Του ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ από την Ίσκρα
Καθώς έχουμε μπει, κατά τα φαινόμενα, στην τελική ευθεία της διαπραγμάτευσης με τους «εταίρους», κορυφώνεται στα όρια του παροξυσμού η εκστρατεία ιδεολογικής τρομοκρατίας εναντίον του ελληνικού λαού και παράλυσης- παράδοσης της κυβέρνησής του. Όσοι υποστηρίζουν ως «μη χείρον» την άνευ όρων συνθηκολόγηση, αρκούνται να μηρυκάζουν τα επιχειρήματα του «ακραίου Κέντρου» που κυβερνά την Ευρώπη και ευελπιστεί να επιστρέψει σύντομα και στην Ελλάδα: κάθε σκέψη για στάση πληρωμών με στόχο τη γενναία διαγραφή του χρέους είναι τρέλλα αντάξια «οικονομικών βομβιστών αυτοκτονίας», καθώς θα μας οδηγήσει αυτομάτως στην έξοδο από το ευρώ, η οποία, με τη σειρά της, θα φέρει ένα είδος «οικονομικού πυρηνικού χειμώνα». Επιπλέον, μια τέτοια ρήξη δεν θα είχε καμία σχέση με τις αριστερές αξίες, αντίθετα θα μας κατέτασσε στο ίδιο στρατόπεδο με δεξιούς ή και ακροδεξιούς εθνικιστές, όπως η Μαρίν Λεπέν και ο Νάιτζελ Φάρατζ, τους μόνους, εκτός συνόρων, που επιδιώκουν την αποδόμηση της Ε.Ε.
Σ’αυτό το φόντο, έχει μεγάλη σημασία να σπάσει η Αριστερά το Τείχος της λογοκρισίας που υψώνουν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης, αποσιωπώντας τις ενοχλητικές φωνές που χαλάνε το τρομοκρατικό τους αφήγημα. Φωνές που αμφισβητούν εξ αριστερών την ευρωζώνη, καλώντας τον Αλέξη Τσίπρα να… μην υποχωρήσει στη Μέρκελ και να μην απογοητεύσει οικτρά όχι μόνο τους Έλληνες, αλλά και τους πολλούς Ευρωπαίους πολίτες που είδαν με συμπάθεια και ελπίδα τον σχηματισμό κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Δύο εκπρόσωποι αυτού του ρεύματος σκέψης, που διευρύνεται σε πείσμα του ευρωϊερατείου και των υπηρετών του, είναι ο γνωστός αρθρογράφος του βρετανικού Guardian Σέιμας Μάιλν και ο έγκριτος Γερμανός κοινωνιολόγος, ομότιμος διεθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ στην Κολωνία, Βόλφγκανγκ Στρέεκ.
ΚΑΛΥΤΕΡΑ GREXIT ΠΑΡΑ ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ
«Η υπόθεση της ριζοσπαστικής αλλαγής δεν μπορεί να αφεθεί στην εθνικιστική Δεξιά», ήταν ο τίτλος σημαντικού άρθρου παρέμβασης του Μάιλν στον Guardian της 11ης Ιουνίου. Από την πρώτη παράγραφο, ο προοδευτικός δημοσιογράφος δεν κρύβει τη συμπάθειά του προς τον ελληνικό λαό και την αποστροφή του για την αντιμετώπιση της Ελλάδας από τη γερμανική Ευρώπη:
«Αν θέλετε να δείτε το πραγματικό πρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν χρειάζεται να πάτε μακρυά: κοιτάξτε τον πόλεμο που διεξάγει εναντίον της Ελλάδας η τρόικα των πιστωτών. Κανείς λαός δεν υπέφερε από την κρίση της ευρωζώνης όσο οι Έλληνες. Θύμα των αρπακτικών ευρωπαϊκών τραπεζών, μιας διεφθαρμένης ελίτ και μιας ανισόρροπης νομισματικής ένωσης, η Ελλάδα πλήρωσε με την κονιορτοποίηση της κοινωνίας το τίμημα για την χρηματοπιστωτική κρίση και την αποδιάρθρωση της ευρωζώνης».
