Ντέιβιντ Μπάλφουρ: Ο ρασοφόρος βρετανός πράκτορας

Του Γιώργου Καραγιάννη
Πηγή: imerodromos.gr

Τις μέρες της απελευθέρωσης από τους ναζί, μαζί με τις βρετανικές δυνάμεις επέστρεψε στην Αθήνα ένα πρόσωπο γνώριμο στους κύκλους της καλής κοινωνίας της πρωτεύουσας από τα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά. Μόνο που αυτή τη φορά, αντί για τα ράσα, τα γένια και την ιδιότητα του κληρικού με την οποία τον είχαν γνωρίσει, ο γνωστός τους, φορούσε κομψά κουστούμια και υπηρετούσε σε θέση κλειδί στην βρετανική πρεσβεία.

Ο Ντέιβιντ Μπάλφουρ, γόνος μιας μεγάλης αγγλικής οικογένειας, που ανέδειξε πρωθυπουργούς, στρατηγούς και ναυάρχους, ως σύνδεσμος της βρετανικής πρεσβείας με τον αστικό πολιτικό κόσμο της χώρας, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στα δραματικά γεγονότα της εποχής, από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’30 έως και το 1947.

Ένας βρετανός πράκτορας στον Άθω

Ο Ντέιβιντ Μπάλφουρ, καθολικός το θρήσκευμα, εντάχθηκε σε νεαρή ηλικία στην Ιντέλιτζενς Σέρβις. Εκπαιδεύτηκε σε σχολές κατασκοπείας, έμαθε αρκετές ξένες γλώσσες, ανάμεσά τους πολωνικά και ελληνικά και ανέλαβε ειδικό ρόλο σε χώρες πρώτης προτεραιότητας για τη βρετανική πολιτική.

Στις αρχές της δεκαετίας του ‘30 βαφτίστηκε ορθόδοξος σε εκκλησία λευκορώσων εμιγκρέδων στο Παρίσι. Το 1934 πήγε στο Άγιον Όρος όπου συνδέθηκε με το ρώσο λόγιο καλόγερο Σωφρόνιο Ζαχάρωφ.

Στον Άθω εκάρη μοναχός, πήρε το όνομα Δημήτριος και ένα χρόνο μετά , το 1935, κατέβηκε στην Αθήνα και εντάχθηκε στο Ιερατικό Τάγμα του Αγίου Παντελεήμονος που είχε ιδρύσει ο τότε μητροπολίτης Καρυστίας Παντελεήμων Φωστίνης (στη συνέχεια Ενόπλων Δυνάμεων στη Μέση Ανατολή στα χρόνια του πολέμου, και Χίου μετά τον πόλεμο και την απομάκρυνση του ΕΑΜικού μητροπολίτη Ιωακείμ Στρουμπή, είναι ο μητροπολίτης ο οποίος δήλωνε στα χρόνια της κατοχής πως «είναι καλύτερα σαράντα χρόνια με τους γερμανούς παρά μια ώρα με το ΕΑΜ»).

Ο «πατήρ Δημήτριος» των ανακτόρων

Ο Παντελεήμων χειροτόνησε τον Δημήτριο ιερέα ανοίγοντάς του έτσι την πόρτα των εκκλησιαστικών κύκλων της πρωτεύουσας. Στη συνέχεια ο Δημήτριος ενεγράφη στο μοναχολόγιο της μονής Πεντέλης και διορίστηκε εφημέριος στον Ευαγγελισμό. Γρήγορα απόκτησε φήμη μορφωμένου κληρικού. Ζούσε μέσα στο νοσοκομείο και δίδασκε παράλληλα στο Βρετανικό Συμβούλιο. Παράλληλα ανέλαβε ιερατικά καθήκοντα στο παρεκκλήσι των ανακτόρων. Με το ράσο του ορθόδοξου αρχιμανδρίτη, ο πατήρ Δημήτριος όπως ήταν γνωστός στους κύκλους του Κολωνακίου, ήταν το μάτι και το αυτί της Ιντέλιτζενς Σέρβις στις ανώτερες τάξεις της ελληνικής κοινωνίας.

