Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Πηγή: Iskra.gr
Το αποτυχημένο πραξικοπήμα στην Τουρκία θα έχει μεγάλες επιπτώσεις στην εσωτερική εξέλιξη της χώρας, στις σχέσεις της με τη Δύση- συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας- στο Συριακό και το Κουρδικό πρόβλημα, γενικότερα στην κρίση που μαστίζει την ήδη εκρηκτικά αποσταθεροποιημένη περιοχή της Ανατολικής Μεοσγείου και της Μέσης Ανατολής. Πολλά ερωτήματα σχετικά με το τι ακριβώς συνέβη τη δραματική νύχτα της 15ης προς 16η Ιουλίου παραμένουν ακόμη αναπάντητα. Είναι ωστόσο υποχρεωμένος κανείς να αποτολμήσει, με την επιφύλαξη που επιβάλλει η σοβαρότητα των εξελίξεων, κάποιες πρώτες υποθέσεις, βασισμένες σε αυτά που έχουν ήδη γίνει γνωστά.
-Ποιοι οργάνωσαν και γιατί την απόπειρα πραξικοπήματος; Η δημοφιλής, στο Διαδίκτυο και σε εθνικιστικούς κύκλους, “θεωρία” περί πραξικοπήματος- οπερέτα, μιας προβοκάτσιας που οργανώθηκε από τον ίδιο τον Ερντογάν για να ξεκαθαρίσει τους αντιπάλους του, δεν μπορεί να υποστηριχτεί στα σοβαρά. Το πραξικόπημα ήταν μια πολύ σοβαρή, μεγάλων διαστάσεων και από καιρό σχεδιασμένη κίνηση με στόχο την ανατροπή του Ερντογάν και του ΑΚΡ. Σ’αυτό συμμετείχαν στρατηγοί, διοικητές στρατιών, οι οποίοι κατέλαβαν αστραπιαία τα αεροδρόμια, κατέβασαν τανκς στο κέντρο της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης, εισέβαλαν στην κρατική τηλεόραση, βομβάρδισαν το κοινοβούλιο, τα αρχηγεία της αστυνομίας και της κεντρικής υπηρεσίας Πληροφοριών, σκότωσαν τον επικεφαλής της πολιτικής εκστρατείας του Ερντογάν και αποπειράθηκαν να σκοτώσουν τον ίδιο τον πρόεδρο της χώρας, στη Μαρμαρίδα. Ήδη έχουν συλληφθεί 11 στρατηγοί, οι οποίοι είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν τη θανατική ποινή. Το να επιμένει κανείς ότι όλα αυτά σχεδιάστηκαν από τον Ερντογάν δεν φαίνεται και πολύ λογικό.
Από την άλλη, δεν φαίνεται να έχει βάση η εκδοχή ότι η απόπειρα πραξικοπήματος οργανώθηκε από τις ΗΠΑ. Όχι επειδή η απόπειρα απέτυχε- και άλλα πραξικοπήματα, που ξεκάθαρα υποστηρίχθηκαν από τις ΗΠΑ, από την εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων, στην Κούβα, μέχρι το στρατιωτικό κίνημα εναντίον του Τσάβες, στη Βενεζουέλα- απέτυχαν. Αλλά γιατί η Ουάσιγκτον, παρότι ασφαλώς δεν συμπαθεί καθόλου, για τους δικούς της λόγους, τον Ερντογάν, είχε πλήρη συνείδηση ότι ένα “επιτυχημένο” πραξικόπημα θα της δημιουργούσε πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα θα έλυνε. Η Τουρκία, μια στρατηγικής σημασίας χώρα του ΝΑΤΟ, θα βυθιζόταν σε ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο, μπροστά στον οποίο το λουτρό αίματος στην Αίγυπτο μετά την ανατροπή του Μόρσι από τον στρατηγό Σίσι θα έμοιαζε με τρικυμία σε ένα ποτήρι νερό. Το γεγονός ότι ο άνθρωπος που κατονομάζεται από τον Ερντογάν ως ιθύνων νους του πραξικοπήματος, ο Φετουλάχ Γκιουλέν, βρίσκεται αυτοεξόριστος στις ΗΠΑ δεν αποτελεί απόδειξη. Άλλωστε, ο Γκιουλέν βρίσκεται στις ΗΠΑ από το 1999, κυνηγημένος όχι από τον Ερντογάν, με τον οποίο ήταν μέχρι πρόσφατα στενός σύμμαχος, αλλά από την Κεμαλική στρατοκρατία.