Στηλιτεύοντας την αντιμετώπιση της νέας ελληνικής κυβέρνησης από την Ε.Ε., ο Μάιλν δεν κρύβει την ανησυχία του για τις υποχωρήσεις της Αθήνας. «Εκλεγμένος με ένα πρόγραμμα που υποσχόταν το τέλος της λιτότητας, αλλά και την παραμονή στο ευρώ, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας εξαναγκάστηκε σε οπισθοχώρηση από τους θεματοφύλακες του χρήματος στις Βρυξέλλες και από τους πολιτικούς προϊσταμένους τους. Μία μετά την άλλη, όλες οι κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ παραβιάστηκαν, από τη διαγραφή του χρέους μέχρι τις ιδιωτικοποιήσεις». Και συνεχίζει:
«Αυτό που έγινε καθαρό τις τελευταίες εβδομάδες είναι ότι οι κυρίαρχοι της ευρωζώνης δεν είναι πρόθυμοι να δώσουν στον Τσίπρα ούτε καν ένα φύλλο συκής. Η Ελλάδα πρέπει να υποκύψει και πρέπει όλοι να τη δουν να υποκύπτει. Διαφορετικά, θα βάλει επικίνδυνες ιδέες σε άλλα κράτη που υπέφεραν από τις τρόικες. Ακόμη κι αν η εξέλιξη αυτή επιβραδυνθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εμφανισθεί σε κοινή θέα ως αποτυχημένος ώστε να ανακοπεί η άνοδος (αριστερών) κομμάτων που μάχονται τη λιτότητα, όπως οι Podemos στην Ισπανία».
Ωστόσο αυτή η καθόλα ρεαλιστική αποτίμηση της τακτικής των κυρίαρχων, δεν οδηγεί τον αρθρογράφο στη μοιρολατρεία. Το αντίθετο. «Ο Τσίπρας διαθέτει τα δικά του χαρτιά, αν βέβαια είναι διατεθειμένος να παίξει. Μπορεί να προκαλέσει νέες εκλογές ή δημοψήφισμα. Ενδεχόμενη συνθηκολόγηση θα καταστρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ και οι Έλληνες είναι διχασμένοι στο ερώτημα αν η κυβέρνηση πρέπει ή όχι να υποκύψει. Ο πρωθυπουργός έχει τη δυνατότητα να κηρύξει στάση πληρωμών και να φύγει από το ευρώ. Ασφαλώς το Grexit θα είναι επώδυνο, αλλά λιγότερο επώδυνο από μια καταστροφική λιτότητα χωρίς τέλος».
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΧΘΟΥΣ ΧΡΕΟΥΣ
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται ο Βόλφγκανγκ Στρέεκ, στο τελευταίο του βιβλίο «Αγοράζοντας χρόνο: η παρατεταμένη κρίση του δημοκρατικού καπιταλισμού» (Verso, 2014). Ένα σημαντικό έργο, που πραγματεύεται την κρίση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας στις συνθήκες του σύγχρονου, παγκοσμιοποιημένου, χρηματιστικού, νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Εδώ, αρκούμαστε να παραθέσουμε αποσπάσματα των εκτενών αναφορών του στην Ελλάδα και την κρίση της ευρωζώνης.
