Νοέμβριος 2008 στο Μπουένος Άιρες. Έξω από το λεγόμενο «ροζ σπίτι», το προεδρικό μέγαρο δηλαδή από όπου συνήθιζαν να κάνουν τις ομιλίες τους ο Χουάν και η Εβίτα Περόν, πολίτες έχουν στήσει ένα γιγαντιαίο πανό που γράφει: «Κριστίνα προχώρα, είμαστε μαζί σου». Για έναν Έλληνα δημοσιογράφο, που έχει συνηθίσει να διαβάζει στα πανό των διαδηλωτών μόνο αντικυβερνητικά συνθήματα, η συγκεκριμένη εικόνα αποτελεί ένα πραγματικό πολιτισμικό σοκ. Λίγο αργότερα μάθαμε ότι η πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Κίρχνερ, είχε μόλις ανακοινώσει την πρόθεσή της να επανεθνικοποιήσει τα συνταξιοδοτικά ταμεία της χώρας, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση οικονομικών κέντρων εντός και εκτός της χώρας. Για μια κοινωνία όμως, που είχε βιώσει από πρώτο χέρι τις καταστροφικές συνέπειες των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων, που επέβαλλε το ΔΝΤ για λογαριασμό των ξένων δανειστών, αυτή η κίνηση φάνταζε σχεδόν ηρωική.
Το πνεύμα εκείνων των ημερών επανήλθε τις τελευταίες εβδομάδες στο Μπουένος Αϊρες όταν η πρόεδρος της χώρας ανακοίνωσε τα σχέδια εθνικοποίησης της εταιρείας πετρελαίου YPF, η οποία ελέγχεται από την ισπανική Repsol. Ο διεθνής Τύπος, αφήνοντας κατά μέρος ακόμη και τα προσχήματα περί αντικειμενικότητας, εξαπέλυσε μια τρομακτική επίθεση εναντίον της Κίρχνερ ενώ δεν έλειψαν ακόμη και προσωπικοί, μειωτικοί, χαρακτηρισμοί για την ικανότητα της σημερινής προέδρου να διοικεί τη χώρα. Το κλίμα ήταν φυσικά εντελώς διαφορετικό στους δρόμους του Μπουένος Αιρες που γέμισαν με συνθήματα όπως: «Repsol φύγε τώρα από την YPF».
Δικαιολογώντας την απόφασή της η Κίρχνερ αναφέρθηκε στο παράδειγμα της βραζιλιάνικης εταιρείας ενέργειας Petrobras η οποία παρέμεινε υπό κρατικό έλεγχο και αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης για την οικονομία της χώρας. Οι υποστηρικτές της επανεθνικοποίησης αντλούν αντίστοιχα παραδείγματα και από την Βενεζουέλα και την Βολιβία όπου οι πρόεδροι Ούγκο Τσάβες και Έβο Μοράλες χρησιμοποίησαν τα έσοδα των πετρελαϊκών εταιρειών για να ανασύρουν από την φτώχεια τεράστια τμήματα του πληθυσμού.
Όπως ήταν αναμενόμενο η απόφαση της Κίρχνερ επανέφερε στο προσκήνιο τις βαθιές τεκτονικές ρωγμές που χωρίζουν τη Λατινική Αμερική. Το λεγόμενο φιλοαμερικανικό μπλοκ, που αποτελείται από χώρες όπως η Χιλή και η Κολομβία, έσπευσε να καταδικάσει την απόφαση ενώ η Βενεζουέλα και η Ουρουγουάη χειροκρότησαν την πρωτοβουλία. Αποτελεί ίσως ειρωνεία της τύχης ότι ο σημερινός πρόεδρος της Χιλής είναι ο Σεμπαστιάν Πινέρα, αδερφός του ανθρώπου που ευθύνεται για την καταστροφική ιδιωτικοποίηση των συνταξιοδοτικών ταμείων που πραγματοποίησε η χούντα του Πινοσέτ. Αντίθετα στο προεδρικό τιμόνι της Ουρουγουάης βρίσκεται ο Χοσέ Μουχίκα, πρώην μέλος των ανταρτών Τουπαμάρος που πολέμησαν την αμερικανική κυριαρχία στη Λατινική Αμερική.
