«Άντε στο διάολο πλούσιε μπάσταρδε». Θα περίμενε κανείς μια τόσο σκληρή φράση να ακούγεται από τα μέλη του κινήματος Occupy Wall Street ή άλλων διαδηλωτών που αντιδρούν στην τραπεζική «δικτατορία» του καιρού μας. Στην πραγματικότητα αποτέλεσε τον πρωτοσέλιδο τίτλο της γαλλικής εφημερίδας Liberation (για την ακρίβεια οι Γάλλοι συνάδελφοι χρησιμοποιήσαν μια πολύ χειρότερη λέξη που αναφέρεται στα μυστικά της γυναικείας ανατομίας). Τον οργισμένο τίτλο προκάλεσε η πληροφορία ότι ο Μπερνάρντ Αρνό, ο πλουσιότερος άνθρωπος της Γαλλίας και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας μόδας LVMH, απειλεί να ζητήσει την βελγική υπηκοότητα στην περίπτωση που ο Γάλλος πρόεδρος αυξήσει στο 75% τη φορλογία όσων κερδίζουν περισσότερο από ένα εκατομμύριο ευρώ.
Η υπόθεση του Αρνό επανέφερε στο προσκύνιο τη συζήτηση που ξεκίνησε πριν από περίπου δυο χρόνια για τις αποδοχές των περίφημων CEO, των διευθύνοντων συμβούλων μεγάλων επιχειρήσεων. Δυο σχετικά πρόσφατες μελέτες μάλιστα, το βιβλίο του αναλυτή Ντιν Μπέικερ με τίτλο «The Conservative Nany State» και μια έκθεση των οικονομολόγων Μαζουκάτο και Λάζονικ, επιχειρούν να δώσουν απάντηση στο κεφαλαιώδες ερώτημα του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού συστήματος: Πώς γίνεται ενώ χιλιάδες εργαζόμενοι απολύονται λόγω της αποτυχίας των CEO αυτοί να βλέπουν τις αποδοχές τους να αυξάνονται χρόνο με το χρόνο.
Στην Ευρώπη τα πρωτεία της ανισότητας στις αποδοχές διευθυντών και υπαλλήλων ανήκουν στις χώρες με το πλέον ανεπτυγμένο χρηματοπιστωτικό τομέα. Στη βρετανική ΒΡ, λόγου χάρη, στις αρχές της δεκαετίας του ’80 τα ανώτατα στελέχη λάμβαναν «μόνο» 16 φορές περισσότερα χρήματα από τον μέσο υπάλληλο. Την περίοδο 2009-11, όμως, ο ανώτατος μισθός ήταν κατά 63,2 φορές υψηλότερος. Αντίστοιχα στην τράπεζα Barclays η ίδια αναλογία πενταπλασιάστηκε από το 14.5 στο 75. Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα ακριβοπληρωμένα στελέχη των μεγάλων πολυεθνικών λάμβαναν το 1980 κατά μέσο όρο 42 φορές περισσότερα από το μέσο μισθό για να φτάσουν σήμερα σε μια αναλογία 343:1. Συγκεκριμένα οι 500 πλέον καλοπληρωμένοι CEO αμερικανικών επιχειρήσεων λάμβαναν την περίοδο 2008-2010 μεσο ετήσιο μισθό 17.9 εκατομμυρίων δολαρίων.
H πρακτική αυτή ήταν λογικό να εξοργίσει εκατομμύρια πολίτες σε ολόκληρο τον κόσμο καθώς δισεκατομμύρια άνθρωποι επιβιώνουν κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας με ημερήσιο εισόδημα ενός δολαρίου. H θεωρητική απάντηση που συνήθως δινόταν ήταν ότι τα συγκεκριμένα διευθυντικά στελέχη ήταν τόσο πιο ικανά και παραγωγικά στη δουλειά τους που άξιζαν και το τελευταίο σεντ. Προφανώς ακόμη και οι πλέον φανατικοί θιασώτες της οικονομίας της αγοράς δυσκολεύονταν να εξηγήσουν πώς ένας άνθρωπος είναι πιο άξιος και παραγωγικός από 300 ή ακόμη και 500 υπαλλήλους. Άλλωστε αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, οι μισθοί των σημερινών CEO δεν θα έπρεπε να απέχουν τόσο από τους μισθούς που έπαιρναν οι διευθύνοντες σύμβουλοι πριν από 20 ή 30 χρόνια. Άλλωστε οι μυθώδεις αυξήσεις στους μισθούς των χρυσών στελεχών δεν ανταποκρίνονται ούτε με την κερδοφορία των εταιρειών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περίοδο 1993-2003 οι αποδοχές τους αυξήθηκαν δυο φορές περισσότερο από την κερδοφορία των επιχειρήσεών τους.
Αντιθέτως τα σημερινά Golden boys κατηγορήθηκαν ευθέως για ζημιές δισεκατομμυρίων δολαρίων ή ακόμη και την ολοκληρωτική χρεοκοπία ορισμένων πυλώνων του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τα χρυσά παιδιά του καπιταλισμού όχι μόνο δεν προσέφεραν περισσότερα από 300 ή 500 υπαλλήλους αλλά πολές φορές τίναξαν στον αέρα πολύχρονη εργασία χιλιάδων εργαζομένων. Το παράδοξο ήταν ότι ακόμη και μετά την κρίση οι μισθοί και τα χρυσά μπόνους όχι μόνο δεν μειώθηκαν αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις αυξήθηκαν!
