Πηγή: k-lab
Συνέντευξη με τον Gabriel Lafleur , σιδηροδρομικό υπάλληλο, μέλος του συνδικάτου SUD και μέλος του NPA (Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα).
Παραχωρήθηκε στις 25 Απριλίου 2016 στον Χρίστο Ανδριανόπουλο στα γραφεία του συνδικάτου.
Μετάφραση-Επιμέλεια: Χρίστος Ανδριανόπουλος, Μαρίνα Καλαρά
Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στο παρόν νομοσχέδιο (νομοσχέδιο Ελ Κομρί) και στις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις που σχετίζονταν με την εργασία?
Το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης είναι εξαιρετικά σκληρό μια και δεν φέρνει επιμέρους αλλαγές στο εργασιακό πεδίο, αλλά αποτελεί μια εκ θεμελίων αναμόρφωση της εργασίας που εδράζεται σε δύο βασικά στοιχεία:
Το πρώτο στοιχείο είναι η αντιστροφή της ιεραρχίας των κανόνων δικαίου που αφορούν στην εργασία. Μέχρι σήμερα υπήρχε ο νόμος και ειδικότερα ο κώδικας εργασίας ο οποίος υπερτερούσε σε σχέση με άλλους κανόνες που ρύθμιζαν εργασιακά ζητήματα. Μόνο στην περίπτωση που οι κατώτεροι κανόνες ήταν πιο προνομιακοί για τους εργαζόμενους υπερίσχυαν. Οι κανόνες αυτοί προέρχονταν είτε από κλαδικές συλλογικές συμβάσεις είτε συλλογικές συμβάσεις που είχαν συναφθεί σε επίπεδο επιχείρησης. Με τον παρών νόμο δίνεται η δυνατότητα να υπερισχύσουν του νόμου οι επιχειρησιακές συμβάσεις αν και λιγότερο προνομιακές. Αυτό θα εφαρμοστεί κυρίως σε επιχειρήσεις που απειλούνται με κλείσιμο, η διοίκηση των οποίων θα μπορεί να λέει «ή θα δουλεύετε περισσότερο με τον ίδιο μισθό, ή η επιχείρηση θα κλείσει», βάζοντας το μαχαίρι στο λαιμό των εργαζομένων. Τέτοιες περιπτώσεις με το νόμο αυτό θα πολλαπλασιαστούν. Έτσι, όπου ο συσχετισμός δύναμης είναι αρνητικός για την εργασία (απειλή κλεισίματος, ανύπαρκτος συνδικαλισμός), θα αρκεί να βρεθεί ένα οποιοδήποτε συνδικάτο σ.1 που θα μπορεί να υπογράψει μια οποιαδήποτε επιχειρησιακή σύμβαση και έτσι να παρακάμπτονται οι κλαδικές συμβάσεις των οποίων επωφελούνται σήμερα οι επιχειρήσεις αυτές καθώς και οι τυχόν ευνοϊκότερες νομοθετικές διατάξεις.
Το δεύτερο στοιχείο αφορά στην γενικότερη συγκυρία. Αύξηση των εργοδοτικών προνομίων από τη μια και από την άλλη ένα κράτος έκτακτης ανάγκης με ένα συντηρητικό νομικό πλαίσιο που διευκολύνει την αφαίρεση της υπηκοότητας, ενίσχυση της καταστολής κ.α. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί τους όρους για μια ιστορικών διαστάσεων ήττα του εργατικού κινήματος και για μια νέα περίοδο κοινωνικής « ειρήνης» η οποία θα καταστρέψει και την τελευταία προστασία για τους εργαζόμενους όπως επιθυμούσε παλιότερα η Θάτσερ και ο Ρήγκαν. Έτσι θα μπορούν να περάσουν και άλλες αλλαγές χωρίς καμιά αντίσταση είτε σε επίπεδο θεσμών είτε στο δρόμο. Αυτή είναι και η βασική διαφορά ανάμεσα σε αυτό το νόμο και στις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις όπως π.χ. η εθνική διεπαγγελματική συμφωνία που πέρασε πριν 2 χρόνια και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού το 2010. Η παρούσα μεταρρύθμιση είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι γιατί επιβαρύνει την επισφάλεια της εργασίας που ήδη υπήρχε. Το σύνθημα μας είναι «παλεύουμε κατά του νόμου και του κόσμου που φέρνει». Πρόκειται λοιπόν για μια μάχη που ξεπερνάει τα πλαίσια του νομοσχεδίου αυτού.
