Καθώς η προσοχή των ελληνικών αλλά και των ευρωπαϊκών μέσων ενημέρωσης βρισκόταν, δικαιολογημένα, στραμμένη στη στάση που θα τηρούσε η Ελλάδα στα διαδοχικά eurogroup, η εφημερίδα Financial Times παρουσίασε μια πολιτική βόμβα για το μέλλον της ευρωζώνης, η οποία πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Ο γνωστός δημοσιογράφος, Πίτερ Σπίγκελ, αποκάλυψε έκθεση του Γιούνκερ, η οποία θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως την γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Στο κείμενο, το οποίο εκτός από την υπογραφή του προέδρου της Κομισιόν, έφερε και τα ονόματα του επικεφαλής του eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ και του προέδρου του Συμβουλίου, Ντόναλντ Τασκ, γίνεται σαφής αναφορά στην αδυναμία της ευρωζώνης να αντιπαρατεθεί με την αμερικανική οικονομία και προτείνονται μια σειρά λύσεων.
Εν συντομία ο Γιούνκερ εμμέσως πλην σαφώς προτείνει τη χάραξη ενός κοινού προϋπολογισμού των χωρών της ευρωζώνης, τη δημιουργία νέου κοινοβουλίου των χωρών μελών της νομισματικής ένωσης αλλά και την ύπαρξη ενός μηχανισμού που θα τιμωρεί τα «απείθαρχα» μέλη της ένωσης.
Παραμένει άγνωστο εάν η ΕΚΤ ήθελε εξ αρχής να «διαρρεύσει» τις θέσεις της ή αν κάποιος άλλος ισχυρός παίχτης προσπάθησε με αυτό τον τρόπο να προκαταβάλει τυχόν εξελίξεις. Αρκετοί αναλυτές πάντως έσπευσαν να σημειώσουν ότι σε βάθος χρόνου το συγκεκριμένο κείμενο μπορεί να έχει πολύ πιο δραστικές επιπτώσεις για το μέλλον του ευρώ αλλά και για την διαρκή οικονομική αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ευρώπης, σε σχέση με τις εξελίξεις γύρω από το ελληνικό ζήτημα.
Το σκεπτικό του κειμένου στηρίζεται στην ορθή, καταρχήν, παρατήρηση ότι μια νομισματική ένωση δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς κοινή δημοσιονομική πολιτική. «Δεν υπάρχει νόμισμα χωρίς κράτος» μας έλεγε πριν από μερικά χρόνια ο διάσημος οικονομολόγος (και μέντορας του Α.Παπανρέου) Σαμίρ Αμίρ αναφερόμενος και αυτός στα δομικά προβλήματα που αναπόδραστα αντιμετωπίζει κάθε νομισματική ένωση η οποία δεν μπορεί να χαράξει μια κοινή οικονομική πολιτική.
Το κλασικό παράδειγμα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η οικονομία των ΗΠΑ, η οποία αναλαμβάνει να αντιμετωπίζει τις αδυναμίες που ενδέχεται να αντιμετωπίζει κάποια πολιτεία, με τη μεταφορά πόρων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή απ’ ότι συμβαίνει στην ευρωζώνη, όπου μια λεόντειος συμφωνία μεταξύ άνισων οικονομιών εξασφαλίζει ότι τα ελλείματα της περιφέρειας μετατρέπονται σε πλεονάσματα του οικονομικού κέντρου – δηλαδή της Γερμανίας.
Εξίσου σωστή είναι και η παρατήρηση του κειμένου ότι η κρίση, που αντιμετωπίζει σήμερα η ευρωζώνη, ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και από το ιδιωτικό τραπεζικό σύστημα και μετεξελίχθηκε σε δημοσιονομική κρίση, καθώς τα κράτη «αναγκάζονταν» να προστατεύουν τις τράπεζες που θεωρούνταν πολύ μεγάλες για να αφεθούν να καταρρεύσουν (too big to fail).