Επομένως; Τείνουμε να πιστέψουμε- χωρίς να μπορεί κανείς, αυτή τη στιγμή, να είναι απολύτως βέβαιος- ότι το αποτυχημένο πραξικόπημα οργανώθηκε από μια ισχυρή, αλλά μειοψηφική, όπως αποδείχθηκε, μερίδα του στρατεύματος, σε συνεργασία με κύκλους της Δικαιοσύνης και των δυνάμεων ασφαλείας, οι οποίοι βεβαίως υπολόγιζαν ότι θα τύχουν της υποστήριξης ή τουλάχιστον της ανοχής των ΗΠΑ στο βαθμό που θα επικρατούσαν. Είναι πολύ πιθανό ότι το δίκτυο του Γκιουλέν, το Hizmet, έπαιξε βασικό ρόλο στον συντονισμό όλων των αντι- Ερντογάν στοιχείων και στην προετοιμασία του πραξικοπήματος. Οι ταπεινώσεις που υπέστη ο στρατός με τις υποθέσεις Εργκένεγκον και Βαρειοποούλα, αλλά και η καταπόνησή του λόγω των τυχοδιωκτισμών του Ερντογάν στο Συριακό μέτωπο και στο Κουρδικό, προφανώς δημιούργησαν ένα περιβάλλον εκτεταμένης δυσαρέσκειας στους κόλπους των ενόπλων δυνάμεων, την οποία προσπάθησαν να εκμεταλλευθούν οι πραξικοπηματίες. Οι επικείμενες κρίσεις για την ηγεσία του στρατού, στα τέλη Ιουλίου, ίσως να έδρασαν όντως ως ο καταλύτης που επιτάχυνε τις εξελίξεις.
-Γιατί απέτυχε το πραξικόπημα; Πρώτα απ’ όλα, γιατί οι κινηματίες δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την πειθαρχία όλων ή τουλάχιστον των περισσότερων κρίσιμων κρίκων στους κόλπους του στρατεύματος, όπως θα πρέπει να υπολόγιζαν. Ένα πρώτο, εξ όσων γνωρίζουμε, πλήγμα ήρθε από τον διοικητή της Α’ Στρατιάς, στρατηγό Νουντάρ, ο οποίος ανακατέλαβε το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης. Το γεγονός ότι οι ειδικές δυνάμεις του στρατού, η στρατοχωροφυλακή και η ΜΙΤ τάχθηκαν από την πρώτη στιγμή εναντίον των κινηματιών έδωσε μια πολύ ισχυρή, κρίσιμη μάζα στο στρατόπεδο Ερντογάν.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι κινηματίες δεν εξασφάλισαν ερείσματα στη φιλοδυτική αντιπολίτευση, κάτι που θα τους έδινε ένα πολιτικό πρόσωπο- μεταξύ άλλων, εμφανίζοντας αμέσως μετά την εκδήλωση του κινήματος, έναν μεταβατικό, πολιτικό πρωθυπουργό. Σύσσωμη η αντιπολίτευση συμπαρατάχθηκε με τον πρωθυπουργό του ΑΚΡ Μπιναλί Γιλντιρίμ στο πολιορκημένο κοινοβούλιο, ενώ το CNN Turk ήταν το κανάλι που μετέδωσε το μήνυμα του κρυπτόμενου Ερντογάν, μέσω FaceTime, στο λαό, καλώντας τον να βγει στους δρόμους και να φράξει το δρόμο στους πραξικοπηματίες. (Το γεγονός ότι το CNN Turk και γενικότερα ο αντιπολιτευόμενος, φιλοδυτικής κατεύθυνσης, όμιλος Ντογάν πρωτοστάτησαν, τις κρίσιμες ώρες, στις προσπάθειες απόκρουσης του πραξικοπήματος, προφανώς λέει πολλά).