Ποιος είναι ο ρόλος των βασικών συνδικάτων στη μάχη που δίνεται κατά αυτού του νομοσχεδίου?
Καταρχήν πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό ανάμεσα στους συνδικαλιστές και στις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Όσον αφορά στις ηγεσίες, η στάση που κρατούν είναι παρόμοια με αυτή όλων των προηγούμενων χρόνων: κάνουμε το λιγότερο δυνατό, με τον πιο αργό και ανώδυνο τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, από τη μια η CFDT σ.2 στηρίζει ανοιχτά το νόμο ενώ περιορίστηκε στο να προτείνει κάποιες «διακοσμητικού τύπου» αλλαγές στο υπάρχον νομοσχέδιο. Από την άλλη η CGT σ.3 αλλά και μαζί με αυτήν η FSU σ.4, η FO σ.5 και ένα μικρό κομμάτι των SUD σ.6 αρκέστηκαν να προκηρύξουν μια μέρα απεργίας ενάμιση μήνα μετά την κατάθεση του νομοσχεδίου. Το νομοσχέδιο κατατέθηκε στις 15 Φλεβάρη και η πρώτη απεργία προκηρύχθηκε για τις 31 Μάρτη. Το οποίο σημαίνει ότι δεν έκαναν τίποτα τη στιγμή της έκρηξης της οργής των εργαζομένων εναντίον του νόμου.
Ευτυχώς η νεολαία αντέδρασε πολύ πιο γρήγορα. Το συντονιστικό των οργανώσεων της νεολαίας αποφάσισε άμεσα μια ημέρα κινητοποιήσεων, την οποία προγραμμάτισε για τις 9 Μάρτη, ώστε οι φοιτητές και οι μαθητές να συναντηθούν με κάποιους επαγγελματικούς κλάδους που βρίσκονταν ήδη σε κινητοποιήσεις, όπως οι εργαζόμενοι στην RATP σ.7 και στην SNCF σ.8. Έτσι η 9 Μάρτη αποτέλεσε την πρώτη μέρα αγώνα κατά του νόμου για την εργασία. Να υπενθυμίσουμε ότι για ιδιαίτερους λόγους, οι εργαζόμενοι στην SNCF βρίσκονταν ήδη σε κινητοποιήσεις λόγω αλλαγών στο καθεστώς εργασίας τους, όπως μείωση αδειών και αύξηση του ωραρίου εργασίας. Η πορεία στις 9 Μάρτη επέτρεψε στους εργαζόμενους να κλιμακώσουν τον αγώνα τους και να φτάσουν στη μεγάλη πορεία της 31ης Μάρτη. Η επόμενη μεγάλη κινητοποίηση προγραμματίστηκε για τις 28 Απρίλη, δηλαδή ένα μήνα μετά και εν μέσω σχολικών διακοπών στη Γαλλία, κάτι το οποίο αναγκαστικά θα λειτουργούσε αποκλιμακωτικά για το κίνημα.
