Οι δυνάμεις ασφαλείας περίμεναν με τα δάχτυλα στη σκανδάλη την ετυμηγορία του δικαστηρίου για τον πρώην δικτάτορα της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ. Η αθωωτική απόφαση, για το θάνατο 846 ανθρώπων και τον τραυματισμό τουλάχιστον 6.000 από την αστυνομία και δυνάμεις παρακρατικών κατά τη διάρκεια της επανάστασης της πλατείας Ταχρίρ το 2011, ήταν ουσιαστικά προειλημμένη και η μοναδική αγωνία του νέου καθεστώτος ήταν πως θα περιορίσει τις ταραχές που με βεβαιότητα θα ακολουθούσαν την ανακοίνωσή της.
Η ανατροπή του Μουμπάρακ είχε σηματοδοτήσει το οριστικό τέλος του νασερικού εθνικισμού, ο οποίος στο πέρασμα των χρόνων είχε χάσει όλα τα αντι-ιμπεριαλιστικά και επαναστατικά χαρακτηριστικά της νιότης του για να μετατραπεί σε μια σύγχρονη μορφή νεοφιλελεύθερης δικτατορίας. Αθωώνοντας τον Μουμπάρακ, το νέο καθεστώς της Αιγύπτου επαναφέρει στο προσκήνιο τα δικτατορικά χαρακτηριστικά του παλαιού συστήματος απογυμνώνοντάς τα από οποιοδήποτε στοιχείο τα καθιστούσε έστω και ελάχιστα επικίνδυνα για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ στην περιοχή.
Οι αποφάσεις που έχει λάβει τους τελευταίους μήνες η χούντα της Αιγύπτου δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις πρακτικές του Μουμπάρακ ενώ συχνά τις ξεπερνούν σε ζήλο αλλά και παραλογισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ άλλων απαγορεύτηκε πρόσφατα η φωτογράφιση αστυνομικών που βιαιοπραγούν εναντίον πολιτών με το σκεπτικό ότι οι σχετικές εικόνες ενδέχεται να παρακινήσουν τους πολίτες σε βίαια επεισόδια. Η εισβολή της αστυνομίας και του στρατού σε πανεπιστήμια είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο ενώ η κυβέρνηση αναγκάστηκε να καθυστερήσει την έναρξη των μαθημάτων για ένα μήνα προκειμένου να προλάβει να στήσει μηχανισμούς ελέγχου στο εσωτερικό των μεγαλύτερων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Με πρόσχημα την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας σε αρκετές περιοχές της χώρας, όπως η Χερσόνησος του Σινά, έχει κηρυχθεί στρατιωτικός νόμος. Όσοι συλλαμβάνονται μάλιστα για «αντικαθεστωτικές ενέργειες» δικάζονται με συνοπτικές διαδικασίες από στρατοδικεία – η κατάργηση των οποίων ήταν ένα από τα βασικά αιτήματα των εξεγερμένων το 2011.
Πρωταρχικός στόχος του στρατιωτικού κατεστημένου ήταν το δίκτυο της οργάνωσης των Αδελφών Μουσουλμάνων, της μοναδικής δηλαδή δύναμης που είχε την οργανωτική επάρκεια να διεκδικήσει την εξουσία μετά τη λαϊκή επανάσταση. Το κόμμα των Αδελφών Μουσουλμάνων, που προς στιγμήν φάνηκε να κερδίζει την εμπιστοσύνη της Ουάσινγκτον αλλά και σημαντικών τμημάτων του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου της Αιγύπτου, αφού ακολούθησε κατά γράμμα τις εντολές του ΔΝΤ, βρίσκεται τώρα υπό συνεχή διωγμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια περίπου περίοδο, που η αιγυπτιακή δικαιοσύνη αθώωνε τον δικτάτορα Μουμπάρακ για διαπιστωμένα εγκλήματα, ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος των Αδελφών Μουσουλμάνων Μοχάμεντ Μόρσι καταδικάζονταν για τρίτη φορά σε θάνατο. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον 3.000 οπαδοί των Αδελφών Μουσουλμάνων σκοτώθηκαν από τις αρχές ασφαλείας (οι 1.000 σε διάστημα λίγων ωρών) ενώ ο αριθμός όσων βρέθηκαν στη φυλακή υπολογίζεται κατά προσέγγιση από 16.000 έως 40.000 άτομα.
