Μια ενοποιημένη, ειρηνική Ευρώπη με την ανάπτυξη και την ευημερία που προσφέρει ένα κοινό νόμισμα. Πόσο απέχει άλήθεια το «όραμα» του Χίτλερ από την πολιτική που ασκούν σήμερα τα ηγετικά στελέχη της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο;
H εφημερίδα «Καθημερινή» παρουσίασε ένα πρωτοσέλιδο άρθρο γνώμης σχετικά με την ευρωπαϊκή ενοποίηση στο οποίο ο συντάκτης εξηγούσε ότι «πρέπει να τεθεί στη πρώτη γραμμή κάθε παράγοντας που θα μπορούσε να ενισχύσει μια εντονότερη και ισχυρότερη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη».
«Αναπτύσσοντας», εξηγούσε η εφημερίδα, «τους συνδέσμους μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών, στη βάση της δικαιοσύνης και της αμοιβαιότητας, οι παράγοντες αυτοί θα αποτελέσουν τη θετική εγγύηση της ανεξαρτησίας και της πολιτικής ελευθερίας κάθε ξεχωριστού έθνους της ευρωπαϊκής ηπείρου». Ως βασικότερος παράγοντας επιτυχίας αυτών των στόχων, εξηγούσε η εφημερίδα, θα βρίσκεται το Βερολίνο. Για την ακρίβεια το άρθρο είχε τίτλο «Ο Άξων θα εξαλείψει όλας τα αφορμάς συρράξεως μεταξύ των εθνών της ευρωπαϊκής οικογένειας» και φυσικά δεν γράφτηκε στη μετά – Μάαστριχτ εποχή αλλά στις 19 Σεπτεμβρίου του 1941.
Φυλλομετρώντας για μήνες τον δοσιλογικό Τύπο της κατοχής, για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ ΦΑΣΙΣΜΟΣ Α.Ε., συναντήσαμε δεκάδες άρθρα για την «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» τα οποία θα μπορούσαν να δημοσιευθούν σχεδόν αυτούσια σήμερα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να αλλάξεις τις λέξεις «άξονας» με «ευρωπαϊκή ένωση», το «ράιχσμαρκ» με το «ευρώ» και το «Βερολίνο» με… το «Βερολίνο». Στο επίσης δοσιλογικό Βήμα, λόγου χάρη, που εκείνη την εποχή ονομαζόταν «Ελεύθερο Βήμα», διαβάζαμε για το ρόλο που θα παίξει το Ραϊχσμαρκ ως βάση μιας «ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής» αλλά και για τις ευγενείς προθέσεις της ναζιστικής Γερμανίας να προστατεύσει τις ασθενείς οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου μέσω της σταθερότητας που θα προσέφερε ένα ενιαίο νόμισμα.
Αν ξεχαστείς για λίγη ώρα στα αρχεία των εφημερίδων ίσως αισθανθείς ότι ζείς μέσα στις σελίδες του βιβλίου Fatherland, του Ρόμπερτ Χάρις, στο οποίο ο συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωές του σε μια υποθετική Ευρώπη στην οποία το Τρίτο Ράιχ κυριάρχησε μετά το δευτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμη και το εξώφυλλο του βιβλίου, στο οποίο κυματίζει η σβάστιγκα δίπλα στη σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσφέρεται για απλουστευτικούς συσχετισμούς.
«Οποιοσδήποτε παραλληλισμός με την κατοχή είναι ιδιαίτερα υψηλού κινδύνου» σπεύδει να μας προειδοποιήσει ο Γιώργος Μαργαρίτης, καθηγητής σύγχρονης ιστορίας του ΑΠΘ. Πραγματικά, ξεκινώντας κανείς να συγκρίνει εκ του τελικού αποτελέσματος την «ενιαία ευρώπη» του Ράιχ με την ενιαία Ε.Ε υπό την ηγεσία του Βεορλίνου, εάν δηλαδή συγκρίνει το φρικιαστικό πρόσωπο του ναζισμού έστω και με το ποιο αυταρχικό πρόσωπο της σύγχρονης Ευρώπης, είναι αυτονόητο ότι θα καταλήξει σε μια χυδαία ανάγνωση της ιστορίας. Μια προσέγγιση δηλαδή η οποία θα προσβάλλει όχι μόνο τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, από το Δίστομο έως το Άουσβιτς, αλλά και τους αγωνιστές της αντίστασης από τη Καισαριανή μέχρι το Στάλινγκραντ.