Επιπλέον να σημειώσουμε ότι μερικές μέρες πριν, στις 22 Απριλίου, ολοκληρώθηκε το Συνέδριο της CGT όπου παρά την πρόταση της αριστερής μειοψηφίας για κυλιόμενες απεργίες, η διοίκηση της συνομοσπονδίας αποφάσισε να μην πάρει ανοιχτά θέση αλλά να στηρίξει οποιαδήποτε απόφαση θα πάρουν οι εργαζόμενοι στα επιμέρους συνδικάτα. Φυσικά αυτό δεν είναι μια στρατηγική νίκης. Στο επίπεδο βάσης όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Σε κάποιους χώρους, όπως στα διυλιστήρια, στα ταχυδρομεία, στα νοσοκομεία υπάρχουν σχεδιασμοί κυλιόμενων απεργιών, ενώ σε άλλους όχι.
Για να επανέλθουμε στην SNCF, η οποία αποτελεί τον κατεξοχήν χώρο αντίστασης και απεργιών και που πλήττεται ιδιαίτερα από τον νέο νόμο, ο σχεδιασμός των κινητοποιήσεων περιλάμβανε πορείες στις 26 Απρίλη, στις 10 Μάη και στις 17 Μάη. Οι ημερομηνίες αυτές όμως δε συμπίπτουν με τις ημερομηνίες των υπόλοιπων κινητοποιήσεων που είχαν ανακοινωθεί από τη CGT. Είναι εμφανές ότι η ηγεσία του συνδικάτου των σιδηροδρομικών έκανε τα πάντα ώστε να μη συναντηθεί το κίνημα τους με αυτό κατά του νόμου. Οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους είναι πολύ προβληματισμένοι, μιλάνε συνεχώς για τις κυλιόμενες απεργίες και έχουν βαρεθεί τις 24ωρες απεργίες μια φορά στις 2 ή στις 3 εβδομάδες. Είναι πραγματικά σύνθετο. Αύριο παραδείγματος χάρη οι σιδηροδρομικοί έχουμε απεργία για τα δικά μας ιδιαίτερα ζητήματα, μεθαύριο δουλεύουμε κανονικά και την επόμενη μέρα έχουμε 24ωρη απεργία για τον νόμο Ελ Κομρί! Ωστόσο υπάρχουν συνάδερφοι που ενώ διαφωνούν με την απόφαση της συνομοσπονδίας και θέλουν να πάνε πιο μακρυά με τις κινητοποιήσεις, εφαρμόζουν τις αποφάσεις της, γιατί δεν τολμούν να κάνουν διαφορετικά.
Για να το συνοψίσουμε, θα λέγαμε ότι υπάρχουν 2 δυναμικοί παράγοντες σήμερα. Από τη μια συνδικαλιστικές ομάδες που επιδιώκουν την κλιμάκωση και παράλληλα το κίνημα των πλατειών εντός του οποίου διάφοροι συμμετέχοντες παλεύουν για γενική απεργία. Και από την άλλη ο στατικός παράγοντας των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι για να οργανωθεί γενική απεργία, η απόφαση περνάει από αυτές.
