“Το πρόβλημα με το φασισμό από τη σκοπιά των αστών” μας έλεγε ο καθηγητής Σπύρος Μαρκέτος στο ντοκιμαντέρ ΦΑΣΙΣΜΟΣ Α.Ε. “είναι ότι πρόκειται για κίνημα, που σημαίνει ότι είναι ανεξέλεγκτο. Τα κινήματα δεν μπορείς να τα ξεκινάς και να τα σταματάς κατά βούληση. Και όπως καταλαβαίνουν, όσοι έχουν ελάχιστη ιστορική εμπειρία, μπορούν να γίνουν επικίνδυνα για αυτούς που τα ξεκινούν”.
Ο λόγος του ήταν σχεδόν προφητικός και τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των εκλογών δεν θα μπορούσαν να τον έχουν επιβεβαιώσει με… χειρότερο τρόπο.
Η Ελλάδα έχει πλέον τουλάχιστον 10% καθαρούς φασίστες και είναι πια αστείο να τους δικαιολογούμε λέγοντας ότι δεν ήξεραν τι ψήφιζαν.
Στη χούντα θα ήταν βασανιστές και με τις κινήσεις τους θα προωθούσαν την προδοσία της Κύπρου. Στα χρόνια του παρακράτους θα καβαλούσαν τρίκυκλα σαν τον Κοτζαμάνη. Στην κατοχή θα ήταν συνεργάτες των Γερμανών, ταγματασφαλίτες και μαυραγορίτες. Στην ελληνική επανάσταση θα ήταν νενέκοι, συνεργάτες των Τούρκων και στην αρχαιότητα θα γίνονταν Εφιάλτες – και ας βλέπουν σήμερα τους 300 πιστεύοντας ότι ανήκουν στην πλευρά του Λεωνίδα.
Τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής δεν απέχουν από το 10.44% του Ουκρανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος Σβόμποντα, το οποίο με τις ευλογίες της ΕΕ και συγκεκριμένα του Ευ.Βενιζέλου, τοποθέτησε έξι υπουργούς στην κυβέρνηση του Κιέβου.
Πιο απλά. Η εποχή όπου τάγματα εφόδου θα δολοφονούν και θα καίνε ζωντανούς ανθρώπους και στην Ελλάδα ίσως δεν είναι τόσο μακριά όσο θέλουν να πιστεύουν ορισμένοι.
Σε ανάλογες ιστορικές περιόδους η Αριστερά σήκωσε το βάρος να τσακίσει τον φασισμό. Και αυτό θα κάνει και σήμερα. Ας μην έχουν καμία αμφιβολία οι φασίστες και ας σταματήσουν να κοιμούνται ήσυχοι.
Όσο μεγάλη είναι όμως η ανάγκη να αναγνωρίσουμε πλέον ότι το 10% του πληθυσμού είναι γνήσιοι νεοναζιστές άλλο τόσο πρέπει να ξανακοιτάξουμε αυτούς που τους έφεραν από την ανυπαρξία στα σημερινά εκλογικά ποσοστά.
Δεν θα μιλήσουμε εδώ και πάλι για τον φιλοχουντικό Βορίδη και τον ακροδεξιό συρφετό που πλαισιώνει τον πρωθυπουργό. Δεν θα πούμε τίποτα για αναθεωρητές ακαδημαϊκούς και τις εφημερίδες που φιλοξενούσαν για μια δεκαετία τις δικαιολογίες τους για το ρόλο που έπαιξαν οι ταγματασφαλίτες. Δεν θα ξαναμιλήσουμε για τα μέσα ενημέρωσης του Μπόμπολα, του Βαρδινογιάννη, του Αλαφούζου, του Κυριακού και τόσων άλλων που αντιμετώπιζαν τους χρυσαυγίτες σχεδόν σαν ροκ αστέρες. Δεν θα αναφερθούμε καν σε επιχειρηματίες που χρησιμοποίησαν την Χ.Α σαν εργαλείο εναντίον των συνδικάτων αλλά ούτε και για το ρόλο της εκκλησίας στην άνοδο του ναζισμού.