Ο τρίτος και αποφασιστικότερος παράγοντας που οδήγησε στην αποτυχία του πραξικοπήματος ήταν η μαζική, ηρωική αντίσταση εκατοντάδων χιλιάδων Τούρκων πολιτών, τόσο οπαδών του Ερντογάν, όσο και Κεμαλιστών, αριστερών, φιλοκουρδικών και προοδευτικών δυνάμεων. Σε αντίθεση με τα πραξικοπήματα του 1960 και του 1980, που επικράτησαν σχεδόν χωρίς να συναντήσουν αντίσταση- αντίθετα, για συγκεκριμένους ιστορικούς λόγους, στην αρχική φάση τους είχαν συναντήσει την επιδοκιμασία σημαντικού τμήματος του κοινωνικού σώματος- το αποτυχημένο κίνημα των στασιαστών προσέκρουσε, αυτή τη φορά, σε μια πραγματική λαϊκή εξέγερση. Ο τουρκικός λαός, μεγάλο μέρος του οποίου είχε υποστεί την περιφρόνηση, την καταπίεση ή και την ωμή καταστολή από το καθεστώς Ερντογάν τα προηγούμενα χρόνια, ήταν αυτός που έσωσε την τουρκική δημοκρατία, ένα μάθημα που ο επίδοξος “σουλτάνος” δεν μπορεί, ακόμη κι αν το θέλει, να υποτιμήσει.
-Τι θα γίνει τώρα στην Τουρκία; Βραχυπρόθεσμα, ο Ταγίπ Ερντογάν βγαίνει κατά πολύ ενισχυμένος- όπως πάντα συμβαίνει με τα παρ’ ολίγον θύματα αποτυχημένων πραξικοπημάτων. Ο δεσμός του με μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων ανανεώθηκε και σφυρηλατήθηκε με το αίμα εκατοντάδων δημοκρατών. Οι διαρκείς καταγγελίες του περί συνωμοσιών για την ανατροπή του φαίνονται τώρα, στο φώς της νωπής, δραματικής εμπειρίας, ότι δεν ήταν κραυγές ενός ψεύτη βοσκού. Ο “λύκος” αποδείχθηκε πραγματικός. Τον επικαλείται ήδη για ένα σαρωτικό κύμα κάθαρσης των Γκιουλενικών και άλλων στασιαστών σε στρατό, αστυνομία, δικαιοσύνη και άλλους τομείς του κρατικού μηχανισμού. Όσο κι αν παρόμοια μέτρα ασφαλώς και επιβάλλονται, γνωρίζοντας κανείς την αυταρχική νοοτροπία του ανδρός έχει κάθε λόγο να υποψιαστεί ότι οι εκκαθαρίσεις είναι πιθανό να περιλάβουν κάθε ενοχλητική, αντιπολιτευόμενη φωνή. Κρίσιμο τεστ των προθέσεων του Ερντογάν θα είναι αν επιμείνει στην αλλαγή του πολιτεύματος, με συγκέντρωση των εξουσιών στα χέρια του, σε βάρος των δημοκρατικών δικαιωμάτων και εγγυήσεων.