Το κίνημα των πλατειών (ΝUIT DEBOUT) είναι κάτι που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον ολόκληρης της Ευρώπης. Ποιος είναι ο ρόλος του στις κινητοποιήσεις ;
Το κίνημα των πλατειών είναι ένας παράγοντας που προσπαθεί να προχωρήσει τον αγώνα πιο γρήγορα από τους ρυθμούς που επιβάλλουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες. Το κίνημα αυτό δημιουργήθηκε μετά από την πορεία της 31ης Μάρτη και κατόπιν προτροπής ενός αντικαπιταλιστικού περιοδικού που ονομάζεται Fakir με τη συμβολή του μαρξιστή οικονομολόγου Frederic Lordon και των εργαζομένων από διάφορους τομείς όπως τη Goodyear. Σήμερα υπάρχουν δύο διαφορετικές κατευθύνσεις εντός του κινήματος. Από τη μία κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να υπάρχει μια συνεχής κατάληψη της πλατείας και από αυτή την κατάληψη να προκύψει ένα νέο Σύνταγμα και μια εναλλακτική δημοκρατία. Πρόκειται για μια αρκετά εσωστρεφή τάση που παρουσιάζει και συντηρητικά στοιχεία. Από την άλλη υπάρχει η άποψη ότι το κίνημα των πλατειών αποτελεί σημαντικό παράγοντα συντονισμού των αγώνων κατά του νομοσχεδίου και ότι η πλατεία πρέπει να γίνει ο χώρος οργάνωσης της γενικής απεργίας. Μέλη αυτής της τάσης βγαίνουν από την πλατεία για να οργανώσουν παράλληλες κινητοποιήσεις, όπως δράσεις υποστήριξης των προσφύγων, αντικατασταλτικές πορείες, πορείες υποστήριξης των εργαζόμενων που είναι ήδη σε απεργία, όπως οι σιδηροδρομικοί, εργαζόμενοι στη Renault και αλλού. Με πρωτοβουλία της μάλιστα δρα εντός της πλατείας και η λεγόμενη Επιτροπή συντονισμού των κινητοποιήσεων, με αποτέλεσμα η πλατεία της République να γίνεται χώρος κατάληξης των πορειών, όπου το συνδικαλιστικό κομμάτι συναντιέται με τους ανθρώπους που κινητοποιούνται εκεί και συζητούν για τις επόμενες κινήσεις τους.
Σε ποιο βαθμό τα επιχειρήματα της κυβέρνησης υπέρ του νόμου πείθουν τους εργαζόμενους ;
Ελάχιστα. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 70% των πολιτών τάσσεται κατά του νόμου. Αυτό δε μας εκπλήσσει γιατί είναι αδύνατο να παρουσιαστεί ο νόμος ως κάτι θετικό για την εργασία. Η συνταγή που προτείνει η Υπουργός Εργασίας, Μύριαμ Ελ Κομρί, είναι απλή: «για να διευκολύνουμε την εργασία, πρέπει να διευκολύνουμε τις απολύσεις». Όλοι όμως καταλαβαίνουν το χαρακτήρα του νόμου και γι΄αυτό είναι εναντίον του. Βεβαίως είναι ένα πράγμα να τάσσεσαι γενικώς κατά του νόμου και ένα άλλο να δίνεις τη μάχη για την ανατροπή του. Νομίζω ότι αυτό που κυριαρχεί σήμερα είναι ότι πέραν την γενικής δυσαρέσκειας απέναντι στην κυβέρνηση , είναι πολύ δύσκολο να στραφείς εναντίον της και να πετύχεις την υποχώρησή της, διότι η κυβέρνηση φαντάζει πολύ ισχυρή. Χάρη στο κίνημα των πλατειών αλλά και στους κλάδους που είναι πιο δυναμικοί στις κινητοποιήσεις, μπορούμε να αλλάξουμε αυτή τη λογική και η ανατροπή να φανεί ως πιθανό σενάριο. Πόσο μάλλον που η κυβέρνηση τελικά είναι αδύναμη, εξαιρετικά διασπασμένη και στερείται της στήριξης των ίδιων της των βουλευτών. Ακόμα και η Ένωση των εργοδοτών έχει αρχίσει να πιστεύει ότι με αυτές τις κινήσεις της κυβέρνησης υπάρχει ο «φόβος» μιας γενικής απεργίας.