Αν όμως επιτρέψουμε στο ρολόι της ιστορίας να γυρίσει μερικά χρόνια πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και αναζητήσουμε τους παράγοντες που ανάγκασαν τις οικονομικές ελίτ της εποχής να ανεχθούν και σε πολλές περιπτώσεις να στηρίξουν έμπρακτα το φασισμό, ίσως η σύγκριση αποκτά μια χρησιμότητα αλλά και μια σχετική νομιμοποίηση.
Κάθε σχετική προσπάθεια πρέπει να ξεκινήσει αφαιρώντας το πέπλο μυστικισμού, που συνήθως καλύπτει κάθε ανάγνωση του φασιστικού φαινομένου, και στη συνέχεια να εστιάσει στους οικονομικούς παράγοντες που οδήγησαν στη φρίκη του Τρίτου Ράιχ. Και αυτό ακριβώς επιχειρήσαμε να κάνουμε στο ντοκιμαντέρ ΦΑΣΙΣΜΟΣ Α.Ε. Ανάμεσα σε ιστορίες για τους δοσίλογους της κατοχής και τους επιγόνους τους στην Ελλάδα της δικτατορίας αλλά και του μνημονίου επανερχόταν συνέχεια το φάντασμα μιας ενιαίας Ευρώπης η οποία δεν οικοδομούνταν για τα συμφέροντα των ανθρώπων που κατοικούν σε αυτή αλλά για τις μεγάλες βιομηχανίες και τις τράπεζες κάθε εποχής.
«Στην Ελλάδα του 2013 όπως και στη Γερμανία του 1933» μας εξηγεί ο καθηγητής ιστορίας του ΑΠΘ, Σπύρος Μαρκέτος, «οι αστοί και συγκεκριμένα αυτοί που παίρνουν τις πολιτικές αποφάσεις είναι διατεθειμένοι να παίξουν με το φασισμό». Ο γνωστός συγγραφέας και αναλυτής Ταρίκ Αλί θα συμφωνήσει μαζί του: «Εάν η ΕΕ αποδέχθηκε τον Τζιανφράνκο Φίνι, ο οποίος συνδέεται με μια ευθεία γραμμή με το φασιστικό κόμμα του Μουσολίνι, αύριο δεν θα έχει κανένα πρόβλημα να αποδεχθεί και την Μαρί Λεπέν ή ακόμη και ένα δεξιό κυβερνητικό συνασπισμό, στην Ελλάδα, με τη συμμετοχή της Χρυσής Αυγής». Στη λίστα νεων και παλιών φασιστών του Ταρίκ Αλί θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλά ακόμη παραδείγματα από την πολιτισμένη ολλανδία μέχρι την προεμφυλιακή Ουκρανία στην οποία η ΕΕ «έσπρωξε» έξι εθνικοσοσιαλιστές σε υπουργικές θέσεις.
Πόσο απέχει άραγε αυτή η πολιτική στήριξη των Ευρωπαίων ηγετών στο νεο-φασισμό από τα διθυραμβικά κείμενα που έγραφε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ για τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ, πριν αναγκαστεί να βρεθεί απέναντί τους στα πεδία των μαχών; «Αν ήμουν Ιταλός» έλεγε ο Τσόρτσιλ στον Μουσολίνι, σε ένα σπάνιο κείμενο που ξέθαψε για το ντοκιμαντέρ ο Ταρίκ Αλί «θα ήμουν ολόψυχα μαζί σου… για να τελειώσεις τη θριαμβευτική μάχη απέναντι στη ζωώδη όρεξη του λενινισμού». Ακόμη μεγαλύτερη φαίνεται να ήταν η λατρεία των ευρωπαϊκών πολιτικών ελίτ αλλά και του Τσόρτσιλ για το βιβλίο «ο Αγών μου» του Χίτλερ, τον οποίο ο Βρετανός πρωθυπουργός θεωρούσε το πρότυπο του πολιτικού που θα έπρεπε να είχε και η Βρετανία αν είχε χάσει τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Για να εντοπίσει όμως κανείς βαθύτερες ομοιότητες στην Ευρώπη του ’30 και του σήμερα, ίσως πρέπει να αφήσει τις προφανείς ομοιότητες, που σχετίζονται με τη στήριξη ή την ανοχή σε φασιστικά και ναζιστικά μορφώματα και να εξετάσει το πλαίσιο πολιτικών που εφαρμόζονταν τότε και τώρα.