Μεγιστάνες του πλούτου, πολιτικοί, στρατηγοί, όπως ο Αλέξανδρος Παπάγος στο σπίτι του οποίου πήγαινε συχνά για να κάνει αγιασμό, διπλωμάτες και τα μέλη των οικογενειών τους, είχαν εξομολόγο τον ρασοφόρο πράκτορα που μπορούσε έτσι να μαθαίνει όλα τα μυστικά της αθηναϊκής ζωής από τα πιο μικρά έως τα πιο σημαντικά.

Και το κυριότερο: Ως ιερέας των ανακτόρων ήταν εξομολόγος μελών της βασιλικής οικογενείας, όπως η πριγκίπισσα Νικολάου, η ρωσικής καταγωγής γυναίκα του πρίγκιπα Νικολάου γιού του βασιλιά Γεωργίου Α΄, και μητέρα της γυναίκας του αντιβασιλιά της Γιουγκοσλαβίας Πέτρου (Σόλωνα Γρηγοριάδη «Εllis Waterhouse — O πράκτορας που ήρθε από την ομίχλη…», Αθήνα 1987).

Λίγο πριν από την είσοδο των γερμανών στην Αθήνα o Μπάλφουρ εγκατέλειψε την Ελλάδα και πήγε στη Μέση Ανατολή.

Στο Κάιρο της ίντριγκας και των δολοπλοκιών

Εκεί χωρίς τα ράσα πλέον, δίπλα στον βρετανό πρεσβευτή Λήπερ καθοδηγεί έλληνες αστούς πολιτικούς και συμβάλει στη διαμόρφωση της πολιτικής της εξόριστης κυβέρνησης. Πολλά στοιχεία για τη δράση του στο Κάιρο εκείνη την περίοδο δεν έχουν γίνει γνωστά. Από τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν προκύπτει ότι ήταν εκφραστής της πλέον σκληρής γραμμής απέναντι στο ΕΑΜ και ο εισηγητής για το στήσιμο πολλών από τις παγίδες σε βάρος του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος τις οποίες έστησαν βρετανοί και αστοί πολιτικοί «τοκιστές και σουλατσαδόροι» που περιφέρονταν στο Κάιρο.

Ο Π. Σιφναίος (δημοσιογράφος και πολιτικός, συνεργάτης του Σπ. Μαρκεζίνη, υπουργός Προεδρίας στην κυβέρνηση Παπάγου μετά το 1952 και Παιδείας στην κυβέρνηση Μαρκεζίνη που διόρισε ο Παπαδόπουλος το 1973) στο ημερολόγιο που κρατούσε όταν βρισκόταν στο Κάιρο, για τις επαφές του με τον βασιλιά Γεώργιο, τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες και τους άλλους αστούς πολιτικούς, αναφέρεται σε ορισμένα σημεία και στον Μπάλφουρ. Στην εγγραφή της 15ης Φεβρουαρίου 1944 ο Μπάλφουρ «εξομολογείται» στον Σιφναίο πως ο «Τσουδερός (σ.σ. πρωθυπουργός της εξόριστης κυβέρνησης του Καΐρου) έκανε άσχημα να καταδικάσει τα Τάγματα Ασφαλείας».

Τρεις μέρες μετά ο Σιφναίος γράφει: «Ο Μπάλφουρ επιρρίπτει ευθύνας αγγλικών σφαλμάτων εις ΜΟ4 αλλά και εις Τσουδερόν . Ουδέποτε μας εκτύπησε την γροθιά του, όπως έκαμε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Αν εζήτει εντόνως να ενισχυθούν αι εθνικαί οργανώσεις θα εγίνετο. Και σήμερα δύναται να γίνη».

Αδιάλλακτος απέναντι στο ΕΑΜ

Ο πρεσβευτής Λήπερ και ο Μπάλφουρ είχαν την πλέον αδιάλλακτη στάση απέναντι στο ΕΑΜ. Στις διαφορές της τακτικής (γιατί ο στρατηγικός στόχος ήταν ο ίδιος: η απομόνωση του ΕΑΜ) μεταξύ των πολιτικών στελεχών του Καΐρου και στρατιωτικών μελών της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής στην Ελλάδα (που είχαν επι τόπου εικόνα της τεράστιας απήχησης του ΕΑΜ και του ΚΚΕ) κάνει σαφή αναφορά σε υπόμνημά του προς το βρετανικό Πολεμικό Συμβούλιο το 1943 ο αρμόδιος για θέματα της Μέσης Ανατολής Μόυν:

«… Τα βρετανικά μακροπρόθεσμα συμφέροντα απαιτούν όπως μεταπολεμικώς εδραιωθή εις την Ελλάδα σταθερά και φιλική κυβέρνησις (…) Υφίσταται βασική διαφορά απόψεων εις το θέμα της αντιμετωπίσεως του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αι υπηρεσίαι (σ.σ. τα μέλη της στρατιωτικής αποστολής στα ελληνικά βουνά) πιστεύουν ειλικρινώς ότι η συνέχισις της συνεργασίας με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είναι αναγκαία δια την διεξαγωγήν του πολέμου εις την Ελλάδα. Η βρετανική πρεσβεία εις την Ελλάδα (σ.σ. εννοεί στην εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου) είναι εις τον αυτόν βαθμόν πεπεισμένη ότι η συνέχισις της συνεργασίας με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα ήτο ολεθρία δια το μέλλον των ελληνοβρετανικών σχέσεων και κατά συνέπειαν θα εζημίωνε την στρατηγικήν μας θέσιν εις την Ανατολικήν Μεσόγειον. Πρόκειται περί της αμέσου συγκρούσεως μεταξύ της βραχυπροθέσμου και της μακροπροθέσμου αντιμετωπίσεως» («Το Βήμα 27.2.1972).

Ο Λίβανος και οι αιχμάλωτοι του Παπανδρέου

Αλλά και τις παραμονές της διάσκεψης στο Λίβανο ο Λήπερ και ο Μπάλφουρ πρωταγωνιστούν, αυτή τη φορά με τον Γεώργιο Παπανδρέου, στις ίντριγκες για να πατήσει η ΕΑΜική ηγεσία τις πεπονόφλουδες που της έστηναν. Στο ημερολόγιο του Σιφναίου διαβάζουμε:

23 Απριλίου: «Ο Παπανδρέου σπίτι μου: »Εγώ εχάραξα την γραμμήν εις τον Λήπερ. Είναι μια υπηρεσία που προσέφερα στην Ελλάδα». Πιστεύει ότι η αντιπροσωπεία ΕΑΜ-ΠΕΕΑ δεν θα φθάσει στο Κάιρο».

24 Απριλίου: «Ο Μπάλφουρ πιστεύει και αυτός θεωρίαν Παπανδρέου: »θα προσκληθή το ΕΑΜ, αλλά θα επιρριφθή εις αυτούς άρνησις συμπράξεως». Βενιζέλος (σ.σ. πρωθυπουργός μόλις για 12 μέρες) απεπέμφθη. Εντολή ανετέθη Παπανδρέου (σ.σ. αυτός κρίθηκε από τους άγγλους πιο ικανός για να κάνει τη βρώμικη δουλειά)» ( Σπύρου Μαρκεζίνη «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδας 1936-1975», τόμος πρώτος, σ. 401 και 404, εκδόσεις Πάπυρος).

Λήπερ και Μπάλφουρ οργανώνουν το συνέδριο του Λιβάνου με τα γνωστά καταστροφικά για το λαϊκό κίνημα αποτελέσματα. Αυτοί μεθόδευσαν την πλήρη απομόνωση των αντιπροσώπων από την Ελλάδα με το πρόσχημα ότι έπρεπε να είναι ανεπηρέαστοι από το περιβάλλον. Στην πραγματικότητα ήθελαν οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ να μην έχουν καμία δυνατότητα επαφής με τα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας και έτσι να είναι πιο «εύκολοι» στις παγίδες που τους έστηνε το υποχείριό τους, ο Παπανδρέου. Και δυστυχώς έτσι έγινε.

Οι υπάλληλοι της βρετανικής πρεσβείας μαζί με αξιωματικούς της 9ης Στρατιάς ανακάλυψαν το χωριό Ντουρ ελ Σουέιρ, ένα θέρετρο στην κορφή του όρους Λίβανος. Εκεί βρισκόταν το κοσμοπολίτικο ξενοδοχείο «Δάσος της Βουλώνης» που επιτάχθηκε. Σε ένα κοντινό ξενοδοχείο έμεναν ο Λήπερ και οι συνεργάτες του. Στο «Δάσος της Βουλώνης» λοιπόν χωρίς καμία επικοινωνία με τον έξω κόσμο, χωρίς αλληλογραφία, και χωρίς δημοσιογράφους οι εκπρόσωποι από την Ελλάδα ήταν ουσιαστικά αιχμάλωτοι του Παπανδρέου και των άγγλων.