Όλα αυτά αποτελούν φυσικά την ουσία του προβλήματος αλλά τα έχουμε αναλύσει πολλές φορές στο παρελθόν.
Σήμερα θα μιλήσουμε για αυτό που κάποτε χαρακτηρίζαμε μεγάλη συντηρητική παράταξη. Ανθρώπους με τους οποίους μπορεί να είχαμε χιλιάδες ιδεολογικές διαφορές αλλά μεγαλώσαμε στα ίδια μέρη, είδαμε τις ίδιες ταινίες και ακούσαμε τις ίδιες μουσικές.
Ανθρώπους που ξέρουμε ότι δεν είναι σε καμία περίπτωση φασίστες, ούτε καν ακροδεξιοί, αλλά εδώ και χρόνια αποδέχονται σιωπηλά τον εκφασισμό της πολιτικής και μιντιακής μας ζωής.
Τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ που δεν αντέδρασαν όταν ο Σαμαράς ζητούσε να πετάνε τα παιδιά των μεταναστών έξω από τους βρεφονηπιακούς σταθμούς – όπως ακριβώς ζητούσαν και οι νεοναζιστές της Χρυσής Αυγής.
Τους πολίτες που δεν εξεγέρθηκαν όταν οι κυβερνήσεις τους φλέρταραν με το κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ και αποδέχτηκαν τη στήριξη που παρείχε η ΕΕ στους φασίστες της Ουκρανίας.
Αυτούς που ένιωσαν ένα κόμπο στο στομάχι με τα βασανιστήρια του Δένδια αλλά δεν βγήκαν να το φωνάξουν. Εκείνους που χλόμιασαν βλέποντας τους επιζώντες από το Φαρμακονήσι αλλά συνέχισαν να παρακολουθούν στο Mega τον Θεοδωράκη, σε “διατεταγμένη” δημοσιογραφική υπηρεσία, να προσπαθεί να δικαιολογήσει τη δολοφονική πολιτική του ελληνικού κράτους απέναντι σε ανυπεράσπιστους πρόσφυγες.
Μέσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ υπάρχουν άνθρωποι χίλιες φορές πιο έξυπνοι και μορφωμένοι από τον υπογράφοντα, και δεν θα πιστέψω ποτέ ότι κοιμούνται ήσυχοι γνωρίζοντας ότι τα κόμματά τους τοποθέτησαν έναν άνθρωπο σαν τον Γεωργιάδη στη θέση του υπουργού Υγείας. Ο πολιτισμός τους και η κουλτούρα τους, ανώτερα από τα δικά μου, δεν έπρεπε να τους το επιτρέψει.
Άνθρωποι όπως ο Χατζιδάκις, ο Ελύτης και ο Σεφέρης προέρχονταν από αυτή τη μεγάλη συντηρητική παράταξη αλλά ήξεραν να αναγνωρίσουν την ασχήμια και το πρόσωπο του κτήνους.
Ευθύνες για την άνοδο του φασισμού έχουμε φυσικά όλοι και κυρίως η Αριστερά που δεν κατάφερε να προσφέρει ένα εναλλακτικό όραμα στα μεσαία και κατώτερα οικονομικά στρώματα που τσακίστηκαν από την οικονομική κρίση.
Έχει έρθει όμως και η στιγμή για τη μεγάλη συντηρητική παράταξη να ξεχορταριάσει τα οικόπεδά της από την άκρα δεξιά που γέννησε το φασισμό.
Έχουμε εμπιστοσύνη ότι μπορούν να το κάνουν.
Άρης Χατζηστεφάνου
Υ.Γ Ας μην θεωρηθεί το παρόν κείμενο “άνοιγμα” εθνικής συμφιλίωσης. Το ιδεολογικό και ταξικό μίσος παραμένει… άσβεστο. Η μετεξέλιξη όμως του ελληνικού φασισμού σε μαζικό κίνημα απαιτεί συναγερμό σε όλα τα επίπεδα.