Δημήτρης Πούλιος
Πηγή: K-Lab
“Δε ξέρω τι γίνεται στον κόσμο Πεπίνιο. Οι άνθρωποι έχουν χάσει την δυνατότητα να θυμούνται, είναι σαν μην θέλουν να τους θυμίζουν πράγματα. Λες και δεν υπάρχει κανένα νόημα στο να θυμάσαι. Κανένα νόημα; Αν πάρεις τις αναμνήσεις μου τι θα μείνει από μένα; Όσο αφορά εμένα όλα αυτά είναι μια συνωμοσία των γαμημένων σοσιαλιστών.” ,
Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν “Off Side”
Ο Πέπε δεν μπορούσε να απαντήσει με σιγουριά. Στην Βαρκελώνη είχανε άλλωστε μια ευκολία να ξεχνάνε, η λήθη ήταν πιο οικία από την μνήμη, πιο ασφαλής. Πριν λίγες μέρες έκλεισαν ογδόντα χρόνια από την έναρξη του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και ογδόντα χρόνια μετά τίποτα το σπουδαίο δεν υπήρχε στην Βαρκελώνη ή και σε καμία άλλη πόλη της χώρας που να θυμίζει την σημαντικότερη ίσως περίοδο για τη σύγχρονη Ισπανία. Όταν επανεξετάζεται ο εμφύλιος υπάρχουν δύο Ισπανίες, έλεγε ο Πολ Πρέστον, και αρκετοί ακόμη πιστεύουν πως ο “Φράνκο ήταν καταπληκτικός”. Αυτό φάνηκε και από την σθεναρή αντίσταση που βρήκε η νεοεκλεγείσα δήμαρχος της Μαδρίτης, Μανουέλα Καρμένα, λίγους μήνες πριν, στη προσπάθεια της να αλλάξει τα ονόματα τριάντα οδών που συνδέονταν με το καθεστώς του Φράνκο. Τα ονόματα ακόμη παραμένουν.
Θυμήθηκε το 1975 και την “συμφωνία της λήθης”(el pacto de olvido), την άτυπη συμφωνία μεταξύ των πολιτικών ελίτ της χώρας και της Αριστεράς να προχωρήσουν σε μια ήσυχη μετάβαση στην δημοκρατία. Η νέα κατάσταση απαιτούσε μια δέσμευση, μια υποχρέωση προς τη λήθη. Οι κυβερνήσεις έπρεπε να αποφύγουν ενέργειες που θα θυμίζουν το παρελθόν δημιουργώντας άβολες καταστάσεις. Η επέτειος για τα πενήντα χρόνια από τον εμφύλιο το 1986, δε θα εορταστεί ποτέ. Δεν θα συγκροτηθεί ποτέ επιτροπή αλήθειας για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από το καθεστώς. Οι βασανιστές και οι εκτελεστές θα αμνηστευθούν. Το παλιό καθεστώς βαφτίστηκε μέσα στο νέο πλαίσιο της δημοκρατίας. Ο Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν έγραφε πως η Ισπανική μετάβαση “ήταν μια συμφωνία ανάμεσα στον εκτελεστή και το θύμα και το πρώτο πράγμα που απαίτησε από το θύμα ο εκτελεστής ήταν να χάσει την μνήμη του […] Οι κοινωνικές τάξεις που ηττήθηκαν στον εμφύλιο ξεχάστηκαν για τα καλά”.
Ο Πέπε ξανάνιωσε αυτό το αίσθημα απογοήτευσης που ένιωθε και τότε. Εκείνο το σφίξιμο, όταν άκουγε την ομιλία του Καρίγιο: «Στην Ισπανία υπάρχει μόνο ένας δρόμος προς τη δημοκρατία, που είναι να ξεχάσουμε το παρελθόν». Όλη αυτή η ελπίδα, όλος αυτός ο δυναμισμός που είχε καλλιεργηθεί στα χρόνια της πάλης ενάντια στο Φράνκο, έδωσε τη θέση του στη μετριοπάθεια και στο συμβιβασμό. Έτσι στην Ισπανία οι ηττημένοι δεν αποκαταστάθηκαν, δε δικαιώθηκαν, δεν δημιουργήθηκαν πολλά μνημεία προς τιμή τους, ενώ χιλιάδες είναι ακόμη αυτοί που είναι θαμμένοι σε μαζικούς ανώνυμους τάφους, και η μετάβαση που την οραματιζόντουσαν σαν μια πραγματική δημοκρατική κοινωνική τομή έμεινε ένα κενό γράμμα. Σε αυτό το σημείο άρχισαν να του παίρνουν και τις αναμνήσεις και το κάνανε αυτό παίρνοντας την πόλη του.