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι σε εκθέσεις σαν κι αυτή, που προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση και όχι για το ευρύ κοινό, δεν συναντάμε τις γνωστές κορώνες για τους «τεμπέληδες» Έλληνες ή Ισπανούς αλλά αναγνωρίζεται ότι όλες οι χώρες (με εξαίρεση την Εσθονία και το Λουξεμβούργο) είχαν παραβιάσει τους στόχους για τα ελλείματα και τα χρέη που έθετε το σύμφωνο σταθερότητας.
Η ουσία του κειμένου όμως βρίσκεται λίγες γραμμές πριν από το τέλος του, όπου επισημαίνεται ότι «η ζώνη του ευρώ δεν κατάφερε να ανακάμψει από την κρίση με τον ίδιο τρόπο που το πέτυχαν οι ΗΠΑ, γεγονός που μάλλον αποδεικνύει ότι μια ατελής νομισματική ένωση προσαρμόζεται πολύ πιο δύσκολα στις συνθήκες». Η έκθεση λοιπόν εκφράζει την έντονη ανησυχία ισχυρών κύκλων της ευρωπαϊκής οικονομικής ελίτ ότι η ευρωπαϊκή οικονομία κινδυνεύει να χάσει οριστικά τη μάχη με τους ανταγωνιστές της στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού.
Αρκετοί αναλυτές εκτιμούσαν ότι οι προτάσεις Γιούνκερ έχουν τη σφραγίδα του Παρισιού αλλά παραμένει άγνωστο αν θα λάβουν το πράσινο φως του Βερολίνου, το οποίο είναι φυσικά ο τελικός κριτής σε κάθε σχέδιο για την μεταρρύθμιση της Ε.Ε. Η Γερμανία θα ήταν βέβαια έτοιμη να δεχθεί νέους μηχανισμούς «τιμωρίας» των οικονομιών που παρεκκλίνουν από τους στόχους (και υπάρχουν ίχνη τέτοιων προτάσεων στο κείμενο) αλλά είναι αμφίβολο εάν θα ήθελε ένα νέο κοινοβούλιο της ευρωζώνης που θα ενίσχυε τους δημοκρατικούς θεσμούς στην καρδιά της Ε.Ε. Πολύ περισσότερο είναι αμφίβολο εάν προτίθεται να βάλει το χέρι στην τσέπη για τη δημιουργία μιας λειτουργικές νομισματικής ένωσης ή εάν θα αρκεστεί να συμπεριφέρεται στις ασθενέστερες οικονομίες σαν αυτοκρατορική δύναμη.
Το βέβαιο είναι ότι η πρόταση για τη δημιουργία ενός σκληρού πυρήνα των χωρών της ευρωζώνης αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις μεταξύ των χωρών που ανήκουν στην Ε.Ε και οι οποίες είτε δεν θέλησαν είτε δεν έγιναν δεκτές στην νομισματική ένωση. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει κυρίως η Μεγάλή Βρετανία, τα φιλοευρωπαϊκά διαπιστευτήρια της οποία θα κριθούν και στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου. Ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον έχει υποσχεθεί τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Το μόνο λοιπόν που δεν θα ήθελαν να δουν οι φιλο-ΕΕ δυνάμεις του Λονδίνου είναι να σχηματίζεται η εντύπωση ότι οι χώρες της ευρωζώνης ετοιμάζονται ούτως η άλλως να τους πετάξουν έξω από την «πρώτη ταχύτητα».
Παρόμοια ανησυχία, αλλά από θέση υποτέλειας και όχι ισχύος, εκφράζουν και αρκετά νέα μέλη της Ε.Ε από την ανατολική Ευρώπη οι οικονομικές ελίτ των οποίων θα ήθελαν να έχουν ενταχθεί στην ευρωζώνη αλλά βρήκαν τις πόρτες ερμητικά κλειστές.
Σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους στην ιστορία της ευρωζώνης ο Γιούνκερ έρχεται να ζητήσει εμβάθυνση των θεσμών αναγνωρίζοντας ότι η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η ευρωζώνη, φαίνεται να είναι το μήνυμά του, ή θα επιδιορθωθεί ή θα διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη.
Άρης Χατζηστεφάνου για το περιοδικό “Επίκαιρα” Φεβρουαρίου