Στο επιβλητικό κτίριο του ΔΝΤ, στη διασταύρωση των οδών Η Street και Pennsylvania Avenue, τίποτα δεν προδίδει τη λυσσαλέα μάχη εξουσίας που μαίνεται εδώ και λίγες ημέρες για το διευθυντικό θώκο του ταμείου. Οι 187 σημαίες των χωρών-μελών συνεχίζουν να κυματίζουν στο προαύλιο, ενώ στο μικρό καφέ δίπλα στη βαριά πόρτα της εισόδου στελέχη του οργανισμού παίζουν, όπως και στο παρελθόν, με τις τύχες ολόκληρων κρατών. Μόνο στο 13ο όροφο, στο γραφείο του διευθυντή, λέγεται ότι επικρατεί μια εκκωφαντική ησυχία. Οι ελάχιστοι δημοσιογράφοι που έχουν περάσει την πόρτα του γραφείου θυμούνται τις τέσσερις συσκευές τηλεφώνου, τον επιβλητικό μπλε καναπέ και, κυρίως, τη μοναδική φωτογραφία που έσπαγε τη μονοτονία των μπεζ τοίχων: Τον Ντομινίκ Στρος-Καν να χαιρετά εγκάρδια, με ένα τεράστιο χαμόγελο τον Μπαράκ Ομπάμα.
Προφανώς, ο πάλαι ποτέ πανίσχυρος άνδρας του ταμείου θα είχε πετάξει τη φωτογραφία στα σκουπίδια, εάν γνώριζε τον τρόπο με τον οποίο η Ουάσιγκτον θα μεθόδευε την πολιτική και επαγγελματική του εξόντωση. Πώς θα μπορούσε όμως να προβλέψει ότι οι διώκτες του θα έφταναν να του αποδώσουν τάσεις αυτοκτονίας – σε αυτόν που απολάμβανε και με το παραπάνω τις μικρές χαρές της ζωής; Ήταν ένα σαφές μήνυμα πως, αν δεν υπέβαλλε άμεσα την παραίτησή του, πολλά μπορούσαν να συμβούν…
Κούρσα διαδοχής για τους οικονομικούς «γίγαντες»
Το πολιτικό παρασκήνιο της απομάκρυνσης του Ντομινίκ Στρος-Καν ίσως να παραμείνει επτασφράγιστο μυστικό για χρόνια. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η κούρσα διαδοχής, που ξεκίνησε επισήμως τη Δευτέρα και θα ολοκληρωθεί στις 30 Ιουνίου, θα αποτυπώσει τις ισορροπίες μεταξύ των κυρίαρχων οικονομικών μπλοκ του πλανήτη. Ισορροπίες που, σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, έχουν αρχίσει να θυμίζουν επικίνδυνα την τριαδική δομή του παγκόσμιου συστήματος που οδήγησε στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όπως πάντα, για να προβλέψει κανείς το μέλλον της διαδοχής πρέπει να κοιτάξει στο παρελθόν και να διαπιστώσει πώς οι παλιές ισορροπίες ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη επηρέαζαν τη λειτουργία και τη δομή του ΔΝΤ.