Όπως εξηγούσε πρόσφατα το βρετανικό περιοδικό New Statesmen μια ακόμη συνήθης δικαιολογία είναι ότι οι υψηλές αποδοχές δεν σχετίζονται με τις ώρες εργασίας αλλά με το ρίσκο που αναλαμβάνουν τα διευθυντικά στελέχη και οι μέτοχοι των εταιρειών και τα κέρδη που προσφέρουν. Το πρόβλημα, όμως, όπως παρατηρούσαν οι καθηγητές οικονομικών Μαριάνα Μαζουκάτο και Ουίλιαμ Λάζονικ είναι ότι αυτή η θεωρία δεν λαμβάνει υπόψη το ρίσκο που αναλαμβάνει ο δημόσιος τομέας αλλά και οι εργαζόμενοι αυτών των εταιρειών. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς επί μακρόν για να αποδείξει ότι οι μέτοχοι μιας Α.Ε κινδυνεύουν να χάσουν απλώς την επένδυσή τους στη στιγμή που οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν να βρεθούν στο δρόμο χωρίς εισόδημα – χωρίς να υπολογιστεί η άντληση υπεραξίας στο στάδιο της παραγωγής. Την ίδια ώρα το κράτος κινδυνεύει να χάσει δισεκατομμύρια από επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη (μέσω δημοσίων πανεπιστημίων) και εν τέλει να κληθεί, όπως συμβαίνει πάντα, να διασώσει την εταιρεία με χρήματα των φορολογούμενων η να στηρίξει τους ανέργους με επιδόματα ανεργείας και άλλες κοινωνικές παροχές.
Οι δυο πανεπιστημιακοί υποστηρίζουν ότι τα υψηλά μπόνους των μεγαλοστελεχών και η προσπάθεια επίτευξης του υψηλότερου δυνατού κέρδους για τους μετόχους στο μικρότερο χρονικό διάστημα δεν είναι απλώς ανήθικη αλλά και καταστροφική για την ίδια την πορεία της εταιρείας και της εθνικής οικονομίας. Πρόσφατες μελέτες στην Ευρώπη από την ευρωπαϊκή επιτροπή αποδυκνείουν ότι η δράση των λεγόμενων CEO περιορίζει την κανινοτομία επιβραδύνοντας ουσιαστικά το σύνολο της οικονομικής ανάπτυξης. «Οι διευθύνοντες σύμβουλοι» επισημαίνουν οι δυο οικονομολόγοι «θα έπρεπε να προσπαθούν να δημιουργήσουν αξία (value) παράγοντας περισσότερα προϊόντα με τη βέλτιστη χρήση των πόρων της εταιρείας». Αντί γι’ αυτό αντλούν αξία από την εταιρεία σε βάρος της παραγωγής αλλά και των πόρων που έχουν επενδυθεί από τους εργαζόμενους αλλά και τους φορολογούμενους της χώρας». Οι CEO καταλήγει η εργασία των δυο οικονομολόγων πληρόνονται για να καταστρέφουν και όχι για να δημιουργούν.
Έτσι όμως προκύπτει το ερώτημα ποιός αποφασίζει να σπρώξει πακτωλούς χρημάτων σε ανθρώπους οι οποίοι αν δεν είναι αποδεδειγμένα ανίκανοι να διαχειριστούν ακόμη και ένα μικρό μπακάλικο, σίγουρα προσφέρουν πολύ λιγότερα απ ότι μαρτυρά ο μισθός τους. Ο Ντιν Μπέικερ, πρόεδρος του Κέντρου Οικονομικών και Πολιτικών Μελετών στην Ουάσινγκτον απάντά σχεδόν μονολεκτικά: «Οι ίδιοι». Στις περισσότερες αμερικανικές πολυεθνικές ο μισθός του διευθύνοντα συμβούλου καθορίζεται από ειδικές επιτροπές τα μέλη των οποίων διορίζονται… από τον διευθύνοντα σύμβουλο. Θεωρητικό τα συμβούλια των μετόχων θα μπορούσαν να παρέμβουν σε αυτή τη διαδικασία. Τα καταστατικά των εταιρειών όμως όχι μόνο καθιστούν αυτή τη διαδικασία ιδιαίτερα πολύπλοκη και χρονοβόρα αλλά ορίζουν ότι οι ψήφοι όσων μετόχων δεν έρχονται να ψηφίσουν προσμετρούνται προς όφελος της διεύθυνσης της εταιρείας. Κατ’ αναλογία των βουλευτικών εκλογών θα ήταν σαν να αθροίζεται το ποσοστό της αποχής στο πρώτο κόμμα.
Κι όμως αυτές οι βαθύτατα αντιδημοκρατικές αλλά και οικονομικά παράλογες κινήσεις φούσκωσαν σε αστρονομικά επίπεδα τις αποδοχές των CEO σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ίσως η πλέον αποτυχημένη γενιά στελεχών κατάφερε να αποκομίσει τα μεγαλύτερα ωφέλη από την καταστροφή.
Άρης Χατζηστεφάνου
Επίκαιρα Οκτώβριος 2012