Αν ο Ερντογάν μεταφράσει την υποστήριξη που εισπράττει σήμερα από τους πολίτες ως λευκή επιταγή για μια μεγάλη στροφή προς την απολυταρχία, θα προκαλέσει τη μοίρα του. Το πραξικόπημα, παρά την αποτυχία του, άνοιξε βαθύτατες πληγές σε μια ήδη βαθύτατα διχασμένη κοινωνία. Και μόνο το γεγονός ότι, μετά από 13 χρόνια στην εξουσία, ο Ερντογάν είδε να απειλείτει το αξίωμα και το ίδιο το κεφάλι του από στρατηγούς και συνταγματάρχες, αποτελεί τεράστιο πλήγμα για το γόητρό του. Σε μια στιγμή που, λόγω Ισλαμικού Κράτους και Κουρδικού, έχει ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε το στρατό, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν υποστεί τεράστια ζημιά και η ιεραρχική αλυσίδα έχει κλονιστεί σε πάρα παλλούς, κρίσιμους κρίκους (ακόμη κι ο στρατιωτικός σύμβουλος του Ερντογάν εμφανίζεται ως πραξικοπηματίας). Επομένως, αν ο Ερντογάν δεν ρίξει, με κάποιο τρόπο, γέφυρες στην αντιπολίτευση και επιμείνει στον απολυταρχισμό του, ένα νέο πραξικόπημα, αυτή τη φορά “πετυχημένο” δεν μπορεί να αποκλειστεί στο μέλλον- ίσως μάλιστα να έρθει από τους στρατηγούς που σήμερα εμφανίζονται ως οι αποφασιστικοί υπερασπιστές της δημοκρατικής τάξης: έτσι εμφανιζόταν άλλωστε και ο Πινοτσέτ, ο οποίος διορίστηκε αρχηγός ΓΕΕΘΑ από τον Αλιέντε για να τον προστατεύσει από τους πραξικοπηματίες!
-Τι επιπτώσεις να περιμένουμε στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας; Το ερώτημα αυτό είναι το πιο δύσκολο να απαντηθεί, δεδομένου ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική ήταν ήδη σωρός ερειπίων και το δίδυμο Ερντογάν- Γιλντιρίμ επιχειρούσε να κλείσει κάποια από τα μέτωπα που είχε ανοίξει η Άγκυρα το προηγούμενο διάστημα, σε πρώτη φάση με Ρωσία και Ισραήλ.
Το αμέσως επόμενο διάστημα θα συνεχιστούν οι αναταράξεις με τις ΗΠΑ γύρω από το τουρκικό αίτημα έκδοσης του Φετουλάχ Γκιουλέν, κάτι που είνα πάρα πολύ δύσκολο να δεχθούν οι Αμερικανοί, αν δεν θέλουν να στείλουν διεθνώς μήνυμα ότι είναι έτοιμοι, ανά πάσα στιγμή, να “πουλήσουν” τους φίλους τους. Μεσοπρόθεσμα, δεν νομίζουμε ότι ο Ερντογάν έχει τη βούληση, αλλά ούτε και διαθέτει την πολυτέλεια της αποξένωσης με τις ΗΠΑ. Άλλωστε είναι καιρός τώρα που κάνει κινήσεις σύσφιξης των σχέσεων με την Ουάσιγκτον- πρώτα με την παραχώρηση της βάσης του Ιντσιρλίκ για βομβαρδισμούς στη Συρία, έπειτα με την αποκατάσταση των σχέσεων με το Ισραήλ κ.α.
Δεν αποκλείεται, ωστόσο, η Τουρκία του Ερντογάν να στραφεί ακόμη περισσότερο στο ρόλο ενός αυτόνομου “παίχτη” στην περιοχή, με ευκαιριακές συμμαχίες προς διάφορες κατευθύνσεις και με ακόμη μεγαλύτερη καχυποψία έναντι των Αμερικανών και των Ευρωπαίων εταίρων της. Δεν θα εκλπαλούμε καθόλου αν, σε αυτό το πλαίσιο, δούμε κάποιες θεαματικές κινήσεις προσέγγισης του Ερντογάν με τον Πούτιν, προτού συμπληρωθεί χρόνος από την κατάρριψη του ρωσικού αεροπλάνου, που έφερε τις δύο χώρες στα πρόθυρα πολεμικής σύγκρουσης.