Το ΔΝΤ μαζί με την Παγκόσμια Τράπεζα θα γεννηθούν στις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για να λειτουργήσουν σαν προστάτες της νέας παγκόσμιας αρχιτεκτονικής που διαμορφώθηκε από τις συμφωνίες του Μπρέτον Γουντς. Μάταια προσπαθούσε τότε η βρετανική αποστολή, με επικεφαλής τον Κέινς, να προωθήσει την ιδέα ενός παγκόσμιου νομίσματος για τις εμπορικές συναλλαγές. Οι ΗΠΑ ήταν αποφασισμένες να επιβάλουν το βασιλιά-δολάριο. Οι Βρετανοί δεν κατάφεραν να πείσουν τις ΗΠΑ ούτε καν να τοποθετήσουν τα γραφεία του οργανισμού στη Νέα Υόρκη αντί της Ουάσιγκτον – κίνηση που θα προσέφερε μια επίφαση ανεξαρτησίας από την πολιτική εξουσία των ΗΠΑ. Η Ευρώπη, ισοπεδωμένη από τον πόλεμο, ήταν υποχρεωμένη να αποδεχτεί τους όρους μιας ανερχόμενης αυτοκρατορίας, η βιομηχανία της οποίας έβγαινε αλώβητη από τις συγκρούσεις. Αν δεν υπήρχε και η κυρίαρχη παρουσία του Κέινς, το Λονδίνο θα είχε υποστεί τον απόλυτο εξευτελισμό – σχεδόν, δηλαδή, ό,τι κόντεψε να πάθει και φέτος, όταν ο πρώην πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν άρχισε να «διαρρέει» προς κάθε κατεύθυνση την πρόθεσή του να τεθεί επικεφαλής του ΔΝΤ.
Αμερικανική ηγεμονία
Έκτοτε, «το ΔΝΤ αποτέλεσε ένα από τα εργαλεία επιβολής της αμερικανικής ηγεμονίας και στη συνέχεια του νεοφιλελευθερισμού», μου έλεγε πρόσφατα ο Ζεράρ Ντιμενίλ, ένας από τους πλέον διακεκριμένους θεωρητικούς των παγκόσμιων οικονομικών κρίσεων. Προκειμένου, βέβαια, να χρυσώσει το χάπι στην Ευρώπη, η Ουάσιγκτον αποδέχτηκε τον άγραφο νόμο να τοποθετεί πάντα έναν Ευρωπαίο στο τιμόνι του ΔΝΤ. Ακόμη όμως και σε περιόδους όξυνσης των ευρωατλαντικών σχέσεων, κανένας διευθυντής δεν τόλμησε να αμφισβητήσει ανοιχτά τη βούληση των ΗΠΑ. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι το σημερινό φαβορί για τη διαδοχή, η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ, έχει θητεύσει ως βοηθός στο αμερικανικό Κογκρέσο, όπου απέκτησε και το παρατσούκλι… «η Αμερικάνα».
Προστάτης των τραπεζιτών και της Τουρκίας
Στο πέρασμα των χρόνων, ο ρόλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου άλλαξε αρκετές φορές. Μετά την κρίση της δεκαετίας του ’70 και την κατάρρευση της αρχιτεκτονικής του Μπρέτον Γουντς, το ταμείο σταμάτησε να ασχολείται με τη συναλλαγματική σταθερότητα στις χώρες της Ευρώπης και ακολούθησε πολύ πιο επιθετική πολιτική προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Πριν ακόμη σχηματοποιηθεί η λεγόμενη συναίνεση της Ουάσιγκτον, το ταμείο επέβαλε τις νεοφιλελεύθερες συνταγές του Μίλτον Φρίντμαν σε όσες χώρες είχαν την ατυχία να πέσουν στην παγίδα του δημοσιονομικού χρέους. Σε αυτή τη φάση, μου εξηγούσε ο Αργεντινός οικονομολόγος Κλαούντιο Κατζ, «το ΔΝΤ λειτουργούσε σαν προστάτης των τραπεζιτών», αναλαμβάνοντας να συγκεντρώνει τα χρωστούμενα. Η κλασική θεραπεία-σοκ που επιβαλλόταν σε κάθε ασθενή, ανεξαρτήτως των συμπτωμάτων που αυτός παρουσίαζε, περιλάμβανε τρομακτικά προγράμματα λιτότητας, απελευθέρωση των αγορών και εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. «Ήταν ένα διαρκές πλιάτσικο από τις χώρες του Βορρά», μου λέει ο Ούγκο Αρίας, επικεφαλής της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του Ισημερινού και στενός συνεργάτης του προέδρου Ραφαέλ Κορέα.