Το θέμα της μετανάστευσης προσφέρει πληθώρα παραδειγμάτων. Και μόνο το γεγονός ότι η πολιτική της Ευρωπαϊκής ένωσης έχει μετατρέψει τη Μεσόγειο σε υγρό τάφο για δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους και πως στα σύνορα της Ένωσης οικοδομούνται διαρκώς στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου τιμωρούνται άνθρωποι όχι γι΄κάτι που έκαναν αλλά γι’ αυτό που είναι θα αρκούσε για να ξυπνήσει μνήμες από τα μέσα του 20ου αιώνα. Οι σημαντικότερες ομοιότητες όμως εντοπίζονται στον τρόπο με τον οποίο μεταβάλλεται το σύστημα απονομής δικαιοσύνης απέναντι σε μετανάστες και πρόσφυγες. Η έννοια του «λαθραίου» ανθρώπου αποτελεί για τον Γ. Μαργαρίτη μια «υπόμνηση» από το 19ο σημείο της διακήρυξης του ναζιστικού κόμματος. Σε αυτό ο Χίτλερ ξεκαθάριζε ότι δεν θα αποδέχεται πλέον το ρωμαϊκό δίκαιο αλλά το παραδοσιακό, φυλετικό δίκαιο της Γερμανίας, το οποίο προέβλεπε ότι κάθε άνθρωπος, ανάλογα με τη φυλή στην οποία ανήκει, θα έχει και διαφορετική αντιμετώπιση στα δικαστήρια. Πρακτικά, με τους λεγόμενους ρατσιστικούς νόμους της Νυρεμβέργης, το ναζιστικό κόμμα έθετε ολόκληρα τμήματα του πληθυσμού εκτός της προστασίας του δικαίου. Το να σκοτώσεις έναν Εβραίο, δεν ήταν αδίκημα αφού το δίκαιο δεν κάλυπτε πλέον τη συγκεκριμένη ομάδα. Μήπως και σήμερα όμως η σχεδόν θεσμοθετημένη ατιμωρησία των ρατσιστικών εγκλημάτων δεν αποδεικνύει ότι υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται εκτός του δικαίου των χωρών μελών της ΕΕ;
Ακόμη και το φαινόμενο της ευγονικής, μας εξηγεί ο Γ.Μαργαρίτης, ξεκίνησε όταν ορισμένες κυβερνήσεις αποφάσισαν να εξετάσουν τα οικονομικά των νοσοκομείων και του συστήματος υγείας και συνειδητοποίησαν ότι υπάρχουν μερικές κατηγορίες ασθενών, όπως οι χρόνια ασθενείς, οι πνευματικά ανάπηροι, τα άτομα με ειδικές ανάγκες τα όποια κοστίζουν υπερβολικά στο σύστημα υγείας. Ξεκινώντας από αυτή την κουβέντα φτάνει κανείς να συζητά αν θα πρέπει να τους αφήσει στην τύχη τους και αμέσως μετά στο ζήτημα αν θα πρέπει να τους σκοτώσει». Προφανώς δεν βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο, τονίζει ο γνωστό Έλληνας ιστορικός Γ.Μαργαρίτης. «Όταν όμως σε ένα σύστημα υγείας και προνιας» εξηγεί ο ίδιος «βαζεις το κόστος πάνω από όλα τα άλλα και μάλιστα τοποθετείς και έναν υπουργό υγείας ο οποίος σαν γελωτοποιός θα εθίζει τον κόσμο σε τρομακτικές λύσεις, μπορείς να υποθέσεις προς τα που κινούνται τα πράγματα».
Κατά τη διάρκεια του ενός χρόνου που διήρκεσαν τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ ΦΑΣΙΣΜΟΣ Α.Ε κανένας από τους συνομιλητές μας δεν υποστήριξε ότι οι ηγετικοί κύκλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης προωθούν τον φασισμό. Σχεδόν όλοι θα συμφωνήσουν όμως ότι αρκετοί από τους στόχους που τέθηκαν στα χρόνια του μεσοπολέμου, μετά τη μεγάλη ύφεση της δεκαετίας του 30, τίθενται και πάλι σήμερα έστω και με μια σχετική μετριοπάθεια.
Κάθε σύγκριση ανάμεσα στην ενωμένη Ευρώπη του σήμερα και στην ενωμένη Ευρώπη που οραματίζονταν τα απολυταρχικά καθεστώτα του 20ου αιώνα είναι εν τέλει μια ισορροπία ανάμεσα στα διαφορετικά μέσα που θα χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη των κοινών στόχων. «Ο φασισμός δεν είναι αυτοσκοπός για το μεγάλο κεφάλαιο» μας εξηγεί ο Γερμανός ιστορικός Η. Roehr και συμπληρώνει «αν έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στο ευρώ, το γερμανικό μάρκο, ή τη Βέρμαχτ θα επιλέξουν σίγουρα το ευρώ γιατί έτσι δεν είναι αναγκασμένοι να στείλουν στρατό για να καταλάβει την Ελλάδα».
Άρης Χατζηστεφάνου
UNFOLLOW Απρίλιος 2014