«Η ιδέα ότι είναι δίκαιο και αποτελεί υποχρέωση όλων των οφειλετών να αποπληρώνουν στο ακέραιο τα χρέη τους είναι ένας μύθος, που έχει στόχο να προσφέρει ηθική κάλυψη στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, εξισώνοντας την ηθική των κρατών με την ηθική της καθημερινής ζωής. Στην πραγματικότητα, σε αντίθεση με τους ιδιώτες, οι κυβερνήσεις είναι σε θέση να επιβάλουν μονομερώς στους πιστωτές τους αναδιάρθρωση του χρέους ή ακόμη και αναστολή πληρωμών. Αυτό απορρέει κατ’ ευθείαν από την κυριαρχία τους. Πουθενά δεν είναι γραμμένο ότι οφείλουν να χρησιμοποιούν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα μόνο για να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τους έναντι των διεθνών αγορών, αυξάνοντας τους φόρους ή μειώνοντας τις παροχές στους πολίτες τους. Η πρώτη υποχρέωση των Δημοκρατιών είναι απέναντι στους πολίτες τους. Είναι σε θέση να θεσπίζουν νόμους που καταλύουν συμβάσεις. Όποιος τους δανείζει χρήματα οφείλει να το γνωρίζει…
Για μια χώρα σαν την Ελλάδα, είναι αμφίβολο αν οι πολίτες της πρέπει να ξεπληρώσουν χρέη που ανέλαβαν προηγούμενες κυβερνήσεις στο όνομα του λαού τους, ειδικά από τη στιγμή που αυτά τα χρέη πήγαν για την κάλυψη των ελλειμμάτων τα οποία προέρχονταν από την άρνηση των πλουσίων να πληρώσουν φόρους- άρνηση, την οποία ανέχονταν για πολιτικούς λόγους οι κυβερνώντες…. Σήμερα, οι Έλληνες πρέπει να σταθούν όρθιοι για να υπερασπιστούν το σύστημα υγείας και τις συντάξεις τους… Πιθανόν κανένα διεθνές δικαστήριο- αν υπήρχε τέτοιο πράγμα- δεν θα υποχρέωνε τον ελληνικό λαό να ξεπληρώσει τις υποχρεώσεις του στις ‘’διεθνείς αγορές χρήματος’’…
Η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση ήταν πολιτικό λάθος. Σε μια ευρωζώνη με μεγάλη ανομοιογένεια μεταξύ των κρατών- μελών, απάλειψε τη δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματος, χωρίς να υπερβαίνει ταυτόχρονα τα εθνικά κράτη και τη δημοκρατία σε εθνικό επίπεδο. Αντί να κάνουμε τα πράγματα ακόμη χειρότερα, σπεύδοντας να συμπληρώσουμε τη νομισματική ένωση με μια ‘’πολιτική ένωση’’- η οποία δεν θα ήταν τίποτε άλλο από την τελική ενθρόνιση του κράτους του εμπεδωμένου νεοφιλελευθερισμού- πρέπει να γίνει προσπάθεια, όσο η κρίση αφήνει ανοιχτή την μελλοντική αντιμετώπιση του προβλήματος, να αναιρέσουμε το ευρώ (undo the euro) και να επιστρέψουμε σε ένα εύρυθμο σύστημα ευέλικτων ισοτιμιών μεταξύ εθνικών νομισμάτων στην Ευρώπη…
Θα πρέπει επίσης να δώσουμε μια καθαρή εικόνα για το κόστος της απόσυρσης μιας χώρας από το κοινό νόμισμα του ευρώ. Υπάρχει πλήθος ενδείξεων που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι το βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο κόστος από μια επιχείρηση διάσωσης του ευρώ- επιχείρηση, πιθανότατα καταδικασμένη σε αποτυχία για χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία- θα είναι πολύ μεγαλύτερο, στην πραγματικότητα (από το κόστος της εξόδου)…
Η έκκληση για αποδιάρθρωση της ΟΝΕ ως κοινωνικά ανεύθυνου, τεχνοκρατικού, εκσυγχρονιστικού σχεδίου, το οποίο πολιτικά απαλλοτριώνει και οικονομικά διαιρεί τα έθνη που σχηματίζουν τον ευρωπαϊκό λαό, εμφανίζεται ως η ρεαλιστική, δημοκρατική απάντηση στην κρίση νομιμοποίησης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, η οποία επιδιώκει να εμφανιστεί ως η μοναδική εναλλακτική λύση. Αυτή η προοπτική διαφέρει θεμελιωδώς από τις εθνικιστκές εκκλήσεις για εξοστρακισμό των κρατών- οφειλετών από την ευρωζώνη. Στόχος της δεν είναι να τιμωρήσει, αλλά να απελευθερώσει και να ενδυναμώσει χώρες που κινδυνεύουν να καταδικαστούν σε μια Βαβυλώνεια αιχμαλωσία ενός πολιτικά υποκινούμενου συστήματος της αγοράς, που τους επιφυλάσσει τον αιώνιο ρόλο των οφειλετών και ικετών»