Εξαίρεση αποτελούσαν χώρες όπως η Τουρκία, η γεωπολιτική σημασία της οποίας δεν επέτρεπε στην Ουάσιγκτον να τη θυσιάσει στο βωμό του άμεσου κέρδους. «Την Τουρκία δεν την αντιμετωπίσαμε ποτέ με αμιγώς οικονομικά κριτήρια», μου είχε εκμυστηρευτεί πριν από χρόνια ένας Έλληνας οικονομολόγος που βρέθηκε για αρκετά χρόνια στο στρατηγείο του ΔΝΤ δίπλα σε ανώτατα στελέχη. Ήταν η εποχή λίγο μετά την οικονομική κρίση του 2001, όταν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα προσέφεραν απλόχερα 20 δις δολάρια στην Τουρκία. Οι αρμονικές σχέσεις του ταμείου με την Άγκυρα οδήγησαν πολλούς στο πρόωρο συμπέρασμα ότι ο πρώην «τσάρος» της τουρκικής οικονομίας Κεμάλ Ντερβίς θα διεκδικούσε με αξιώσεις το ανώτατο αξίωμα του ταμείου. Ακόμη και τα βρετανικά γραφεία στοιχημάτων τον παρουσίαζαν ως το δεύτερο πιθανότερο υποψήφιο, πριν ο ίδιος ανακοινώσει ότι δεν θα διεκδικήσει τη θέση.
Σε ανυποληψία μετά την κατάρρευση της Αργεντινής
Ενώ όμως η Τουρκία κατάφερνε να περνά σχετικά αλώβητη από την προκρούστια κλίνη του ταμείου, δεν συνέβαινε το ίδιο και με τους υπόλοιπους «ασθενείς». Σε αυτή τη δεύτερη περίοδο της ύπαρξης του ΔΝΤ έλαμψε το άστρο του Μισέλ Καμντεσί. Ο άνθρωπος που βρέθηκε στο τιμόνι του οργανισμού για δεκατρία χρόνια πρόλαβε να εγκαταλείψει το σκάφος πριν αυτό προσκρούσει στο παγόβουνο της Αργεντινής που ο ίδιος είχε δημιουργήσει. Η κατάρρευση του καλύτερου μαθητή του ΔΝΤ οδήγησε σε απόλυτη ανυποληψία τον οργανισμό, ο οποίος άρχισε, ταυτόχρονα, να χάνει τους καλύτερους πελάτες του –χώρες όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή και ο Ισημερινός–, οι οποίες είτε προχωρούσαν σε στάσεις πληρωμών είτε κατάφερναν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
«Μερικά ζόμπι, όμως, δεν πεθαίνουν ποτέ», μου εξηγούσε πριν από μερικούς μήνες ο γνωστός δημοσιογράφος του Αλ Τζαζίρα και του CBC Άβι Λούις. Έχοντας παρακολουθήσει από κοντά τον οικονομικό θάνατο της Αργεντινής, ο Καναδός δημοσιογράφος δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι το ΔΝΤ θα είχε το θράσος να επαναλάβει τα ίδια λάθη στην περίπτωση της Ευρώπης. «Ήταν σαν να μην έμαθαν τίποτα από την εμπειρία της Αργεντινής», συνέχιζε ο ίδιος, ενώ απαριθμούσε τις ομοιότητες μεταξύ της κρίσης στην Αργεντινή, την Ελλάδα και στις υπόλοιπες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Οικονομικά σενάρια και η νεκρανάσταση του «ζόμπι»
Το «ζόμπι», για το οποίο μιλούσε ο Άβι Λούις, κατάφερε πραγματικά να νεκραναστηθεί μέσα σε μία δεκαετία. Πριν από την κρίση του 2007 είχε φτάσει στο σημείο να πουλάει τα «ασημικά» του –για την ακρίβεια ρευστοποιούσε αποθέματα χρυσού– και απέλυε χιλιάδες υπαλλήλους, σαν να ήταν μια ακόμη αποτυχημένη επιχείρηση. Σήμερα διαχειρίζεται 900 δις δολάρια, ενώ βλέπει συνεχώς την «πελατεία» του να αυξάνεται με δάνεια που ξεπερνούν πλέον τα 84 δις δολάρια. Τα κορυφαία στελέχη του ταμείου άρχισαν και πάλι να εγκαθίστανται ως τοποτηρητές σε υπουργεία και κεντρικές τράπεζες. Κι αυτή τη φορά από τα παράθυρα των πολυτελών γραφείων τους δεν αγναντεύουν τα εξωτικά τοπία κάποιας τριτοκοσμικής «μπανανίας», αλλά το κέντρο της Αθήνας ή του Δουβλίνου.