Ποιος ο ρόλος της νεολαίας στο κίνημα κατά του νόμου Ελ Κομρί ;
Η νεολαία εξαρχής έχει παίξει ένα ρόλο κλειδί σε πολλά επίπεδα. Τα πανεπιστήμια ήταν τα πρώτα που ξεκίνησαν κινητοποιήσεις κατά του νόμου ήδη από το Φεβρουάριο. Οι πρώτες γενικές συνελεύσεις βγήκαν πολύ γρήγορα και ήταν πιο μαζικές από αυτές του CPE σ.9. Όπως είπαμε και πριν, χάρη στη νεολαία οργανώθηκε η πρώτη μέρα των κινητοποιήσεων κατά του νόμου στις 9 Μάρτη. Βεβαίως πρέπει να πούμε ότι το κίνημα στα πανεπιστήμια δεν κατάφερε να μαζικοποιηθεί περαιτέρω εκτός κάποιων εξαιρέσεων. Πρόκειται για πανεπιστήμια που παραδοσιακά κινητοποιούνται όπως το Paris 1, Paris 8, Nanterre και στην επαρχία το Rennes 2 και το Toulouse-Mirail. Τη σκυτάλη πήραν τα λύκεια που εάν και εκ των πραγμάτων έχουν μια μειωμένη δυνατότητα να αναλύσουν το νόμο, συμμετείχαν πολύ μαζικά στο κίνημα. Είχαν ένα ρόλο πολύ πιο ανεξέλεγκτο, αλλά συντονίστηκαν γρήγορα με την υπόλοιπη νεολαία. Οι φοιτητές βγήκαν από τα πανεπιστήμια και πήγαν στα λύκεια για να τους καλέσουν στις κινητοποιήσεις τους. Το αποτέλεσμα ήταν εκατοντάδες κλειστά λύκεια με μαχητική διάθεση εκ μέρους των μαθητών που συχνά κατέληγαν σε σοβαρές συγκρούσεις με την αστυνομία. Η δεύτερη βασική συνεισφορά της νεολαίας είναι η συμμετοχή της στο κίνημα των πλατειών. Δεν είναι μόνο οι φοιτητές και οι μαθητές που συμμετέχουν, αλλά και νέοι εργαζόμενοι που δουλεύουν σε συνθήκες επισφάλειας και νέοι άνεργοι. Η σταθερή παρουσία των νέων στο κίνημα των πλατειών διατήρησε μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων που του επέτρεψε να μη φυλλορροήσει.
Για την πρωτομαγιά υπάρχει σχέδιο κατάληψης της πλατείας République από τα συνδικάτα.
Ναι, και αυτό για μας είναι η αρχή ενός σπριντ για την γενική απεργία. Θα δούμε πότε αυτό θα γίνει δυνατό. Ίσως να το δούμε και στις αρχές Μαΐου. Οι μήνες που θα έρθουν θα είναι πολύ θερμοί. Αυτό είναι σίγουρο.
Το κίνημα αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για ένα καινούργιο πολιτικό κίνημα ;
Αυτό είναι κάτι για το οποίο αναρωτιούνται πολλοί. Έχουν προφανώς στο μυαλό τους το παράδειγμα της Ισπανίας, δηλαδή πως μέσα από το κίνημα των αγανακτισμένων προέκυψαν οι Podemos. Κατά την άποψή μου είναι πολύ νωρίς να κουβεντιάσουμε κάτι τέτοιο. Αυτοί που θέτουν αυτό το ερώτημα σήμερα είναι άνθρωποι που έχουν βαρεθεί το παλιό κομματικό σύστημα και θέλουν να προτείνουν ένα εναλλακτικό υποψήφιο για τις προεδρικές εκλογές του 2017. Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε, αλλά δεν είναι το βασικό ερώτημα για το σήμερα. Για μας δεν έχει να κάνει με έναν υποψήφιο, αλλά με το συσχετισμό δυνάμεων όπως προκύπτει από τις απεργίες και τις διαδηλώσεις. Οποιαδήποτε πραγματική πολιτική αλλαγή και ανασύνθεση του πολιτικού πεδίου θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο οι κοινωνικές δυνάμεις θα καταφέρουν να ανατρέψουν το νόμο. Αν δεν υπάρξει νίκη, το κίνημα θα δημιουργηθεί εκ των πραγμάτων στο έδαφος μιας μεγάλης ήττας και εν μέσω έντονων κυβερνητικών αυταπατών, ενδεχομένως θα στηρίξουν την υποψηφιότητα του Melenchon για τις προεδρικές εκλογές. Όπως καταλαβαίνετε υπάρχουν μεγάλες διαφορές εντός του κινήματος ανάμεσα στα πιο μάχιμα τμήματα που επιδιώκουν την γενική απεργία και στον κλασικό ρεφορμισμό, αλλά και σε έναν νέου τύπου ρεφορμισμό πιο πηγαίο που συναντάμε συχνά στο κίνημα των πλατειών τελευταία. Βεβαίως σε σχέση με την Ισπανία οι Γάλλοι αγανακτισμένοι είναι πολύ λιγότεροι. Στο Παρίσι οι «αγανακτισμένοι» είναι 3000 – 4000, ενώ στην επαρχία δεν υπερβαίνουν τις μερικές εκατοντάδες.