Στη Βαρκελώνη, σήμερα, δύσκολα βρίσκεις γωνιές της πόλης όπου το παρελθόν να παραμένει κάπως ζωντανό. Ο Πέπε ήξερε ποιοι έφταιγαν για όλη αυτή την κατάσταση, ήταν όλοι αυτοί οι αρχιτέκτονες, οι πολεοδόμοι και οι εικαστικοί που έφεραν οι σοσιαλιστές. Και οι γλύπτες, κυρίως οι γλύπτες. Στην αρχή ξήλωσαν όλες τις γειτονιές μας, έλεγε, και ήρθαν μετά αυτοί και γέμισαν τον τόπο με περίεργα έργα τέχνης. Αυτοί ήταν οι πραγματικοί συνωμότες της λησμονιάς.
Roy Lichtenstein, Cap de Barcelona
Το 1980 το Δημοτικό Συμβούλιο, αφού «καθάρισε» τη πόλη από τα μνημεία του Φράνκο ξεκίνησε ένα μεγάλο πρόγραμμα δημόσιας τέχνης, με την εγκατάσταση εκατοντάδων έργων. Αυτό έφερε στη Βαρκελώνη έργα των Σερά, Ολντενμπουργκ, Λιχτενστάιν, Κελι και πολλών άλλων γνωστών καλλιτεχνών της εποχής. Ο Πέπε δεν ήξερε τίποτα από αυτά, αλλά του φάνηκε καλή ιδέα εκεί που υπήρχε το μνημείο της Λεγεώνας «Κόνδορ» να μπει κάτι άλλο. Όταν είδε εκείνο το τεράστιο πρόσωπο με τις κόκκινες κουκίδες στη Moll de la Fusta δεν είπε τίποτα. Εκείνα όμως τα γιγαντιαία σπίρτα τον έκαναν να ανησυχήσει . Με το Homentage a Picasso του Τάπιες, ήταν πλέον σίγουρος πως υπήρχε ένα συντεταγμένο σχέδιο, μια συνωμοσία να μετατρέψουν την πόλη σε κάτι βαρετά ουδέτερο.
Claes Oldenburg, Coosje van Bruggen, Mistos
Antoni Tapies, Homenage a Picasso
Δεν ήταν κάτι περίεργο, το απαιτούσε άλλωστε το πνεύμα της μετάβασης. Τα έργα που προωθούσε το Δημοτικό Συμβούλιο είχαν μια έντονη προσήλωση προς το αφηρημένο και το ποπ. Θεωρούσαν ότι η ουδετερότητα αυτών των έργων και η απουσία κάποιας καθιερωμένης σημασίας ήταν ο καλύτερος τρόπος για να αποφευχθούν οποιεσδήποτε συναισθηματικές φορτίσεις. Αλλά για τον Πέπε ήταν και ένα άλλο κόλπο όλων αυτών των κερδοσκόπων που πλούτισαν από τη «δημοκρατική» ανάπτυξη της πόλης. Σε πολλές περιπτώσεις τα νέα μνημεία νομιμοποιούσαν όλες τις αμφιλεγόμενες αναπτύξεις. Το Ολυμπιακό Χωριό ήταν ένας από τους μεγάλους χορηγούς όλων αυτών των έργων, και τι καλύτερο για να νομιμοποιήσει τις νέες επενδύσεις που είχαν διαλύσει το Πόμπλε Νου από μια σειρά γλυπτών. Έτσι οι πέργκολες του Μιράγιες, η μοναχική καμινάδα του εργοστασίου Can Folch και προφανώς το Ψάρι του Γκέρι ήταν αυτό που η τέχνη γίνεται σαν ένα επιχειρηματικό παιχνίδι.
Αυτό που στεναχωρούσε τον Πέπε περισσότερο από όλα ήταν ότι από τα 535 γλυπτά και τα 28 αρχιτεκτονικά μνημεία που κατασκευάστηκαν από του 1980 μέχρι το 1995 τίποτα σχεδόν δεν υπήρχε που να είχε αναφορά στον Ισπανικό Εμφύλιο. Το παρελθόν έπρεπε να ξεχαστεί. Μόνο δύο έργα προσπάθησαν να σώσουν τη μνήμη εκείνων των ημερών και αυτά δυσκολεύεσαι να τα βρεις μέσα στη πόλη. Το μνημείο του Μπεθ Γκάλι στη Φοσάρ ντε λα Πεδρέρα είναι χωμένο στο λόφο του Μονζουίκ. Ήταν εκεί, στο παλιό ορυχείο όπου οι εθνικιστές εκτελούσαν τους πολιτικούς κρατούμενους. 4000 χιλιάδες υπολογίζονται ότι είναι θαμμένοι κάπου εκεί, ανάμεσα τους και ο Λουίς Κομπάνις ο τελευταίος Πρόεδρος της Χενεραλιδάδ.