Το πρόβλημα ήταν ότι το αναστημένο «ζόμπι» της παγκόσμιας οικονομίας ξύπνησε σε έναν ποιοτικά διαφορετικό κόσμο. Σαν την ηρωίδα της ταινίας «Goodbye Lenin», το ΔΝΤ έπεσε σε κώμα όταν τα οικονομικά κέντρα της Δύσης ήταν κυρίαρχα και ξύπνησε όταν νέες δυνάμεις είχαν αρχίσει να αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία τους.
Αποτελεί ίσως ειρωνεία της τύχης ότι, τις ημέρες που ξεσπούσε η κούρσα της διαδοχής, η Παγκόσμια Τράπεζα παρουσίαζε μια βαρυσήμαντη έκθεση στην οποία σκιαγραφούσε το οικονομικό τοπίο που θα διαχειριστεί ο διάδοχος του Στρος-Καν. Στην έκθεση, με τίτλο «Global Development Horizons», η τράπεζα προβλέπει ότι «έως το 2025 έξι αναδυόμενες οικονομίες –Βραζιλία, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Νότια Κορέα και Ρωσία– θα ελέγχουν το 50% της παγκόσμιας ανάπτυξης. Έτσι θα δημιουργηθεί ένα νέο παγκόσμιο νομισματικό σύστημα, στο οποίο δεν θα κυριαρχεί ένα μόνο νόμισμα», δηλαδή το δολάριο. Οι συντάκτες της έκθεσης εκτιμούν ότι «το πιθανότερο σενάριο (…) είναι ένα πολυνομισματικό σύστημα, στο κέντρο του οποίου θα βρίσκεται το δολάριο, το ευρώ και το κινεζικό γουάν». Θεωρούν, μάλιστα, σχεδόν απίθανο να υπάρξει ένα ενιαίο νόμισμα (όπως το είχε οραματιστεί ο Τζον Κέινς το 1944), καθώς αυτό θα απαιτούσε «από χώρες που ασκούν παρεμβατική νομισματική πολιτική να απεμπολήσουν το δικαίωμα ελέγχου του νομίσματός τους». Το τρίτο σενάριο, που είναι η διατήρηση του υπάρχοντος συστήματος με την κυριαρχία του δολαρίου, θεωρείται εξίσου απίθανο αλλά και επικίνδυνο, αφού θα ενισχύσει «τις παγκόσμιες ανισορροπίες που οδήγησαν στη σημερινή κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος». Στην έκθεσή τους οι αναλυτές της Παγκόσμιας Τράπεζας υποστηρίζουν ότι σε αυτό το τριπολικό νομισματικό σύστημα –του δολαρίου, του ευρώ και του γουάν– οι υπόλοιπες χώρες «θα αναγκαστούν να συμμαχήσουν με ένα από τα νομίσματα είτε προσδένοντας την ισοτιμία τους σε αυτά είτε δημιουργώντας νέες νομισματικές ενώσεις».