Επίσης πρέπει να πούμε πως η Ισπανία είναι ένα αντι-παράδειγμα. Το κίνημα 15-M ήταν ένα κίνημα με οριζόντια οργάνωση που μεταμορφώθηκε σε μία πλήρως καθετοποιημένη εκλογική μηχανή ελεγχόμενη από μια χούφτα ανθρώπων. Αναφέρομαι στους PODEMOS που είναι σαφώς ένα ρεφορμιστικό σχήμα.
Πιστεύεις ότι εάν αυτή η τάση εμφανισθεί και στη Γαλλία, δηλαδή αν οι πλατείες υιοθετήσουν αυτό το μοντέλο πολιτικής, μπορεί η ανατροπή του νόμου να περάσει σε δεύτερη μοίρα ;
Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Ωστόσο ένα μεγάλο ποσοστό του κόσμου των πλατειών δεν τον απασχολεί καθόλου το ζήτημα του νόμου Ελ Κομρί. Πιστεύουν ότι αντί να ασχολούμαστε με αυτόν είναι καλύτερο να αρχίσουμε να δημιουργούμε ένα καινούριο κόσμο στην πλατεία. Κατά την άποψή μου αυτό είναι μία αυταπάτη. Ευτυχώς όμως ένα άλλο κομμάτι του κόσμου που συμμετέχει στις επιτροπές, στις συνελεύσεις και στις κινητοποιήσεις και που αναγνωρίζει τον εαυτόν του στο κίνημα των πλατειών, πιστεύει ότι το κίνημα αυτό είναι ένα εργαλείο πάλης.
Ένα τελευταίο σχόλιο για τις προοπτικές αυτής της μάχης ;
Από την αρχή της κρίσης το 2008 γνωρίσαμε πολλές εξάρσεις και υφέσεις των κινημάτων. Είχαμε την κατάληψη της πλατείας Ταχρίρ που πυροδότησε αντίστοιχα κινήματα στην Ισπανία και στην Ελλάδα, επίσης είδαμε την εργατική τάξη να συμμετέχει ως καθοριστικός παράγοντας στα κινήματα που ξεπήδησαν. Κάποιες φορές τα κινήματα κατάφερναν να συντονιστούν μεταξύ τους και κάποιες άλλες όχι. Η μάχη που έχουμε να δώσουμε δεν είναι απλά κατά μίας μεταρρύθμισης. Είμαστε σε μία φάση που πρέπει να δώσουμε το παράδειγμα οργανώνοντας ένα κοινωνικό κίνημα που δεν θα αρκεστεί στο να μετατραπεί σε μία εκλογική δύναμη όπως οι PODEMOS, και που δεν θα προδώσει τις ελπίδες του λαού όπως ο Συριζα. Αν καταφέρουμε εμείς, ένα κίνημα εργαζομένων, να αναγκάσουμε την κυβέρνηση να υποχωρήσει μπροστά σε μία τόσο σημαντική μάχη, θα καταφέρουμε να δώσουμε το έναυσμα για ένα ευρωπαϊκό κύμα αγώνων που θα δώσει ελπίδα στους εργαζόμενους.