Το κατεξοχήν μνημείο που συμβόλιζε την «συμφωνία της λήθης» ήταν ο Δαβίδ και ο Γολιάθ του Ρόι Γκρίφιν. Το μοναδικό έργο αφιερωμένο στις Διεθνείς Ταξιαρχίες και προϊόν χορηγίας διεθνών προσωπικοτήτων, βρίσκεται ξεχασμένο στη γειτονιά της Κάρμελ, μακριά από το τουριστικό κέντρο. Αυτό εξόργιζε περισσότερο από όλα τον Πέπε. Αυτοί που περάσανε θάλασσες και βουνά για να παλέψουν τον φασισμό και τη δική μας ελευθερία, έλεγε, παραγκωνίστηκαν στην άκρη της πόλης. Το Δημοτικό Συμβούλιο δε το ήθελε, ήταν σίγουρος για αυτό, αλλά δε μπορούσαν να κάνουν και διαφορετικά γιατί το έργο ήταν δωρεά.
Roy Shifrin, David and Goliath
Στα αποκαλυπτήρια ήταν εκεί ο Πέπε, το περίμενε πως και πως. Προφανώς όταν το είδε δε κατάλαβε για τί πράγμα μιλάμε, όπως και όλα τα υπόλοιπά έργα της πόλης, αλλά έκανε υπομονή. Η πανοπλία του Δαυίδ στηριζόταν πάνω σε μια αρκετά ψηλή στήλη, στην βάση της οποίας βρισκόταν σαν πεταμένο το κράνος του Γολιάθ. Αυτό κατάλαβε από όσα του περιγράψανε. Όλο ήταν φτιαγμένο από μπρούτζο. Το έργο ήταν αφιερωμένο στα πενήντα χρόνια από την αποχώρηση των Διεθνών Ταξιαρχιών από την Ισπανία, το 1938. Από τους 43000 χιλιάδες που ήρθαν για να πολεμήσουν εκείνα τα χρόνια, περίπου διακόσιοι επέστρεψαν για να παρακολουθήσουν τα αποκαλυπτήρια.
Ο Δήμαρχος της πόλης, Πασκουαλ Μαραγκαλ, ξεκινάει την ομιλία του «Χάρη σε εσάς η Βαρκελώνη είναι μια ελεύθερη πόλη, η Καταλονία είναι ένα έθνος με αυτονομία, και η Ισπανία είναι δημοκρατία», και συνεχίζει «ο Δαυίδ, έχει πλέον μεγαλώσει και πρέπει να βοηθήσει το Γολιάθ… δώστε το χέρι σας σε αυτούς που ήταν στην άλλη μεριά». Δώστε το χέρι σας; Ο Πέπε κοιτούσε τριγύρω του με την περιφερειακή του όραση, για να φαίνεται ότι δεν είναι πανικόβλητος. Κάποιος, κάποια έπρεπε να κάνει κάτι. Ξαφνικά άρχισε να ακούγεται ένα γνώριμο σφύριγμα από την μεριά των βετεράνων και κάποιων νεαρών αριστερών οργανώσεων. Ήταν η Διεθνής. Άρχισε και αυτός να σφυρίζει και μετά άρχισε να τραγουδάει. Ο κόσμος χειροκροτούσε τους γέρους βετεράνους, έναν, έναν, όταν άφηναν από ένα λουλούδι στο μνημείο, φωνάζοντας No Pasaran. Αποθέωση.
Ο Δαυίδ, έκανε μια τελευταία πράξη αντίστασης, και ο Δαυίδ ήταν όλοι. Ο Πέπε δάκρυζε όταν έλεγε την ιστορία. Ήταν σαν να ήσουν σε μια γιορτή των ηττημένων. Είμασταν όλες οι γενιές εκεί, έλεγε, η γενιά του εμφυλίου, η δική του της αντι-φρανκικής πάλης, οι νέοι που πάλευαν τη νέα λιτότητα του PSOE. Ήταν όλοι εκεί και είχαν όλοι χάσει. Εκεί όμως στη σύναξη των ηττημένων αποφάσισαν ότι δε θα τους κάνουν τη χάρη, αυτοί δε θα συγχωρέσουν, δε θα ξεχάσουν. Η μνήμη για όλους αυτούς δεν είχε να κάνει απλά και μόνο με την δικαίωση των νεκρών, άλλωστε όπως έλεγε ένας Τούρκος ποιητής “οι πεθαμένοι δεν απασχολούν πιότερο από ένα χρόνο τους ανθρώπους του εικοστού αιώνα”. Η μνήμη είχε να κάνει με το μέλλον στο οποίο το παρελθόν των ηττημένων θα βρει λύτρωση, θα πάρει εκδίκηση και θα έχει το χώρο και τον τρόπο που του αναλογεί.
Οδηγός για τον αναγνώστη: Ο Πέπε Καρβάλιο είναι ήρωας του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν και δεν ξέρουμε με σιγουριά αν ήταν εκείνη τη μέρα στη τελετή, αλλά ελπίζουμε να ήταν. Ο Σαντιάγο Καρίγιο ήταν γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας σε όλη την περίοδο της μετάβασης. Τα γεγονότα της τελετής αποκαθήλωσης περιγράφονται στο “Celebration of the fiftieth anniversary of the departure of the International Brigades from Spain” στο περιοδικό ACIS του 1988.