Ιδιαίτερα εχθρικό όμως είναι το κλίμα για την Κίρχνερ και στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία έσπευσε να καταδικάσει την επαναφορά του πετρελαϊκού πλούτου της Αργεντινής υπό κρατικό έλεγχο. Η βρετανική κυβέρνηση, η οποία βρισκόταν ήδη σε αντιπαράθεση με το Μπουένος Άιρες για τα νησιά Φόκλαντ/Μαλβίδες έσπευσε να ενώσει τη φωνή της με τη Μαδρίτη ζητώντας ουσιαστικά την παραδειγματική τιμωρία της ατίθασης Αργεντινής. Η ύπαρξη πάντως ενός ενιαίου ευρωπαϊκού μετώπου που επιθυμεί να παρεμβαίνει στην εσωτερική πολιτική της Αργεντινής φαίνεται πως έχει ήδη εξοργίσει το μπλοκ των αριστερών και κεντεοαριστερών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερική. Αρκετοί αρθρογράφοι κάνουν πλέον λόγο για «νεοαποικιακή» πολιτικής της Ευρώπης σημειώνοντας ότι οι οικονομικές κυρώσεις που σκοπεύει να επιβάλλει η Μαδρίτη, ως απάντηση στην εθνικοποίηση, θυμίζουν έντονα την λεγόμενη «πολιτική της κανονιοφόρου».
Τα παθήματα που έγιναν μαθήματα
Πέρα από την οικονομική πτυχή του ζητήματος πάντως οι ιδιωτικοποιήσεις και οι εθνικοποιήσεις εξακολουθούν να φορτίζουν συναισθηματικά την κοινωνία της Αργεντινής η οποία έζησε τις επιπτώσεις σε ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα εκποίησης της δημόσιας περιουσίας που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα τις τελευταίες δεκαετίες. Ήταν ίσως η πρώτη φορά μετά την μαζική αποκρατικοποίηση της βιομηχανίας στην πρώην ΕΣΣΔ και την ανατολική Γερμανία που επιχειρήθηκε ένα τόσο επιθετικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων σε χώρα που ουσιαστικά ανήκει (ή τουλάχιστον ανήκε) στη λεγόμενη αναπτυγμένη Δύση.
Το αποτέλεσμα ήταν να εκτιναχθεί ο αριθμός των ανέργων, τεράστια τμήματα του πληθυσμού να βρεθούν εν μια νυκτί κάτω από το όριο της φτώχειας και να σημειωθεί μια πρωτοφανής αποβιομηχάνιση. Σε αρκετές περιπτώσεις, όπως στον τομέα των αερομεταφορών, οι ιδιωτικές εταιρείες που λυμαίνονταν τον εθνικό πλούτο, άρχισαν να παρουσιάζουν τεράστια οικονομική αιμορραγία αναγκάζοντας το κράτος να παρεμβαίνει με συνεχείς επιδοτήσεις προκειμένου να διατηρήσει σε λειτουργία βασικές υποδομές της χώρας. Οι πολίτες δηλαδή δεν πλήρωναν απλώς αυξημένα τιμολόγια και εισιτήρια ως καταναλωτές αλλά και μεγάλα χαράτσια ως φορολογούμενοι, που έπρεπε να συντηρούν τον ιδιωτικό τομέα. Χαρακτηριστικό ήταν το παράδειγμα του εθνικού οδικού δικτύου το οποίο κατατμήθηκε και δόθηκε για εκμετάλλευση σε δεκάδες μικρές εταιρείες εργολάβων που τοποθέτησαν αντίστοιχο αριθμό διοδίων. Έτσι ακόμη και για σχετικά μικρές αποστάσεις ήταν πολύ φθηνότερο να πετάξεις με τις (επίσης ιδιωτικοποιημένες) αεροπορικές εταιρίες.
Παρά το γεγονός ότι μετά την στάση πληρωμών και την αποδέσμευση από τη σταθερή ισοτιμία με το δολάριο η οικονομία της χώρας αναπτύσσεται σταθερά με ρυθμούς που φτάνουν και το 8% οι πληγές των ιδιωτικοποιήσεων είναι εμφανείς σε πολλές πτυχές της καθημερινότητας στην Αργεντινή. Δεν έχουν περάσει άλλωστε πολλές εβδομάδες από το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στο Μπουένος Αϊρες που άφησε πίσω του 51 νεκρούς και τουλάχιστον 700 τραυματίες. Τα βίαια επεισόδια που σημειώθηκαν μεταξύ της αστυνομίας και συγγενών των θυμάτων, μετά το δυστύχημα, εξέφραζαν μεταξύ άλλων και την οργή των πολιτών για την ολοκληρωτική διάλυση των σιδηροδρόμων η οποία μετριέται πλέον σε ανθρώπινες ζωές.
Προχωρώντας στην εθνικοποίηση του πλειοψηφικού μετοχικού πακέτου της YPF η Κίρχνερ είναι βέβαιο ότι θα καταφέρει να συσπειρώσει και πάλι ένα μεγάλο τμήμα της εκλογικής βάσης του κόμματός της. Το αν θα καταφέρει όμως να αντισταθεί και στις λυσσαλέες αντιδράσεις διεθνών οικονομικών κέντρων αποτελεί ένα στοίχημα που θα κρίνει το μέλλον αντίστοιχων ενεργειών σε ολόκληρο τον κόσμο.
Επίκαιρα 2/5/2012