Η επίθεση όμως εναντίον της οργάνωσης έχει μετατραπεί και σε μια βιτρίνα για την κατάργηση κάθε συλλογικού και ατομικού δικαιώματος ακόμη και για ομάδες του πληθυσμού που αρχικά είχαν στηρίξει το πραξικόπημα με το οποίο ο στρατηγός Σίσι ανέτρεψε το Μόρσι. Το επίπεδο ελευθεροτυπίας στη χώρα έχει επιστρέψει στα επίπεδα πριν από το 2011 ενώ οι συντάκτες που όλες τις προηγούμενες δεκαετίες στήριζαν το καθεστώς Μουμπάρακ τώρα γράφουν διθυραμβικά κείμενα για τη νέα στρατιωτική ηγεσία της χώρας. Ούτως η άλλως αρκετά από τα σημαντικότερα στελέχη του καθεστώτος Μουμπάρακ επιστρέφουν σταδιακά στις θέσεις τους στον κρατικό μηχανισμό.
Εξίσου σημαντικές είναι όμως οι επιπτώσεις από την διακυβέρνηση Σίσι και για τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Η στρατηγική συνεργασία μεταξύ του Καϊρου, του Τελ Αβίβ και της Ουάσινγκτον ενισχύεται σε βαθμό που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία των τελευταίων δεκαετιών και μάλιστα σε μια περίοδο που ΗΠΑ και το Ισραήλ φαίνεται να λειτουργούν αποσταθεροποιητικά για την περιοχή. Για πρώτη εδώ και πάρα πολλά χρόνια ο αιγυπτιακός στρατός αναπτύχθηκε εκτός των συνόρων, με την αποστολή δυνάμεων στη Λιβύη, προκειμένου να ενισχύσει τον στρατηγό Χαλιφά Χίφτερ – στενό συνεργάτη των ΗΠΑ και συγκεκριμένα της CIA. Την ίδια περίοδο έκλεισε και πάλι τα συνοριακά περάσματα στην αποκλεισμένη Γάζα και κατέστρεψε αρκετά από τα τούνελ, που λειτουργούσαν σαν βασικές αρτηρίες τροφοδοσίας για τους Παλαιστίνιους, ενώ γκρέμισε και δεκάδες σπίτια Παλαιστίνιων στα αιγυπτιακά σύνορα. Η απόλυτη εγκατάλειψη των Παλαιστινίων είναι πλέον εμφανής και στο εσωτερικό της χώρας καθώς τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης, που ελέγχονται από το καθεστώς, πραγματοποιούν έναν καθημερινό πόλεμο λάσπης εναντίον των κατοίκων της Γάζας και των οργανώσεών τους. Η συγκεκριμένη στάση προσδένει ακόμη περισσότερο το Κάιρο με το Τελ Αβίβ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Ισραήλ έδωσε για πρώτη φορά το πράσινο φως στον αιγυπτιακό στρατό να αποστείλει ισχυρές δυνάμεις στην αποστρατιοτικοποιημένη ζώνη του Σινά ενώ σε αντάλλαγμα το Κάιρο επέτρεψε σε ισραηλινά μη επανδρωμένα αεροσκάφη να πετάξουν και να πλήξουν στόχους στην ίδια περιοχή. Και όλα αυτά συμβαίνουν ενώ το στρατιωτικό καθεστώς της Αιγύπτου ενισχύει σε καθημερινή βάση την οικονομική και στρατιωτική συνεργασία του με τις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου – με καθεστώτα δηλαδή που μέχρι πρότινος εξόπλιζαν τους τζιχαντιστές του ISIS και συνεχίζουν να στέλνουν χρήματα και οπλισμό σε ακραίες ισλαμικές οργανώσεις που δρουν στη Συρία και το Ιράκ.
Ο νέος στρατηγικός σχεδιασμός του Καϊρου φέρνει την Αίγυπτο σε ευθεία αντιπαράθεση με το Ιράν και τη το καθεστώς Άσαντ στη Συρία και δευτερευόντως και με τη Ρωσία, που αποτελεί τη μοναδική δύναμη που αυτή τη στιγμή στέκεται εμπόδιο στην απόλυτη εδραίωση της αμερικανικής κυριαρχίας στην περιοχή.
Ακολουθώντας σε γενικές γραμμές την πολιτική του Μουμπάρακ, χωρίς όμως να τηρεί ούτε τα προσχήματα του προηγούμενου δικτάτορα, η χούντα της Αιγύπτου μετατρέπεται σε ένα αυταρχικό καθεστώς για τους πολίτες της και έναν ακόμη παράγοντα αποσταθεροποίησης για ολόκληρη την περιοχή της Μεσογείου.
Άρης Χατζηστεφάνου
ΕΠΙΚΑΙΡΑ Δεκέμβριος 2014