Ο Μπάλφουρ ήταν επί της υποδοχής στο αεροδρόμιο του Καΐρου όπου έφτασε η αντιπροσωπεία της ΠΕΕΑ το Μάιο του 1944. Ο καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος, μέλος της αντιπροσωπείας, γράφει γι αυτή τη συνάντηση: «Κατ’ αρχήν, όταν φτάσαμε στο αεροδρόμιο του Καΐρου, μας υποδέχτηκε εκ μέρους της αγγλικής πρεσβείας ο συνταγματάρχης Μπάλφουρ. Εγώ μπήκα στο δικό του αυτοκίνητο και οι δυό μας φύγαμε από το αεροδρόμιο για το ξενοδοχείο «Σέπερτς» όπου θα μέναμε. Πηγαίνοντας τον ρώτησα αν έχει έρθει ποτέ στην Ελλάδα και μου απάντησε αρνητικά. Κατόπιν, όταν διηγούμην τα σχετικά στον Γιώργο Σεφέρη, που ήταν τότε πρεσβευτής στην Αίγυπτο μου απάντησε: «Μα δεν ξέρεις ότι ο Μπάλφουρ ήταν παπάς και λειτουργούσε στον «Ευαγγελισμό» στην Αθήνα; Γνωστός ως Παπα-Δημήτρης ανήκε στις μυστικές υπηρεσίες των άγγλων». Εγώ δεν τον αναγνώρισα, μολονότι έκανε μαθήματα αγγλικών στην Αθήνα και η γυναίκα μου Έλλη ήταν μαθήτριά του. Και όχι μόνο αυτό. Όταν πέθανε η μητέρα μου τον είχα συναντήσει κι αυτόν στον «Ευαγγελισμό» σαν παπά. Δεν τον γνώρισα όμως τώρα, γιατί είχε πια ξυριστεί και χωρίς τα ράσα ήταν αγνώριστος. Άλλωστε ούτε καν το φανταζόμουνα» ( Αγγ. Αγγελόπουλου «Από την Κατοχή στον Εμφύλιο», σ. 73, 74, Αθήνα 1994).

Μετά την επιστροφή του στην απελευθερωμένη από τους ναζί Αθήνα ο Μπάλφουρ εγκαταστάθηκε στο κτίριο της Γραμματείας του Πολιτικού Τμήματος της Βρετανικής Πρεσβείας, στην οδό Πλουτάρχου 2 στο Κολωνάκι. Σύμφωνα με την επίσημη ιδιότητά του, ήταν ο εντεταλμένος του Φόρειν Όφις. Όμως ουσιαστικά έδρασε ως αρχηγός της Ιντέλιτζενς Σέρβις στην Ελλάδα και ως μέλος της βρετανικής «τετρανδρίας» που αποτελούσε την υπερκυβέρνηση εκείνων των τραγικών ημερών. Τα άλλα μέλη της «τετρανδρίας» ήταν ο υπουργός αρμόδιος για θέματα της Μέσης Ανατολής Χάρολντ Μακ Μίλαν (μετέπειτα πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, επί των ημερών του υπογράφτηκαν οι συνθήκες Ζυρίχης και Λονδίνου για την Κύπρο, που ήταν η αρχή του τέλους των προσπαθειών για ένα ελεύθερο νησί), ο πρεσβευτής Ρέτζιναλντ Λήπερ και ο στρατηγός Σκόμπυ ( στοιχεία για τη δράση της «τετρανδρίας» περιλαμβάνονται στο βιβλίο του δημοσιογράφου Σπ. Θεοδωρόπουλου «Από το δόγμα Τρούμαν, στο δόγμα Χούντα»).

Ο Μπάλφουρ δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα τις μέρες των Δεκεμβριανών και υπήρξε ένας από τους εμπνευστές της ιδέας για τον ορισμό αντιβασιλιά. Ο ίδιος τον Απρίλιο του ’45 θα βρεθεί πίσω (ουσιαστικά την εκβίασε) και από την αποπομπή του πρωθυπουργού Νικολάου Πλαστήρα και το σχηματισμό κυβέρνησης υπό το ναύαρχο Βούλγαρη («αυτή η ιστορία πρέπει να τελειώσει απόψε» είπε σε κορυφαίο πολιτικό πρόσωπο το Σάββατο 7 Απριλίου σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» της επομένης, βλ. και «Λαική Φωνή» Θεσσαλονίκης 10.4.1945, και Σπ. Μαρκεζίνη «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος 1936-1975», τ. Β΄. σ. 133, 134).

