσιολογική κάμψη ύστερα από 150 ημέρες στις οποίες Βούλγαροι εργαζόμενοι διαμαρτύρονταν για τις περικοπές αλλά και τη διαφθορά των κυβερνητικών κομμάτων. Την Τετάρτη χιλιάδες εργάτες διαδήλωσαν στο κέντρο της Σόφιας, ύστερα από κάλεσμα του συνδικάτου CITUB. Οι συγκεντρωμένοι ζητούσαν αυξήσεις 10% στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, αύξηση των δαπανών για την υγεία αλλά και μεταρρύθμιση των υπηρεσιών παροχής ηλεκτρικού ρεύματος.

Οι κωμικοτραγικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν στην παροχή ηλεκτρισμού, ύστερα από το ξεπούλημα των κρατικών επιχειρήσεων, ήταν αυτή που πυροδότησε την «βουλγαρική Άνοιξη» και την πτώση της κεντροδεξιάς κυβέρνησης τον περασμένο Φεβρουάριο εξακολουθούν να αποτελούν ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα στη Βουλγαρία.

Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ότι ο χρόνος ζωής της νέας κυβέρνησης θα εξαρτηθεί από… το δελτίο καιρού καθώς η αδυναμία μεγάλου τμήματος του πληθυσμού να πληρώσει για τη θέρμανση θα γιγαντώσει την οργή και τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Η κατάσταση είναι τραγική και για το νέο κύμα αστέγων που δημιουργείται στη Σόφια αλλά και σε άλλες πόλεις της χώρας.

Η τελευταία συγκέντρωση απέδειξε ότι η «κεντροαριστερή» κυβέρνηση χάνει πλέον τη στήριξη ευρύτερων στρωμάτων αλλά κυρίως ότι τα αιτήματα των διαδηλωτών διευρύνονται. Οι καταγγελίες περί διαφθοράς, που είναι απόλυτα δικαιολογημένες λόγω του μαφιόζικου χαρακτήρα του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου της χώρας, φαίνεται να περνούν σε δεύτερη μοίρα καθώς στο επίκεντρο της λαϊκής οργής βρίσκεται πλέον η πολιτική λιτότητας της ΕΕ και του ΔΝΤ. Οι συμβολικού τύπου αυξήσεις στον κατώτατο μισθό και σε επιδόματα για τα ασθενέστερα στρώματα, που προώθησε η κυβέρνηση, δεν κατάφεραν να ξεγελάσουν κανένα – αν και απέδειξαν σε γειτονικές χώρες όπως η Ελλάδα ότι ακόμη και η φτωχότερη χώρα της ΕΕ μπορεί να κάνει ορισμένα βήματα υπέρ των αδυνάτων, έστω και για τα μάτια του κόσμου.

Ο πρωθυπουργός Πλάμεν Ορεσάρσκι, πάντως, έφτασε στο σημείο να απειλεί με άμεση απομάκρυνση τους εργαζόμενους του δημοσίου τομέα που συμμετέχουν σε απεργιακές κινητοποιήσεις ενώ επιχειρεί να συσπειρώσει τη βάση του κόμματός του με αντισυγκεντρώσεις υποστήριξης του κυβερνητικού έργου.
Την ίδια ώρα η ανεργία των νέων, που μέχρι τώρα έπληττε κυρίως τα μεσαία στρώματα των αποφοίτων πανεπιστημίων, αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Ένας στους τρεις νέους βρίσκεται χωρίς δουλειά ενώ σχεδόν το 20% δεν κατάφερε ποτέ να βρει απασχόληση τελειώνοντας τη μέση ή την ανώτατη εκπαίδευση, περνώντας απευθείας στην κατηγορία των μακροχρόνια ανέργων.

Η «σοσιαλιστική» κυβέρνηση του Πλάμεν Ορεσάρσκι είναι πλέον αναγκασμένη να στηρίζεται στην άτυπη κοινοβουλευτική ανοχή του ακροδεξιού κόμματος Ατάκ σε μια προσοσπάθεια, όπως λέει, να εξαντλήσει την τετραετία – στόχος που χαρακτηρίζεται πλέον σαν ανέκδοτο από αναλυτές εντός και εκτός της χώρας. Η άτυπη αυτή συμμαχία με τους νεοφασίστες όμως αναμένεται να επηρεάσει άμεσα τις πολιτικές εξελίξεις καθώς η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα νέο μετανστευτικό ρεύμα από τη Συρία και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας. Μέχρι το τέλος του χρόνου αναμένεται να έχουν εισέλθει στη χώρα τουλάχιστον 11.000 Σύροι πρόσφυγες. Οι περισσότεροι από όσους κατάφερνα να φτάσουν μέχρι τη Βουλγαρία στοιβάζονται τώρα σε εγκαταλελειμμένα σχολεία στα νοτιοανατολικά σύνορα της χώρας αντιμετωπίζοντας άμεσο πρόβλημα επιβίωσης καθώς η κυβέρνηση δεν καταφέρνει να προσφέρει ούτε στοιχειώδεις ποσότητες φαγητού.

Η δημιουργία ενός ακόμη νεοναζιστικού κόμματος τις τελευταίες εβδομάδες σε συνδυασμό με τις επιθέσεις σε τσιγγάνους που πραγματοποιούν συμμορίες ακροδεξιών σε όλη τη χώρα δημιουργούν ένα εφιαλτικό σκηνικό το οποίο περνά από τις παρυφές της κοινωνίας στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε πρόσφατη έρευνα διαπιστώθηκε ότι πάνω από το 15% του πληθυσμού εγκρίνει τις βίαιες επιθέσεις που πραγματοποιούν νεοναζιστικά τάγματα θανάτου εναντίον μεταναστών και τσιγγάνων ενώ το 20% ζητά το ολοκληρωτικό «σφράγισμα» των συνόρων.

Την ίδια ώρα ανθρωπιστικές οργανώσεις καταγγέλλουν ότι η κυβέρνηση όχι μόνο ανέχεται τις επιθέσεις ακροδεξιών αλλά ουσιαστικά με τη νέα νομοθεσία που προωθεί για τη λειτουργία των δυνάμεων ασφαλείας επιχειρεί να θεσμοθετήσει την παρουσία ομάδων «πολιτοφυλακής» που θα λειτουργούν σαν το μακρύ χέρι των αστυνομικών δυνάμεων απέναντι σε μετανάστες και πρόσφυγες.

Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα ΠΡΙΝ 24/11/2013

Σχετικά άρθρα:
Βουλγαρία: Η «Βαλκανική Άνοιξη»
Ζητείται κυβέρνηση Φρανκενστάιν στη Βουλγαρία
Προσεχώς Βούλγαροι

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