Μήπως όμως αυτό δεν ήταν και το σκηνικό που επικράτησε μετά τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του ’30, όταν ο πλανήτης μοιράστηκε σε τρία αντίπαλα νομισματικά και εμπορικά μπλοκ, τα οποία δημιούργησαν τις συνθήκες για το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου;
Στρος-Καν: «Μπορούμε και χωρίς την Ευρώπη»
Υπό το πρίσμα αυτό, η μάχη των ΗΠΑ, της ΕΕ και των αναπτυσσόμενων χωρών για το διευθυντικό θώκο του ΔΝΤ θυμίζει προανάκρουσμα ενός ευρύτερου νομισματικού και εμπορικού πολέμου. Και το ερώτημα που θέτουν τα τελευταία 24ωρα οι μεγαλύτεροι αναλυτές του πλανήτη είναι εάν το ΔΝΤ θα εκφράσει τις νέες ισορροπίες ή θα παραμείνει εργαλείο στα χέρια της αμερικανικής –κατά δεύτερο λόγο και της ευρωπαϊκής– οικονομικής πολιτικής. Στην πρώτη περίπτωση τη θέση του Ντομινίκ Στρος-Καν θα έπρεπε να αναλάβουν άνθρωποι όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Νότιας Αφρικής Τρέβορ Μάνουελ, που από τις αρχές της εβδομάδας εμφανιζόταν ως ο επικρατέστερος αντίπαλος της Λαγκάρντ. Στη δεύτερη περίπτωση, η Γαλλίδα υπουργός θα κερδίσει μια πύρρειο νίκη, πηγαίνοντας κόντρα στη δυναμική της παγκόσμιας οικονομίας.
Παραδόξως, ένας από τους πρώτους ανθρώπους που μίλησαν ανοιχτά γι’ αυτή τη μετατόπιση οικονομικής ισχύος και την απαξίωση της Ευρώπης ήταν ο ίδιος ο Ντομινίκ Στρος-Καν. «Ο κόσμος μπορεί να ζήσει και χωρίς την Ευρώπη», έλεγε σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του στο Spiegel, προβλέποντας ότι στο μέλλον η Γηραιά Ήπειρος μπορεί να μην συμπεριλαμβάνεται ούτε καν στους βασικούς παίκτες της παγκόσμιας οικονομίας. Ο πάλαι ποτέ ισχυρός άνδρας του ΔΝΤ, μάλιστα, υποστήριζε ότι το ταμείο θα έπρεπε να μετατραπεί σε ένα εργαλείο για τους G-20 – το σώμα που δημιουργήθηκε για να συμπεριλάβει τις αναδυόμενες οικονομικές υπερδυνάμεις της Ασίας και της Νότιας Αμερικής.
Στην πραγματικότητα, ο Ντομινίκ Στρος-Καν είχε –για μια φορά– απόλυτο δίκιο. Επιχειρώντας να επιβάλουν την υποψηφιότητα της Λαγκάρντ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θα αλλάξουν τις ισορροπίες του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Το επιχείρημα της Μέρκελ, ότι η Ευρώπη πρέπει να διατηρήσει την ανώτατη θέση του ΔΝΤ γιατί αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα, δεν είναι μόνο παράλογο (με αυτό το σκεπτικό τη θέση θα μπορούσε να διεκδικήσει και κάποιος υποψήφιος από την Ουγκάντα), αλλά αποκαλύπτει τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και μόνο το γεγονός ότι η υποψήφια της Ευρώπης απειλείται από υποψηφίους της Νότιας Αφρικής είναι ενδεικτικό αυτής της αποτυχίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, βέβαια, η Λαγκάρντ φαντάζει ακόμη καλύτερη υποψήφιος για τις ΗΠΑ. Μια φιλοαμερικανίδα διευθύντρια, η οποία θα διοικεί υπό τη δαμόκλειο σπάθη των γαλλικών σκανδάλων, στα οποία φέρεται αναμεμειγμένη, είναι η καλύτερη εγγύηση για την αμερικανική κυριαρχία στο ταμείο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση κινδυνεύει να κερδίσει μια μάχη σε έναν πόλεμο για τον οποίο διατηρεί πολύ λιγότερες πιθανότητες επιτυχίας…
Αρης Χατζηστεφάνου
Επίκαιρα: 26/05/2011