Τον επόμενο ενάμιση χρόνο ο Μπάλφουρ είχε σημαντική συμμετοχή στην οργάνωση και εξάπλωση του κύματος βίας και τρομοκρατίας. Στόχος του ήταν, όπως σημειώνει ο Σπύρος Μαρκεζίνης («Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος 1936-1975», τ. Β΄. σ. 150 και 201) να οδηγήσει τη χώρα στον Εμφύλιο για να συντρίψει οριστικά την Αριστερά.

Το ρόλο του Μπλάφουρ κατήγγειλε ο Κώστας Καραγιώργης σε σειρά πρωτοσέλιδων σημειωμάτων στο «Ριζοσπάστη», με την υπογραφή του, στις 23, 25 και 26 Ιανουαρίου 1947

Ο «πατήρ Δημήτριος» εγκατέλειψε την Ελλάδα το 1947 για να αναλάβει υπηρεσία σε μια άλλη «καυτή περιοχή», την Παλαιστίνη. Ένα διάστημα έζησε και στο Νεπάλ.

Οι θεολογικές μελέτες του συνταξιούχου πράκτορα

Η κατάχρηση της ιδιότητας του ιερωμένου δεν εμπόδισε τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό να έχει συνεχή επαφή μαζί του. Άλλωστε ο Δαμασκηνός έγινε αντιβασιλιάς και για ένα μικρό διάστημα πρωθυπουργός και με εισήγηση του Μπάλφουρ. Αντίθετα ο πρώην αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος ουδέποτε του συγχώρεσε την ανάμειξη των ιδιοτήτων του ιερωμένου και του πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών. Ο Μαρκεζίνης, που χαρακτήριζε τον Μπάλφουρ «κλασσική μορφή κατασκόπου που ήταν σε όλα πολύ καλά ενημερωμένος και αδίστακτος», σε συζήτηση που είχε με τον γράφοντα ανέφερε τη χαρακτηριστική φράση που επαναλάμβανε ο Χρύσανθος όσες φορές μιλούσαν για τον Μπάλφουρ: «Αυτός ο απαίσιος, ο οποίος ανακάτεψε τη θρησκεία με την κατασκοπεία».

Ανθρωπος των παρασκηνίων ο Μπάλφουρ δεν μίλησε ποτέ, ούτε έγραψε το παραμικρό για τη δράση του. Ακόμη και το Φόρεϊν Όφις κάλυψε μ’ ένα πέπλο μυστικότητας τη δράση του. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ που ερεύνησε τα αρχεία του Φόρεϊν Όφις για το βιβλίο του «Βρετανική επέμβαση στην Ελλάδα» (1985) ανακάλυψε μόνο δύο αναφορές στο όνομα του Μπάλφουρ κι αυτές σε εκθέσεις του πρεσβευτή Λήπερ. Όσα έχουν γίνει γνωστά για τη δράση και την προσωπικότητά του «πατρός Δημητρίου» οφείλονται σε ελληνικές πηγές, οι οποίες όμως είναι ελλιπείς.

Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση ο Μπάλφουρ αφοσιώθηκε σε θεολογικές μελέτες και στην καλλιέργεια της βυζαντινής μουσικής, την οποία είχε μάθει στο Άγιον Όρος και στα χρόνια της θητείας του στην Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του επισκεπτόταν τακτικά τον πνευματικό του πατέρα Σωφρόνιο Ζαχάρωφ, στο μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ. Το μοναστήρι που ιδρύθηκε από τον ρώσο κληρικό υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εκεί συχνά οι άλλοι επισκέπτες άκουγαν τον υπερήλικα πια Μπάλφουρ να ψέλνει ή να απαγγέλει το «Πιστεύω» σε άπταιστα ελληνικά . Ο ρασοφόρος πράκτορας πέθανε στις 19 Οκτωβρίου 1989 σε ηλικία 86 ετών…

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